Στις 12 Φλεβάρη 1945, έπειτα από τις 33 μέρες ηρωικής πάλης του λαού της Αθήνας και του Πειραιά, το Δεκέμβρη του ’44, ενάντια στο βρετανικό ιμπεριαλισμό και στην ελληνική αστική τάξη και υπό το βάρος της στρατιωτικής ήττας, υπογράφηκε η απαράδεκτη Συμφωνία της Βάρκιζας. Πριν από την υπογραφή της συμφωνίας του ΕΑΜ με την ελληνική αστική κυβέρνηση, είχε προηγηθεί η υπογραφή ανακωχής ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τα βρετανικά στρατεύματα (11.1.1945), η οποία καθόριζε ως ημερομηνία κατάπαυσης του πυρός την 14.1.1945.Οι διαβουλεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων του ΕΑΜ και της κυβέρνησης του Ν. Πλαστήρα, ξεκίνησαν στις 3 Φλεβάρη 1945 στη Βάρκιζα και κατέληξαν στις 12 του μηνός στη Συμφωνία.
Την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν οι Γ. Σιάντος (Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ και επικεφαλής της αντιπροσωπείας), Μ. Παρτσαλίδης (Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ) και Η. Τσιριμώκος (ΓΓ του κόμματος Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας). Την κυβερνητική αντιπροσωπεία αποτελούσαν οι Ι. Σοφιανόπουλος (υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής της αντιπροσωπείας), Περ. Ράλλης (υπουργός Εσωτερικών) και Ι. Μακρόπουλος (υπουργός Γεωργίας). Στη Βάρκιζα, βρίσκονταν επίσης και διηύθυναν την κυβερνητική αντιπροσωπεία από τα παρασκήνια οι Βρετανοί Μακ Μίλαν και Λίπερ.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας προέβλεπε τυπικά, μεταξύ άλλων (ολόκληρο το κείμενο της Συμφωνίας μπορείτε να το
δείτε εδώ): Τη διασφάλιση των πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών, την άρση του στρατιωτικού νόμου, την άμεση απελευθέρωση των συλληφθέντων ΕΑΜιτών, την αμνήστευση των «πολιτικών αδικημάτων» που διαπράχθηκαν κατά τις μάχες του Δεκέμβρη (εξαιρούνταν τα «κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας», καθώς και όσοι δεν παρέδιδαν τα όπλα έως την προκαθορισμένη ημερομηνία της 15ης Μάρτη), την απελευθέρωση των ομήρων του ΕΛΑΣ (όσοι κατηγορούνταν ως δοσίλογοι θα παραδίδονταν στη Δικαιοσύνη για να δικαστούν), τη συγκρότηση εθνικού στρατού, την άμεση αποστράτευση και αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής, την εκκαθάριση των κρατικών υπαλλήλων και των Σωμάτων Ασφαλείας από δοσιλογικά στοιχεία, και τέλος, τη διενέργεια το «ταχύτερο δυνατόν» ελεύθερων και γνήσιων εκλογών και δημοψηφίσματος για το πολιτειακό.1
Πέρα από το γενικά απαράδεκτο της συμφωνίας, απαράδεκτη ήταν ειδικότερα η υποχώρηση στο ζήτημα της αμνηστίας, το άρθρο 3, αφού με αυτό αφήνονταν ανυπεράσπιστοι στην αστική μανία χιλιάδες αγωνιστές των ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – ΕΠΟΝ, με τη δυνατότητα μάλιστα να διωχθούν ως κοινοί εγκληματίες. Το άρθρο 3 ανέφερε συγκεκριμένα: «Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος».2
Μιλώντας στην ΚΕ του ΚΚΕ στις 14 Φλεβάρη, όπου συζητήθηκε η Συμφωνία, ο Γ. Ιωαννίδης μεταξύ άλλων είπε:
«
Η γραμμή του Πολιτικού Γραφείου ήταν να συνάψουμε κάθε είδους συμφωνία, εκτός από μια τέτοια συμφωνία που δεν θα μας άφηνε κανένα ίχνος ελεύθερου πολιτικού βίου ή θα απαιτούσε να παραδοθούμε χωρίς όρους. Ηταν απαραίτητο να συνάψουμε τη συμφωνία. Η συμφωνία συνάφθηκε στις βάσεις που προβλέψαμε. Η αλήθεια είναι ότι ορισμένα σημεία της συμφωνίας θα μπορούσαν να αποσαφηνιστούν περισσότερο, αλλά αυτό δεν είναι η ουσία του όλου ζητήματος (…). Η σημερινή συμφωνία είναι αποτέλεσμα της διεθνούς κατάστασης της Ελλάδας (…). Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Διεξάγουμε πόλεμο. Θα κερδίσουμε, αν θέσουμε σωστά αυτό το πράγμα. Είχαμε και έχουμε σωστή πολιτική, αλλά οι σημερινές συνθήκες δεν μας επιτρέπουν να την εφαρμόσουμε. Αν αύριο οι συνθήκες αλλάξουν θα νικήσουμε. Οι εσωτερικές αντιφάσεις της μπουρζουαζίας μας θα οξυνθούν περισσότερο και πρέπει να τις εκμεταλλευτούμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Μπροστά στο Κόμμα τίθενται σήμερα τα ακόλουθα καθήκοντα:
1. Να υποστηρίζουμε το συμμαχικό μέτωπο (τη συμφωνία) και να το επεκτείνουμε. Να δημιουργήσουμε πλατύ μέτωπο των δημοκρατικών δυνάμεων. Να συσπειρώσουμε στο μέτωπο αυτό όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις, που δεν είναι φασιστικές, ακόμα και τον ίδιο τον Πλαστήρα. Θα οργανώσουμε γρήγορα το συνέδριο του ΕΑΜ.
2. Πρέπει να στρέψουμε την προσοχή στο Κόμμα μας. Πρέπει να ενισχύσουμε και να εξασφαλίσουμε τη δράση του κάτω από κάθε όρους. Το Πολιτικό Γραφείο πρέπει να μελετήσει το οργανωτικό ζήτημα και να βρει τις μεθόδους για την ποιοτική βελτίωση του Κόμματος.
3. Πρέπει να οργανώσουμε διαφωτιστική και προπαγανδιστική δραστηριότητα του Κόμματος στις τάξεις των κομματικών μελών και στο λαό (…).
Για το ζήτημα των Αγγλων: Δεν πρέπει να ξεχνάμε το ζήτημα της ανεξαρτησίας της χώρας. Κάθε φορά που τίθεται το ζήτημα από τη σκοπιά αυτή, πρέπει να υπογραμμίζουμε ότι η αγγλική επέμβαση δεν εξυπηρετεί την ομαλή πολιτική ανάπτυξη της χώρας».3
Την ίδια μέρα, συνεδρίασε και η ΚΕ του ΕΑΜ, η οποία ενέκρινε ομόφωνα τη Συμφωνία.4
Στις 15 Φλεβάρη η ΚΕ του ΕΛΑΣ εξέδωσε προκήρυξη για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ. Απευθυνόμενη στους μαχητές του ΕΛΑΣ, ανάμεσα σε άλλα, σημείωνε:
«Η συμφωνία της 12ης Φλεβάρη τερματίζει τον ένοπλο αγώνα σας. Τώρα, ήλθε η ώρα να καταθέσετε με τιμή τα δοξασμένα όπλα σας. Ομως το έργο σας δεν ολοκληρώθηκε. Ο δεύτερος μεγάλος σκοπός του αγώνα μας, η κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας και η δημιουργία των προϋποθέσεων εκείνων που θα εξασφαλίσουν την ανεμπόδιστη δημοκρατική εξέλιξη του τόπου, περιμένει την πραγματοποίησή του».5
Την ίδια μέρα εκδόθηκε και η σχετική Ημερήσια Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ. Οπως αναφέρει ο Στ. Σαράφης, ο Α. Βελουχιώτης αρνήθηκε αρχικά να υπογράψει τη διαταγή. Τότε ο Σαράφης του είπε πως, αν δεν την υπογράψει αυτός, τότε δεν θα την υπέγραφε και ο ίδιος, ζητώντας του να αποτανθεί στο Κόμμα. Το ίδιο βράδυ, ο Βελουχιώτης συνυπέγραψε τη διαταγή.6
Σε τηλεγράφημα που στάλθηκε στις 15 Φλεβάρη αναφέρονταν τα άμεσα καθήκοντα των ΚΟ του ΚΚΕ ως εξής:
«Σ’ όλα τα μέλη μας, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ αναλυθεί συμφωνία και οι λόγοι που επέβαλαν υπογραφή της -στοπ- Βασικές κατευθύνσεις -στοπ- πάλη για δημοκρατικές ελευθερίες και εξέλιξη Χώρας -στοπ- Διατήρηση ενότητας συμμαχικού αγώνα γραμμές ΕΑΜ και δημιουργία πλατιού πανδημοκρατικού μετώπου -στοπ- Διαφώτιση Κόμματος και λαού σημερινές συνθήκες πρώτιστο καθήκον -στοπ- οργανωτικά προβλήματα αποκτούν σήμερα αποφασιστική σημασία -στοπ- Ανάγκη εξασφαλιστεί λειτουργία και προφύλαξη οργανώσεων και τεχνικού μηχανισμού -στοπ- πάρουμε μέτρα σ’ επιστράτευση οργανώνοντας εθνοφυλακή κομμ. δυνάμεις κατά υπόδειγμα παλιού AMI -στοπ- βασική προϋπόθεση πραγματοποίησης καθηκόντων μας είναι η σύνδεσή μας με τις μάζες -στοπ- συγκεκριμένες πράξεις τρομοκρατίας Κυβέρνησης Πλαστήρα πρέπει ξεσκεπάζονται καθημερινά από οργανώσεις -στοπ- Χαρακτηρισμός κυβέρνησης Πλαστήρα φασιστικής σήμερα όχι ορθός -στοπ- οργανώσεις μας με προσωπική ευθύνη γραμματέων περιοχής και σε συνεργασία καπεταναίους διαφυλάξουν σημαντικό μέρος οπλισμού -στοπ- Επίσης διαφυλάξουν τρόφιμα και άλλη περιουσία ΕΛΑΣ λ/σμο Πολ. Γραφείου -στοπ- Πρέπει γίνουν συνελεύσεις ανταρτών όπου εξηγηθεί γιατί διαλύθηκε ΕΛΑΣ και καθήκοντα ελασιτών με γυρισμό τους πόλεις και χωριά -στοπ- εξηγηθεί ελασίτες ότι θα δημιουργήσουμε συλλόγους αγωνιστών εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου 1941-1944 όπου θα μπούνε όλοι ελασίτες φαντάροι αξιωματικοί».7
Στις 18 Φλεβάρη η καθοδήγηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ επέστρεψε στην Αθήνα. Στα Τρίκαλα παρέμεινε η ΚΕ του ΕΛΑΣ για την τήρηση των στρατιωτικών όρων της Συμφωνίας. Τα μέλη της ΚΕ του ΕΛΑΣ – μεταξύ τους και ο Γ. Σιάντος – επέστρεψαν στην Αθήνα μαζί με τον ΓΣ του ΕΛΑΣ στις 4 Μάρτη.
Ο «Ριζοσπάστης», που έως τότε εκδιδόταν στα Τρίκαλα, άρχισε να τυπώνεται και πάλι στην πρωτεύουσα στις 20 Φλεβάρη (από τις 3 – 18 Φλεβάρη κυκλοφορούσε τοπική έκδοση Αθήνας του «Ριζοσπάστη»).
Η συγκέντρωση των όπλων του ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε σε 32 πόλεις, όπου ο ΕΛΑΣ παρέδωσε περισσότερα όπλα από όσα είχε δεσμευτεί: «Από τα 42.500 όπλα που είχε αναληφθεί υποχρέωση παραδίδονται 49.200».8
Υπήρχαν και άλλα όπλα τα οποία έκρυψε ο ΕΛΑΣ σε διάφορες τοποθεσίες ανά την Ελλάδα, σύμφωνα και με τις παραπάνω οδηγίες προς τις ΚΟ του Κόμματος. 9
Σε λιγότερο από 48 ώρες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας, οι επιθέσεις στα γραφεία της «Ελεύθερης Ελλάδας» και του «Ριζοσπάστη» (στις 13 και 14 Φλεβάρη αντίστοιχα), προμήνυαν τι θα επακολουθούσε. Ανήμερα της υπογραφής, η κυβέρνηση Πλαστήρα φρόντισε να ανασυστήσει το υφυπουργείο Ασφαλείας…
Η ηγεσία του ΚΚΕ έπρεπε να απορρίψει και την παραμικρή ιδέα για την παράδοση των όπλων και τη διάλυση του ΕΛΑΣ. Ομως, στις 28 Φλεβάρη 1945 ο ΕΛΑΣ αποστρατεύθηκε.
Στις 24 Μάρτη, ο Αρης με επιστολή του στην ΚΕ σημείωνε:
«Οπως πιστεύω θα έχετε πεισθεί και σεις τώρα πως οι Ελληνες αντιδραστικοί και οι Αγγλοι κατακτητές δεν έχουν καμιά πρόθεση να εφαρμόσουν έστω κι αυτή την ετεροβαρή επιζήμια στα συμφέροντα του λαού μας και μη δίδουσα καμιά εγγύηση για το σεβασμό των ελευθεριών του λαού μας, συμφωνία της Βάρκιζας (…) πρόθεσή τους είναι (…) να οργανώσουν και να διεξάγουν με πλεονεκτικές γι’ αυτούς συνθήκες τον εμφύλιο πόλεμο μ’ όλα τα μέσα (…) δεν είναι αργά. Αργότερα σίγουρα θα είναι πολύ αργά και θα χρειαστούν τεράστιες θυσίες σε κόπους και σε αίμα για ν’ αρχίσει κάτι σοβαρό. (…) μην αυταπατάστε ότι τα όπλα που κρύψαμε θα μπορέσετε αργότερα να τα χρησιμοποιήσετε. Οχι. Θα τα βρούνε σε λίγο οι εθνοφύλακες. Χρησιμοποιήστε τα – έστω και μέρος τους – από τώρα. Πρέπει να ξαναπάρει τα όπλα ο ΕΛΑΣ (…) ενεργήστε σύντομα και δραστήρια».10
Οι παράγοντες που οδήγησαν στην υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, πέρα από τη σταθερή ηττοπαθή άποψη ότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ δεν μπορούσαν να διεξάγουν αγώνα κατά των Αγγλων με θετικό αποτέλεσμα, ήταν πρωταρχικά: Η εμμονή στην κοινοβουλευτική στρατηγική της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης», σε συνάρτηση και με την πίεση των συμμάχων του ΚΚΕ στο ΕΑΜ να υπογραφτεί συμφωνία, άρα η οπορτουνιστική άποψη ότι σε αυτήν την περίπτωση το ΕΑΜ θα διαλυθεί και το ΚΚΕ θα βρεθεί απομονωμένο.
Ακριβώς ένα χρόνο μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, συνήλθε στην Αθήνα η 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που αποφάσισε τελικά την προοδευτική έναρξη του ένοπλου αγώνα.
Ουσιαστικά διδάγματα
Με αφορμή τη Συμφωνία της Βάρκιζας, ανάμεσα στις πολλές ερμηνείες που έχουν διατυπωθεί για την ήττα του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ το Δεκέμβρη του 1944, αναφέρονται και τα περί ανικανότητας του κομματικού ηγετικού πυρήνα, έλλειψης πολιτικής διορατικότητας, αρνητικού επηρεασμού της ηγεσίας του ΚΚΕ από συμμαχικές δυνάμεις στο ΕΑΜ και άλλες παρόμοιες.
Οσο και αν τα παραπάνω αποτυπώνουν τη μία ή την άλλη πλευρά σε ένα σύνολο παραγόντων που οδήγησαν στην ήττα, παραγνωρίζουν ουσιαστικά διδάγματα που βγαίνουν γι’ αυτήν την περίοδο:
- Το Κόμμα μας δεν αντιμετώπισε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ως κρίκο για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, αλλά αυτονόμησε την πάλη ενάντια στους κατακτητές από την πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
- Το αβάσιμο της άποψης που λέει ότι η συμμετοχή του ΚΚ σε κυβέρνηση συνεργασίας αποτελεί σκαλοπάτι για να προχωρήσει το κίνημα σε πιο προωθημένους στόχους, αποδείχτηκε περίτρανα και πριν το Δεκέμβρη του 1944, με τη συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην κυβέρνηση Παπανδρέου («εθνικής ενότητας»). Παρά το γεγονός ότι ο λαός είχε και τα όπλα, έγινε ουρά των εξελίξεων που το άρμα τους έσυραν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις.
- Στην περίπτωση των εξελίξεων που ακολουθούσαν τη γερμανική κατοχή, η κατάκτηση της εργατικής εξουσίας προϋπέθετε διαχωρισμό των ΕΑΜικών δυνάμεων από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους των «συμμάχων» και της κυβέρνησης Παπανδρέου, γεγονός που θα όξυνε πολύ περισσότερο την ταξική πάλη. Προϋπέθετε ακόμα αναδιάταξη των συμμαχιών μέσα στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ σε βάση επαναστατική και μετατροπή των φύτρων εξουσίας (Λαϊκός Στρατός, Λαϊκή Δικαιοσύνη) σε όργανα της επαναστατικής δράσης. Ακόμα: Επρεπε να προετοιμαστεί το Κόμμα και ισχυρές λαϊκές δυνάμεις για την εφαρμογή σχεδίου κατάληψης της Αθήνας, μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Αυτό, σε συνδυασμό με αντίστοιχη δράση και συγκέντρωση δυνάμεων για την κατάληψη και άλλων βασικών κέντρων της χώρας, ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης.
- Το Κόμμα μας ήταν ιδεολογικά – πολιτικά ανέτοιμο για να διαμορφώσει τέτοιες εξελίξεις. Το στάδιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που είχε χαράξει η 6η Ολομέλεια της ΚΕ, το Γενάρη του 1934 (και επικύρωσε λίγο αργότερα το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ), αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία προσαρμόστηκε η στρατηγική του «αντιφασιστικού μετώπου», που υιοθέτησε το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ (8) (Δεκέμβρη 1935), σύμφωνα με τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ (Ιούλης – Αύγουστος 1935).
- Η στρατηγική των αντιφασιστικών μετώπων πάλης στηριζόταν στην ανάλυση ότι «…οι εργαζόμενες μάζες σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες είναι υποχρεωμένες σήμερα να διαλέξουν συγκεκριμένα όχι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και στην αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό». Με βάση αυτό, αμέσως μετά το 7ο Συνέδριο της ΚΔ και πριν από το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, η 4η Ολομέλεια της ΚΕ (27 – 28 Σεπτεμβρίου 1935) αποφάσισε ότι: «…το ΚΚΕ συνεργάζεται όχι μόνο με τα σοσιαλιστικά και αγροτικά κόμματα (…) αλλά και όλα τα άλλα κόμματα (…) που στέκονται σε μια ελάχιστη δημοκρατική – αντιφασιστική βάση (…) όπως των Φιλελευθέρων». Είχε προηγηθεί η απόφαση της ΚΕ (Αύγουστος 1935), η οποία έθετε το στόχο για… το σχηματισμό της αντιφασιστικής – δημοκρατικής κυβέρνησης», με τη συμμετοχή του ΚΚΕ. Η ουσία του 6ου Συνεδρίου, όπως και της 4ης Ολομέλειας ήταν: Μέσα από την πάλη κατά του μοναρχοφασισμού, στη δημοκρατική επανάσταση και μετά στο σοσιαλισμό. Με βάση την παραπάνω στρατηγική αντιμετώπισε το ΚΚΕ και τις εξελίξεις τον Δεκέμβρη του ’44.
- Μια σειρά επικριτές του Δεκέμβρη και του ΚΚΕ ισχυρίζονται ότι η πολιτική γραμμή του Κόμματος ήταν αντιφατική, επειδή, όπως λένε, κινούνταν ανάμεσα στην πολιτική λύση και τον ένοπλο αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας με τη βία. Ομως, η ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων, όπως είχε διαμορφωθεί προς το τέλος της Κατοχής, προϋπέθετε ταξική σύγκρουση, αιματηρή τρομοκρατία εκ μέρους της αστικής τάξης, ανεξάρτητα από το πόσο το συνειδητοποιούσε το ίδιο το Κόμμα. Και στις δύο πλευρές υπήρχαν χιλιάδες νεκροί και τεράστιες υλικές καταστροφές, ταυτόχρονα με το όργιο της πτωματολογίας και της προβοκάτσιας που οργάνωσαν οι Βρετανοί και οι εγχώριοι κρατικοί μηχανισμοί. Ποια ομαλότητα ήταν δυνατό να έρθει, για παράδειγμα, μετά από το δολοφονικό όργιο των οργάνων της αστικής τάξης, των λαομίσητων Ταγμάτων Ασφαλείας, εναντίον χιλιάδων αγωνιστών, ακόμα και ανθρώπων που δεν είχαν ενεργή ανάμειξη στην οργανωμένη πάλη;
Αλλωστε, ο αστικός πολιτικός κόσμος που αντιστεκόταν στους κατακτητές παίρνοντας το μέρος της βρετανικής πλευράς, συνέδεε την απελευθέρωση με τη διατήρηση της καπιταλιστικής εξουσίας. Παρέμεινε αταλάντευτος σε αυτήν τη θέση, ακόμα και τότε που δεν μπορούσε ούτε στην Αθήνα να έρθει από την Αίγυπτο, δίχως τον εγγλέζικο στρατό και τους συμβιβασμούς του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Το ΚΚΕ αντιμετώπισε τον ένοπλο αγώνα των 33 ημερών ως μέσο επίτευξης ενός στόχου που δεν έβγαινε από το πλαίσιο της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ομως η ταξική πάλη έχει τους δικούς της αδήριτους νόμους.
Σημείωση: Τα στοιχεία ανάλυσης για την πολιτική του ΚΚΕ σε σχέση με τη Συμφωνία της Βάρκιζας αντλήθηκαν από το βιβλίο «Δεκέμβρης του ’44, Κρίσιμη ταξική σύγκρουση (άρθρα και ντοκουμέντα)», Συλλογικό – επιμέλεια: Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Σύγχρονη Εποχή» 2014.
Παραπομπές:
1. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα τ. 5 σ. 411, 416.
2. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949 – 1968, Β’ τόμος, σελ. 624, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2012.
3. Εμφύλιος Πόλεμος: Εγγραφα από τα Γιουγκοσλαβικά και Βουλγαρικά Αρχεία, εκδ. «Παρατηρητής», Θεσσαλονίκη 1999, Βασίλης Κόντης – Σπυρίδων Σφέτας, Εγγραφο AJ, SKJ-CK, KMOV-Grcka, 1942-1947, IX 33/I-1-100 της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων και Επαφών της ΚΕ της Ενωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών.
4. «Ριζοσπάστης» 20 Φλεβάρη 1945.
5. Π. Πετρίδης, «Στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου» Σπάνια ντοκουμέντα του ΕΑΜ (1944 – 1947)», σελ. 157, εκδ. «Προσκήνιο», Αθήνα, 1998.
6. Στέφανος Σαράφης, «Μετά τη Βάρκιζα», σελ. 16, εκδ. «Επικαιρότητα», Αθήνα, 1979.
7. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 525983: Ραδ/τα Σιάντου – Ιωαννίδη προς τις ΚΟ του ΚΚΕ κατά τη μάχη του «Δεκέμβρη», 12/1944 – 2/1945, σελ. 9. Το συγκεκριμένο ραδιοτηλεγράφημα υπογράφει ο Ιωαννίδης.
8. ΕΑΜ «Λευκή Βίβλος. Παραβιάσεις της Βάρκιζας (Φλεβάρης – Ιούνης 1945)» στο Π. Πετρίδης (επ.) «Στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου. Σπάνια ντοκουμέντα του ΕΑΜ (1944 – 1947)» σελ. 179, εκδ. «Προσκήνιο», Αθήνα, 1998. Κατά τον Θ. Χατζή ο ΕΛΑΣ παρέδωσε 51.893 όπλα (Θανάση Χατζή, «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε (1941 – 1945)», τ. Γ’, σελ. 482, εκδ. «Παπαζήση», Αθήνα, 1979.
9. Σύμφωνα με τον Γ. Ιωαννίδη ο ΕΛΑΣ διέθετε συνολικά περί τα 70.000 όπλα. Γιάννης Ιωαννίδης, «Αναμνήσεις», σελ. 371, εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα, 1979.
10. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 139162: Γράμμα του Θανάση Κλάρα (Αρη Βελουχιώτη) προς τα μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ 24/3/1945, σελ. 1 – 9.
Πηγή:
Ριζοσπάστης