Είναι πλέον βέβαιο πως το 2019 ήρθε με σκοπό να μας τραβήξει ξανά στις αγαπημένες μας σκοτεινές αίθουσες, καθώς κάθε Πέμπτη έχουμε την είσοδο τουλάχιστον δυο ταινιών που αξίζουν την προσοχή μας, όπως το τσέχικο διαμαντάκι των Πετρ Κάζντα και Τόμας Βάινρεμπ. Τα ασπρόμαυρα πλάνα του και το εντυπωσιακό του τρέιλερ υπόσχονταν για ένα ατμοσφαιρικό δράμα που συνηθίζει να μας προσφέρει ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος. Για μία ακόμη φορά οι προσδοκίες μου επαληθεύτηκαν κι ένα ακόμη έργο προστέθηκε στις καλές ταινίες της χρονιάς.
Η ιστορία βασίζεται σε ένα γεγονός που συνέβη το καλοκαίρι του 1973 στην Πράγα. Μια νεαρή κοπέλα οδηγώντας ένα φορτηγό ανέβηκε σ' ένα πεζοδρόμιο παρασέρνοντας είκοσι ανθρώπους και σκοτώνοντας οκτώ απ΄αυτούς. Η ίδια θα παραδεχτεί την ενοχή της στο δικαστήριο, κάτι που θα την οδηγήσει στην αγχόνη. Μ' αυτήν την κατάληξη, η 22χρονη Όλγα Χεπνάροβα έγινε η τελευταία γυναίκα που εκτελέστηκε στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας. Πάνω σ' αυτήν την μαζική δολοφονία των κατοίκων της Πράγας πάτησαν οι δημιουργοί της ταινίας, αναζητώντας τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν την νεαρή Όλγα σ' αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα.
Η ταινία προσεγγίζει με αυστηρή ειλικρίνεια όλες τις πτυχές της ιστορίας. Η Όλγα είναι μία αντικοινωνική κοπέλα που ασφυκτιά στον οικογενειακό της κύκλο. Οι σχέσεις της με τους συγγενείς είναι τεταμένες και ψυχρές. Η ίδια δηλώνει στα γενέθλιά της πως θέλει να φύγει μακριά από το σπίτι μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας που την οδήγησε στον εγκλεισμό της σ' ένα ίδρυμα. Από τον χλευασμό της μάνας της που την χαρακτήρισε αδύναμη ακόμα και στο να αυτοκτονήσει πέφτει θύμα κακοποίησης από τα υπόλοιπα κορίτσια που βρίσκονται έγκλειστα στο ίδιο ίδρυμα. Η Όλγα αντιμετωπίζει βουβά την βιαιότητα που υφίσταται απ όλες τις πλευρές. Μοναδική της διαφυγή η μοναχικότητα και το γράψιμο. Δηλώνει πως νιώθει ευτυχισμένη μακριά από τους ανθρώπους και ήρεμη κάθε φορά που συμπεριφέρεται όπως η ίδια επιθυμεί.
Φεύγοντας από το πατρικό της προσπαθεί να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή της. Το απομονωμένο σπιτάκι στο δάσος θα είναι το προσωρινό της καταφύγιο, μακριά από ανθρώπους που νιώθει πως της κάνουν κακό. Η Όλγα θα αρχίσει να εργάζεται σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων κι από αποθηκάριος θα γίνει οδηγός. Παρά την προκλητικά αργόσχολη στάση των άλλων συναδέλφων της, εκείνη δεν πτοείται και συνεχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες της με τυπική υπευθυνότητα. Παρηγοριά της τα βιβλία κι η αναζήτηση της σεξουαλικής της ταυτότητας. Συνειδητοποιώντας πως είναι λεσβία, αρχίζει μια νέα προσπάθεια επίτευξης μιας σωτήριας ψυχικής ισορροπίας μέσα από τις ερωτικές της σχέσεις. Όμως οι προδοσίες θα την πληγώσουν ανεπανόρθωτα, κλείνοντάς την ξανά στο καβούκι της.
Αρχίζει πλέον να επικρατεί η παράνοια. Η αδιαφορία της Όλγας απέναντι στην κοινωνία μετατρέπεται σε μίσος. Η αυτοκτονία είναι για 'κείνην η μόνη λύση στα ατέρμονα αδιέξοδα της. Η απώλειά της όμως γίνεται συνάμα ένα δώρο σε όλους αυτούς που την μείωσαν, την ξευτέλισαν και την εκμεταλλεύτηκαν. Αποφασίζει να ορίσει το τέλος της αλλιώς. Η απολογητική της επιστολή για το έγκλημα που είναι έτοιμη να διαπράξει είναι μία κραυγή απόγνωσης όχι για την ίδια αλλά για όλες τις υπόλοιπες κακοποιημένες ψυχές που φοβούνται να μιλήσουν. Όμως ο υπέροχος λόγος της δεν την απαλλάσσει από το έγκλημά της ούτε δικαιολογεί την επιλογή της συγκεκριμένης πράξης. Την πιο σωστή απάντηση της την δίνει ο δικηγόρος της που της λέει πως η ίδια απέδωσε το κακό που έλαβε με ένα μεγαλύτερο κακό. Τίποτα παραπάνω από μια τρύπα στο νερό, καθώς στα μάτια του κόσμου η κοπέλα είναι μια τρελή δολοφόνος κι όχι μια ιδεαλίστρια. Είναι η στιγμή που η Όλγα συνειδητοποιεί πως το τέλος της θα είναι αμείλικτο τόσο για την ίδια όσο και για τις ιδέες της.
Οι δημιουργοί της ταινίας μπορεί να μην χαρίζονται στην εύθραυστη προσωπικότητα της Όλγας αλλά δεν αφήνουν στο απυρόβλητο κι όλους αυτούς τους παράγοντες που την οδήγησαν στο έγκλημα. Ξεκινούν με την οικογένεια της πρωταγωνίστριας που στέκει απέναντί της ψυχρή κι απόμακρη. Έχουν χτίσει ένα απαίσιο τείχος προσπαθώντας να εγκλωβίσουν την αχαλιναγώγητη προσωπικότητα της κόρης τους. Όμως με το να την ελέγχουν, οδηγούν την Όλγα σε αναζήτηση λύσεων αυτοκαταστροφικών. Μπορεί σε μια δύσκολη στιγμή η μητέρα της Όλγας να αποδέχεται την επιλογή της κόρης της να φύγει από το σπίτι αλλά εξακολουθεί να κρατά κομμένα τα φτερά της με το να την χαρτζιλικώνει επιδεικτικά σε κάθε της επίσκεψη. Μία κίνηση απαίσια με την οποία υπενθυμίζει στη κόρη της πως ποτέ δεν θα καταφέρει να σταθεί επάξια μόνη της με τις δικές της δυνατότητες. Η μητέρα με τη λευκή ιατρική ποδιά και το ανέκφραστο προσωπείο, εκπροσωπεί τον κρυφό φασισμό της αγίας οικογένειας. Αδιάφορη απέναντι στα αδιέξοδα του παιδιού της, ξεσπάει μόνο στο τέλος όταν συνειδητοποιεί πως όλα έχουν τελειώσει. Όμως τότε είναι πια αργά κι η στάση της το μόνο που καταφέρνει να κάνει είναι να δημιουργήσει περισσότερες ενοχές στην ήδη καταρρακωμένη κοπέλα που περιμένει βασανιστικά την εκτέλεση της θανατικής ποινής. Η ταινία λειτουργεί ως παράδειγμα που παρουσιάζει μία από τις χειρότερες πληγές της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία δεν είναι άλλη από τους γονείς που φορτώνουν στα παιδιά τους τις ενοχές και τα συμπλέγματα των δικών τους λαθών.
Στη συνέχεια παρατηρούμε την λάθος λειτουργία των ιδρυμάτων, τα οποία αντί να αναμορφώνουν τους προβληματικούς νέους διεισδύοντας κι επιλύοντας τα προβλήματά τους, τους κλειδώνουν σε τέσσερις τοίχους δίνοντάς τους την δυνατότητα της επικράτησης του πιο ισχυρού. Μέσα σ' αυτήν τη ζούγκλα άρχισε να θεριεύει το κρυφό τέρας της Όλγας.
Ακολουθεί η αρρωστημένη κατάσταση των εργασιακών χώρων. Πόσοι από μας έχουν πέσει θύματα ρουφιανιάς και βιαιοπραγιών από αργόσχολους συναδέλφους. Ακριβώς το ίδιο βιώνει κι η Όλγα. Τυπική, υπομονετική κι εργατική παρατηρεί τους άλλους να κάθονται και να την κοιτούν περιφρονητικά καθώς εκείνη μοχθεί σε ένα καθαρά ανδρικό επαγγελματικό χώρο. Η τυπικότητά της είναι άψογη μέχρι που ένα ανόητο λάθος την οδηγεί σε μια άδικη τιμωρία. Όλες της οι προσπάθειες γκρεμίζονται, την πνίγει το άδικο κι η διάθεσή της για δουλειά εξανεμίζεται απότομα. Η αρχή του τέλους είναι πλέον κοντά.
