Ο Μικελάντζελο Αντονιόνι έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον στα υπαρξιακά αδιέξοδα των ανθρώπων κάτι που βοηθάει τις ταινίες του να αποκτούν ένα ουσιώδες νόημα και να γίνονται ιδιαίτερα αγαπητές στους απανταχού κινηματογραφόφιλους. Παράλληλα πιάνεται και με την επικαιρότητα αφήνοντας κι εκείνος τη δικιά του καταγραφή στα γεγονότα της δικιάς του εποχής. Το Επάγγελμα Ρεπόρτερ (τελείως ατυχής η μετάφραση του κανονικού τίτλου) μας παρουσιάζει δυο πορείες παράλληλες, τη μίζερη ζωή ενός ρεπόρτερ που επιθυμεί να αφήσει πίσω του κι τους απελευθερωτικούς αγώνες που εξελίσσονταν εκείνες τις δεκαετίες στην Αφρική.
Η ιστορία μας πηγαίνει σε μία χώρα της Αφρικής (δε μας προσδιορίζει ποια αλλά υποψιάζομαι πως αναφέρεται στην Νιγηρία) όπου ένας ρεπόρτερ αναζητάει υλικό για να καλύψει τον πόλεμο που μαίνεται εκεί. Οι αντίξοες συνθήκες που συναντά κι οι πολλές αναποδιές, τον οδηγούν σε ένα καθολικό ξέσπασμα στην μέση της ερήμου. Γυρνώντας στο ξενοδοχείο που διαμένει, διαπιστώνει πως ο ένοικος του διπλανού δωματίου είναι νεκρός από καρδιακή προσβολή. Έχοντας έντονη φυσιογνωμική ομοιότητα κι έχοντας ήδη κάνει μερικές συζητήσεις μαζί του, ο ρεπόρτερ αποφασίζει να αλλάξει ταυτότητα ώστε να φανεί ο ίδιος ως νεκρός, κλέβοντας έτσι τη ζωή του θανόντα. Πριν προλάβει όμως να γευτεί την πολυπόθητη ελευθερία, διαπιστώνει πως έχει εγκλωβιστεί σε ένα άλλο αδιέξοδο, άκρως επικίνδυνο για τη ζωή του.
Ο δημιουργός με εξαιρετική μαεστρία μας τοποθετεί σε ένα πανέξυπνο παιχνίδι μνήμης και ξετυλίγματος κουβαριού. Χωρίς να μας συστήσει κανένα πρόσωπο, χρησιμοποιεί σαν πιόνι τον Τζακ Νίκολσον, ο οποίος έχοντας την ατζέντα του θανόντα προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή του σε άλλες συνθήκες κι άλλους κανόνες. Με κάθε πρόσωπο που έρχεται σε επαφή, ανακαλύπτει και μία ακόμη πτυχή της νέας του ταυτότητας. Στη πορεία όμως θα διαπιστώσει πως δεν του αρέσει η νέα του ζωή αλλά θα είναι πολύ αργά για να την αποφύγει. Παράλληλα τον παλιό του εαυτό τον ανακαλύπτουμε μέσα από τους διαλόγους που έχει η γυναίκα του με έναν στενό του φίλο και συνεργάτη.
Ωθείται λοιπόν σε ένα μοναχικό road-movie όπου δεν αναζητά την δικιά του αυτογνωσία. Έχοντας μπει σε ένα άλλο καλούπι στο οποίο είναι πιο στριμωγμένος, προσπαθεί να ξεφύγει από δύο ταυτότητες. Με αυτόν τον τρόπο έχουμε ένα πρόσωπο με δύο ζωές. Πρωτοποριακό και πανέξυπνο ως εγχείρημα.
Πρωταγωνιστής του δαιδαλώδους σεναρίου είναι ο καταπληκτικός Τζακ Νίκολσον. Δε θα μπορούσα να φανταστώ άλλον ηθοποιό να παίζει αυτόν τον ρόλο. Η ερμηνεία του είναι αξεπέραστη και σ' αυτό βοηθάει κυρίως το μοναδικό του βλέμμα αλλά κι η καθαρότητα της βραχνής του φωνής. Λιγομίλητος και μυστηριώδης ταξιδεύει από χώρα σε χώρα προσπαθώντας να αποφύγει ορατούς κι αόρατους εχθρούς που τον καταδιώκουν. Φυσικά καθοριστικό ρόλο παίζει η μυστηριώδης και πάντα ερωτεύσιμη Μαρία Σνάιντερ.
Οι υπαρξιακοί προβληματισμοί της ιστορίας εκφράζονται κυρίως μέσα από τα ερωτήματα που θέτουν οι πρωταγωνιστές. Αποκορύφωμα σ' αυτήν την νοοτροπία είναι η δήλωση ενός συνεντευξιαζόμενου από τον Τζακ Νίκολσον,“Τα ερωτήματα που θέτει κάποιος είναι πιο αποκαλυπτικά από τις όποιες απαντήσεις μπορεί να πάρει”. Δεν είναι τυχαία η δήλωση αυτή, αν αναλογιστούμε πως η ταινία προβλήθηκε την περίοδο που η έβδομη τέχνη πρόσφερε ερωτήματα στους θεατές, σε αντίθεση με σήμερα που δεχόμαστε πολλές απαντήσεις οι οποίες συνήθως είναι αβάσιμες κι επικίνδυνες.
Κι επειδή όλα τα ερωτήματα περιστρέφονται γύρω από την έννοια του θανάτου, ο σκηνοθέτης τον τοποθετεί στο κέντρο ακριβώς της ιστορίας. Στη ταινία επικρατεί έντονα η έννοια του θανάτου. Από τον νεκρό ένοικο του ξενοδοχείο μέχρι το σοκαριστικό βίντεο ντοκουμέντο (;) της εκτέλεσης ενός αντικαθεστωτικού. Ο πρωταγωνιστής εξοικειώνεται με την ιδέα του θανάτου από την αρχή της ταινίας, όταν έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον νεκρό ένοικο. Κοιτάει τα άδεια του μάτια και συνειδητοποιεί την ματαιότητα της ζωής. Ίσως εκεί συνειδητοποιεί πως εν μέρει ζει έναν καθημερινό θάνατο κι αποφασίζει να αλλάξει ριζικά τη ζωή του.
Στο πολιτικό κομμάτι, η ταινία κατηγορεί φανερά το ρόλο των δυτικών χωρών απέναντι στους αγώνες ανεξαρτησίας των χωρών της Αφρικής. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις τάσσονται με το μέρος των καθεστωτικών ενισχύοντάς τους με κάθε τρόπο και μέσο (πολεμοφόδια, δημοσιογραφική προπαγάνδα κ.α) κι η παραοικονομία πλουτίζει σπρώχνοντας οπλικά συστήματα στους αντάρτες. Μ' αυτόν τον τρόπο κανενός δυτικού τα χέρια δεν είναι καθαρά (εξαιρετικό ντοκιμαντέρ πάνω σ' αυτό το θέμα είναι ο Εφιάλτης του Δαρβίνου).
Σκηνοθετικά η ταινία έχει όλα τα χαρακτηριστικά της δημιουργικότητας του Αντονιόνι. Έντονα χρώματα, θολά τοπία, αρκετές βουβές σκηνές, έλλειψη ισορροπίας σε ορισμένα κάδρα προσδίδοντας περισσότερη ένταση στη σκηνή, ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους εσωτερικούς χώρους με τα κυκλικά πλάνα στα δωμάτια και μεγάλη βαρύτητα σε ήχους και θορύβους. Στη συγκεκριμένη ταινία υπάρχει απουσία μουσικής, προσδίδοντας έτσι περισσότερο τόνο στην μοναχικότητα του ήρωα.
Η θεματολογία της ταινίας πατάει σε δυο θεμελιώδεις αρχές της ζωής, στην ελευθερία και στον θάνατο. Και οι δυο αυτές ιδέες παρουσιάζονται με δυο άκρως ποιητικά πλάνα. Η ελευθερία περιγράφεται μέσα σε ένα τελεφερικ στην Βαρκελώνη, όπου ο ήρωας ίπταται πάνω από το λιμάνι της πόλης. Ενθουσιασμένος από τη θέα, κρεμιέται από το παράθυρο και υποδύεται πως πετάει πάνω από τα μπλε νερά της Καταλωνίας (απόλυτη κινηματογραφική μαγεία). Ο θάνατος περιγράφεται στο εξαιρετικό επτάλεπτο μονοπλάνο στο τέλος της ταινίας όπου η κάμερα περνάει μέσα από τα κάγκελα του παραθύρου λες και είναι άυλη, όπως η ψυχή που φεύγει από ένα νεκρό σώμα.
Το Επάγγελμα Ρεπόρτερ δεν είναι μια ταινία που σου δίνει απαντήσεις στα αιώνια ερωτήματα. Αντιθέτως σου προσφέρει περισσότερα ερωτήματα με ένα φινάλε τελείως αινιγματικό. Αυτό που κάνει ο Αντονιόνι μέσα από το έργο του είναι να μας προειδοποιεί στο ότι πρέπει να προσέχουμε για κάθε τι που ευχόμαστε.
Το ουσιαστικά τελευταίο δημιούργημα του Μικελαντζελο Αντονιόνι είναι ένα ποιητικό κατηγορώ απέναντι στην ανθρώπινη ματαιότητα αλλά και το φινάλε μίας ανεπανάληπτης ποιητικής κινηματογραφικής περιόδους, η οποία ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του '80.
Βαθμολογία: 8/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου