του Γιώργου Τσιάρα
«Ωραία τα κείμενά σου Γιώργο, αλλά πολύ “μαύρα”, ρε παιδί μου, πολύ απαισιόδοξα... Ο κόσμος θέλει ελπίδα!», μου έλεγε πριν από λίγες μέρες ένας πολύ κοντινός μου άνθρωπος -και δεν ήταν ο πρώτος.
Μάταια προσπάθησα να του εξηγήσω πως η κατασκευή και το εμπόριο των ελπίδων, το ελπιδεμπόριο που λέει κι ένας φίλος, είναι δουλειά των πολιτικών και των διαφημιστών της «σχολής» Μπερνέζ, όχι των δημοσιογράφων: δουλειά δικιά μας, έτσι τουλάχιστον όπως την καταλαβαίνω εγώ στα είκοσι τόσα χρόνια που την κάνω, είναι να αποδομούμε τους μύθους, όχι να τους παράγουμε, ούτε να τους μεγεθύνουμε.
Αλλιώς είμαστε φτηνοί μακιγιέρ, παρατρεχάμενοι πλασιέ της κάθε μικρής και μεγάλης εξουσίας.
Οχι ότι δεν έχω κάνει κι εγώ τις «κουτσουκέλες» μου: μόνο αναμάρτητος δεν είμαι. Ολοι έχουμε ανάγκη την ελπίδα ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, την προοπτική ότι κάτι, κάποτε θα αλλάξει -η ζωή θα ήταν απολύτως ανυπόφορη χωρίς αυτήν την προσδοκία, σ’ αυτό δεν μπορώ να διαφωνήσω.
Μπορεί, κοντολογίς, να μην παράγω προσδοκίες, αλλά τις καταναλώνω ευχαρίστως, όπως όλος ο κόσμος, και ενίοτε τις αναπαράγω.
Το έκανα το περασμένο καλοκαίρι με το δημοψήφισμα, το έκανα παλιότερα με τα κινήματα των πλατειών σε Ελλάδα και Ισπανία και, βέβαια, με άλλα αντίστοιχα γεγονότα που κατά καιρούς με ενέπνευσαν, όπως π.χ. οι λαϊκοί ξεσηκωμοί στον αραβικό κόσμο, την Ισλανδία, την Αργεντινή, τη Βενεζουέλα...
Σήμερα όμως, στα χασομέρια μιας συγκλονιστικής αλλά εν τέλει βαθύτατα απογοητευτικής χρονιάς για την Αριστερά και τα λαϊκά κινήματα στη χώρα μας και όχι μόνο, δεν βρίσκω πουθενά κάποια εξέλιξη που να μου δίνει «πάτημα» για αισιοδοξία, έστω και τραβηγμένη απ’ τα μαλλιά.
Για τα καθ’ ημάς, δεν χρειάζεται νομίζω να πω πολλά: μετά τη «συνθηκολόγηση» του Ιουλίου, και ιδίως μετά τις φθινοπωρινές εκλογές-εξπρές (του μεσονυκτίου...), η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛΛ κάνει ακριβώς όσα ορκιζόταν πως θα αποτρέψει, περιλαμβανομένων και όλων των μέτρων που οι επαχθείς ΣαμαροΒενιζέλοι δεν τόλμησαν καν να φέρουν στη Βουλή, ακόμη και την εποχή που μαζί με τον Καρατζαφέρη ήλεγχαν απόλυτα το κοινοβουλευτικό παιχνίδι.
Από την εποχή των μειωμένων προσδοκιών περάσαμε εν ριπή οφθαλμού στην εποχή της μειωμένης κυριαρχίας και της αποθέωσης του δόγματος ΤΙΝΑ.
Σαν να διαβάζεις το «Δόγμα του Σοκ» της Ναόμι Κλάιν, αλλά ανάποδα -από το τέλος προς την αρχή, και με κυβέρνηση που ενώ εξακολουθεί να δηλώνει αριστερή... αναγκάζεται, η καημένη, να εφαρμόζει τα πιο σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα!
Τι να λέμε τώρα. Το καρνέ με τα πονηρά προαπαιτούμενα έχει πάρει φωτιά. Πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας; Τσεκ.
«Πακετάρισμα» των «κόκκινων» δανείων και ξεφόρτωμα στους «γύπες»; Τσεκ.
Ξεπούλημα λιμανιών και αεροδρομίων μπιρ παρά στους ξένους; Τσεκ.
Ανακεφαλαιοποίηση ξανά-μανά των τραπεζών προς όφελος των ξένων funds και σε βάρος του κράτους και των μικρομετόχων; Τσεκ.
Χιλιάδες ξένοι φαντάροι στο Αιγαίο για να φυλάνε την τάφρο του «φρουρίου Ευρώπη» και να εμποδίζουν τους πρόσφυγες, που πνίγονται κατά εκατοντάδες επειδή δεν μπορούν να περάσουν από τον Εβρο; Τσεκ.
Ακόμα μεγαλύτερο τσεκούρι στο ασφαλιστικό, στα εναπομείναντα κουρελιασμένα εργασιακά δικαιώματα, στις δημόσιες δαπάνες για παιδεία και υγεία; Τσεκ -αλλά από του χρόνου, μη μας πέσουν όλα μαζί.
Οσο για το «παράλληλο πρόγραμμα», αυτό το τραγικό απομεινάρι του αλήστου μνήμης «Προγράμματος της Θεσσαλονίκης», και έσχατο φύλλο συκής της «Δεύτερη Φορά Αριστεράς», ένα νεύμα των επικυρίαρχων ήταν αρκετό για να ξαναμπεί άρον άρον στο συρτάρι, αν όχι στο καλάθι των αχρήστων. Γην και ύδωρ!
Και μη βγει κανείς να μου πει πως κάνω αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Δεν άλλαξα εγώ -τα ίδια πράγματα γράφω για τα μνημόνια του ΔΝΤ και της Σχολής του Σικάγου είκοσι χρόνια τώρα, από τον καιρό που δούλευα στον «Επενδυτή» και τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο».
Δεν κρίνω τους πολιτικούς, ως πρόσωπα μου είναι αδιάφοροι -τις πολιτικές τους κρίνω, και μάλιστα μέσα από την παγκόσμια ματιά που μου επιτρέπει το κουραστικό, κακοπληρωμένο, αλλά υπέροχο επάγγελμά μου.
Οι κυβερνώντες άλλαξαν, και όσοι ακόμη τους υπερασπίζονται. Τον Ιούλιο έγινε πραξικόπημα στην Ελλάδα -soft πραξικόπημα, χωρίς τανκς, αλλά πραξικόπημα.
Και δεν χρειάζεται καν να επιχειρηματολογήσω: αρκεί να περάσει κανείς μισή ωρίτσα στο YouTube, αναζητώντας τις φλογερές δηλώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού και των στενότερων συνεργατών και υπουργών του ενάντια σε όλα τα παραπάνω αναφερθέντα μνημονιακά προαπαιτούμενα, μέχρι και τις 13 του περασμένου Ιουλίου, και θα πειστεί απολύτως όχι μόνο για την οβιδιακή μεταμόρφωσή τους, αλλά και για τη ζημιά που έκαναν και κάνουν στην ελληνική και την ευρωπαϊκή Αριστερά.
Ευρωπαϊκή Αριστερά... Υπάρχει, αλήθεια, τέτοια δύναμη σήμερα; Και ποια είναι αυτή -σίγουρα όχι οι από χρόνια μεταλλαγμένοι Σοσιαλδημοκράτες Γκάμπριελ, Ολάντ, Ρέντσι, Σάντσεθ και Κόστα, με τους οποίους ερωτοτροπεί σήμερα ο μνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ.
Μήπως είναι οι Podemos ή το πορτογαλικό Μπλόκο; Μακάρι, αλλά δεν μου γεμίζουν το μάτι -και σε κάθε περίπτωση δεν μπο
ρούν να ασκήσουν πραγματική πολιτική, στην καλύτερη θα λειτουργήσουν σαν... Κουβέληδες, κοινοβουλευτικά δεκανίκια σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων.
Την ίδια ώρα που η (ακρο-)Δεξιά καλπάζει παντού. «Εκανα λάθος, δεν μπορείς να αλλάξεις την Ευρώπη μόνος σου», μας λέει τώρα περίλυπος ο νεοφιλε-left Τσίπρας. Και επειδή δεν μπορεί να αλλάξει την Ευρώπη, αλλάζει τα φώτα στην Ελλάδα!
Αλλά και παραπέρα να πάει κανείς, να περάσει τον Ατλαντικό και να πάει στον υποτιθέμενο «αριστερό παράδεισο» της Λατινικής Αμερικής, εκεί που την τελευταία δεκαπενταετία έγιναν πράγματα και θάματα χάρη στη λαϊκή αποστροφή που προκάλεσαν οι νεοφιλελεύθερες λύσεις, βλέπεις ότι τίποτε δεν πάει καλά: η Αργεντινή ξανάβγαλε δεξιό πρόεδρο ύστερα από δώδεκα «αριστερά» χρόνια, στη Βενεζουέλα η νέα Βουλή είναι... καραδεξιά, στη μεγάλη Βραζιλία η Ντίλμα παραπαίει υπό το βάρος των σκανδάλων.
Και στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη δύναμη όλων, προηγείται στην κούρσα για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών ένας επικίνδυνος ακροδεξιός σαλτιμπάγκος, ο Ντόναλντ Τραμπ!
Ολα μαύρα, λοιπόν; Καμιά αχτίδα; Ναι -αν η πολιτική και η οικονομία είναι ο μόνος γνώμονας, μαύρη μαυρίλα πλάκωσε.
Αλλά, ευτυχώς, η ζωή δεν είναι μόνο πολιτική. Η ζωή είναι αλληλεγγύη, συλλογικότητα, φιλία -είναι το φιλί των ερωτευμένων, το κλάμα του νεογέννητου παιδιού, η χαρά της δημιουργίας, από το πιο ταπεινό ώς το πιο μεγαλειώδες.
Η ζωή είναι κύκλος, φθορά και αναγέννηση, σήψη και νιότη. Κι αν έμαθα κάτι, όλα αυτά τα χρόνια, είναι ότι η δράση γεννά αντίδραση, και η βία αντιβία.
Και ότι τα μεγάλα κινήματα, οι λαϊκές εξεγέρσεις -ειρηνικές και μη- που αλλάζουν μακροπρόθεσμα -συχνά μέσα από τις ήττες τους- τις κοινωνίες και τον κόσμο, δεν σχεδιάζονται στα γραφεία των εκάστοτε εξουσιαστών, ούτε καταλαβαίνουν από μνημόνια και συνθήκες.
Αυτή είναι η ελπίδα μου.
Πηγή:
Εφημερίδα των Συντακτών