Τέλος είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Η Όλγα δεν έχει μάθει να συνυπάρχει με άλλους ανθρώπους. Όσο κι αν προσπαθεί να προσεγγίσει κοπέλες που την φλερτάρουν τόσο τις διώχνει μακριά. Κάθε φορά που επιδιώκει να ανοιχτεί προκαλεί φόβο παρά συμπόνοια. Η αποτυχία στο γυναικείο φύλο συμβαδίζει με την ασυνεννοησία που επικρατεί στο ανδρικό φύλο. Αν και τελικά καταφέρνει να κάνει έναν φίλο, εκείνος τελικά αποδεικνύεται πως δεν είναι τίποτα παραπάνω από έναν τύπο που θέλει να την εκμεταλλευτεί.
Είναι λογικό πως με όλα τα παραπάνω, δεν θα αργήσει η έκρηξη της πρωταγωνίστριας. Η ίδια γνωρίζει πολύ καλά πως κανείς δεν θα τη στηρίξει. Αποδέχεται την ψυχική της διαταραχή αλλά ξέρει πολύ καλά πως δεν είναι ανόητη. Συνειδητοποιεί πως είναι μόνη απέναντι σε μια αιμοσταγής κοινωνία αλλά υποψιάζεται πως μέσα σ' αυτήν την κοινωνία υπάρχουν κι άλλες μοναχικές ψυχές. Θα μπορούσε να δώσει ένα τέλος, σβήνοντας μεμιάς την ήδη αόρατη παρουσία της όμως θέλει το κλείσιμο να γίνει με πάταγο ώστε να δώσει κουράγιο και δύναμη σε παρόμοιες με τη δική της καταστάσεις.
Η ερμηνεία της πρωταγωνίστριας είναι εντυπωσιακή. H Μιχαλίνα Ολσζάνσκα μπαίνει κυριολεκτικά στο πετσί του ρόλου. Ο βηματισμός της κι η κορμοστασιά της δείχνουν έναν άνθρωπο που έχει παραιτηθεί από τη ζωή παρ' όλο που το βλέμμα της σφύζει από συναισθήματα. Όσα δεν μπορεί να εκφράσει με λόγια, τα λέει σιωπηλά μέσα από το βλέμμα της με τις εκπληκτικές εναλλαγές του καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας. Περισσότερο με άγγιξε η σκηνή που παρατηρεί την μάνα της να κλαίει λίγο πριν την εκτέλεση. Τα λόγια με τα οποία περιγράφει την εσωτερική της κραυγή, την κατατάσσουν στην κατηγορία των αφανών καταραμένων ποιητών. Κάθε φράση της κι ένα ποίημα, κι όσο λιγότερες οι λέξεις τόσο περισσότερο το πάθος που κουβαλούν.Σκηνοθετικά η ταινία ήταν άρτια. Υπέροχα πλάνα με άψογη ισορροπία κι όμορφες κινήσεις μέσα στο χώρο. Εξαιρετικό και το παίξιμο με το φως. Συγκλονιστική επίσης η παρουσίαση της μαζικής δολοφονίας. Λίγα δευτερόλεπτα ανατριχίλας από τη θαμπή εικόνα των περαστικών που εξαφανίζονται κάτω από το αμάξι με την ακολουθία ανατριχιαστικών ήχων και κραυγών πόνου.
Στο φινάλε η ταινία θύμισε αρκετά Κισλόφσκι, και συγκεκριμένα το συγκλονιστικό επεισόδιο που αναφέρεται στο θάνατο από τον θρυλικό Δεκάλογο. Η σπαρακτική αντίδραση σίγουρα θα προκαλέσει ένα ανατριχιαστικό μούδιασμα στο κοινό αλλά δεν φτάνει με τίποτα την φορτισμένη ατμόσφαιρα που επεφύλαξε το αξεπέραστο τελείωμα εκείνου του επεισοδίου από το Δεκάλογο.
Παρ' όλα αυτά η ταινία κέρδισε τα Βραβεία Czech Lion Καλύτερης Α και Β Γυναικείας Ερμηνείας από την Τσέχικη Ακαδημία Κινηματογράφου και ήταν ταινία έναρξης στο Panorama του φεστιβάλ Βερολίνου.
Την προτείνω ανεπιφύλακτα διότι η διαχρονικότητα των υπαρξιακών ερωτημάτων που θέτονται από την πρωταγωνίστρια, παραμένουν αναπάντητα μέχρι σήμερα.
Βαθμολογία: 7/10