Ας αρχίσω με τον τίτλο. Το Λεβιάθαν είναι μία σύνθετη εβραϊκή λέξη. Αποτελείται από το λεβιάθ και το θαννέμ, δηλαδή ένα σύνολο τεράτων. Για την θρησκεία μας είναι ένα φοβερό τέρας, το όποιο τρέπει σε φυγή όλους τους πιστούς. Δεν ήταν τυχαία η επιλογή αυτού του τίτλου για την συγκεκριμένη ταινία, διότι μέσα σ' αυτές τις τρεις ώρες, ο σκηνοθέτης παρουσιάζει με αρκετά κυνικό και σαρκαστικό τρόπο το τέρας που κρύβεται στην ρωσική καθημερινότητα, η οποία δεν διαφέρει και πολύ από την ελληνική.
Απ' όλες τις μορφές "τεράτων" που παρουσιάζονται, εγώ κρατάω αυτό της μοναξιάς. Οι ήρωες της ιστορίας ζουν σε έναν τόπο όμορφο αλλά αραιοκατοικημένο. Οι αποστάσεις μεταξύ τους είναι χαώδης ακόμα κι όταν ζουν στο ίδιο σπίτι. Η μοναξιά τους πνίγεται κάτω από αμέτρητα λίτρα αλκοόλ ή με αποδράσεις σε απόμακρους γκρεμούς κι έρημες παραλίες, για να απολαύσουν την απεραντοσύνη μίας παγωμένης θάλασσας. Η μοναξιά γίνεται ακόμα πιο έντονη όταν ένας απλός πολίτης βρίσκεται αντιμέτωπος με την αδικία της σάπιας πολιτικής σκηνής. Νιώθεις απόλυτα μόνος όταν τα βάζεις με το κατεστημένο, ξέροντας από την αρχή πως θα χάσεις. Όμως η αξιοπρέπεια του "γαμώτο" δεν τον αφήνει ήσυχο αλλά τον οδηγεί με ταχύτητα στο ντουβάρι. Ξέρει πως θα τσακιστεί αλλά μέσα του θα νιώθει ήσυχος με τη συνείδησή του καθαρή πως έκανε αυτό που έλεγε η ψυχούλα του. Το μέσα μας και η "ψυχούλα" μας είναι τα μέρη που κρύβεται η μοναξιά μας.
Η ταινία περνάει έξυπνα την μοναξιά και την κενότητα της σύγχρονης κοινωνίας. Σπίτια-κλουβιά μας περιμένουν κάθε φορά που γυρνάμε από τη δουλειά. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι περιορισμένες σε καλούπια, τόσο σφραγισμένες που περιορίζουν τους ανθρώπους σε απλές επιφανειακές συζητήσεις την ώρα που οι εκπρόσωποι της εξουσίας μοιράζουν μεταξύ τους εδάφη και πλούτη. Βρήκα αρκετά ευφυής τη σκηνή όπου ο δήμαρχος συζητάει με τον παπά της περιοχής για ένα θέμα που έχει προκύψει. Ο παπάς κλείνει τη κουβέντα με την εξής φράση: "εμείς οι δυο τα πηγαίνουμε μία χαρά όσο εσύ ασχολείσαι με τα δικά σου χωράφια κι εγώ με τα δικά μου".
Η πολιτειακή και η εκκλησιαστική εξουσία είναι a priori διεφθαρμένες. Τόσο ο δήμαρχος, όσο κι ο παπάς δείχνουν πως δεν είναι ικανοί (ή οι κατάλληλοι) για να προστατεύσουν και να φροντίσουν τους ανθρώπους τους. Η σκηνή των παιδιών που πίνουν και καπνίζουν μέσα σε μία γκρεμισμένη εκκλησία, είναι άκρως συμβολική.
Από την ταινία μένει η ιδιαίτερη γκρίζα ατμόσφαιρα που αποπνέει, η εξαιρετική φωτογραφία, οι ερμηνείες, η μουσική της, το μαύρο χιούμορ της αλλά και το ενδιαφέρον σενάριό της. Παρ' όλα αυτά όμως είναι υπερτιμημένη. Ίσως εγώ να έχω γίνει περισσότερο απαιτητικός μετά την αριστουργηματική Χειμέρια Νάρκη. Ίσως...
Βαθμολογία: 7/10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου