Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Το σύνορο του ανθρωπισμού



του Χάρη Χρόνη

Το να δώσει κάποιος ένα ποτήρι νερό σε κάποιον που χτυπά την πόρτα του ζητώντας βοήθεια, πριν τον ρωτήσει πώς τον λένε και από πού έρχεται (και γνωρίζοντας ότι αυτό συνοδεύεται από ένα σχετικό «ρίσκο», συγκριτικά ας πούμε με το να μην ανοίξει την πόρτα του καθόλου), συνιστά μια έμπρακτη αναγνώριση και απόδοση προτεραιότητας στην κοινή ανθρώπινη κατάσταση...
Δεν είναι τυχαίο ότι οι αποκλίνουσες στάσεις μας απέναντι στην πραγματικότητα της παρουσίας των προσφύγων φέρνουν στην επιφάνεια ιδιαίτερη ένταση. Θα ήταν λάθος να υποθέσουμε ότι πρόκειται για μια ένταση που μπορεί να επιλυθεί μέσα από την ανταλλαγή επιχειρημάτων, την επίκληση διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, τις διαβεβαιώσεις περί υγειονομικής ασφάλειας κ.λπ. Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε ένα υπόστρωμα κοινής αντίληψης των πραγμάτων, εδώ όμως μάλλον έχουμε να κάνουμε με μια ασυμφωνία ακριβώς σε ένα βασικό επίπεδο πρόσληψής τους. Το ζήτημα δεν είναι τόσο ο μη σεβασμός από κάποιους συμπολίτες των δικαιωμάτων κάποιων άλλων όσο η υπενθύμιση ότι ο τρόπος που κατανοούμε τον ίδιο τον εαυτό μας προϋποθέτει την πολιτική υπεράσπισή του απέναντι σε αντίπαλους τρόπους, που τον καταργούν, απειλώντας έτσι την πολιτική ύπαρξη όσων τον φέρουμε.
Το να δώσει κάποιος ένα ποτήρι νερό σε κάποιον που χτυπά την πόρτα του ζητώντας βοήθεια, πριν τον ρωτήσει πώς τον λένε και από πού έρχεται (και γνωρίζοντας ότι αυτό συνοδεύεται από ένα σχετικό «ρίσκο», συγκριτικά ας πούμε με το να μην ανοίξει την πόρτα του καθόλου), συνιστά μια έμπρακτη αναγνώριση και απόδοση προτεραιότητας στην κοινή ανθρώπινη κατάσταση που τον δένει μαζί του - κάτι που δεν εξαντλείται στη συμφωνία μιας τέτοιας συμπεριφοράς με κάποιον ηθικό ή άλλο κώδικα συμπεριφοράς, αλλά που μάλλον θέτει το ίδιο τον προσανατολισμό που ένας τέτοιος κώδικας οφείλει να έχει. Δεν έχουμε να κάνουμε, σε αυτές τις διαμάχες, με ένα ζήτημα διαφοράς σε βαθμούς οίκτου και φιλανθρωπίας, όσο μάλλον με την πρόσκρουση σε μια «ασύμμετρη» κατανόηση του ίδιου του εαυτού μας και των σχέσεων που συνιστούν την ανθρώπινη ταυτότητά μας.
Η οικεία ατάκα «αν τους αγαπάς τόσο να τους πάρεις σπίτι σου» αντιμετωπίζει αντίθετα τη φιλόξενη ή μη στάση απέναντι στον πρόσφυγα σαν ένα ζήτημα διαφορετικού τύπου, τέτοιου που να προσδιορίζεται από τις ιδιαίτερες ανάγκες και προτιμήσεις του καθένα. Δεν αποτελεί έτσι κάποιου τύπου επιχείρημα, όσο μάλλον ευθεία επίθεση σε ένα πλαίσιο ορισμών που αποτελεί όρο πολιτικής ύπαρξης εκείνου που καταλαβαίνει την ανοικτή πόρτα του -ανεξάρτητα από το πόσο τους «αγαπά» και ανεξάρτητα από τις συμβατικές υποχρεώσεις του-, σαν περίπου αυτονόητο αίτημα που απορρέει από το τι σόι πράγμα είναι ο ίδιος, αλλά επίσης και εκείνος που του επιτίθεται. Με αυτήν την έννοια η επίθεση δεν στρέφεται απλώς ενάντια σε μια προσωπική επιλογή του «φιλόξενου», αλλά ακόμα περισσότερο αρνείται το ευρύτερο σύστημα νοηματοδοσίας του κόσμου του.
Έτσι τα ζητήματα που συνδέονται με την παρουσία των προσφύγων, την ίδια στιγμή που είναι εξόχως πολιτικά, δεν έχουν τόσο να κάνουν με τη διαχείριση μιας δεδομένης πραγματικότητας όσο κυρίως με τους βασικούς τρόπους πρόσληψης αυτής της πραγματικότητας, οι οποίοι θέτουν τους πολιτικούς ορίζοντες εκείνων που τους φέρουν. Δεν είναι παράξενο λοιπόν που ορίζουν μέτωπα που εκτείνονται πέρα από τους «επιφανειακούς» πολιτικούς διαχωρισμούς, μέτωπα στα οποία μια καιροσκόπος αντιπολιτευτική τακτική μπορεί να επενδύει, παρά τους όποιους απενοχοποιητικούς φιλελεύθερους μανδύες της. Αν όμως η πολιτική αντιπαλότητα σε ένα τέτοιο επίπεδο θίγει την ίδια την πολιτική συγκρότηση των αντιπαρατιθέμενων, μπορεί κανείς να ελπίζει σε μια έλλογη διευθέτησή της;
Δεν έχουμε όμως εδώ να κάνουμε απλά με δυο γνώμες ή με «δυο άκρα» που θα χωρίζονταν από μια συμμετρική καθαρότητα, ώστε να μπορεί να επικρατήσει εκείνη του πιο πειστικού, ή του πιο δυνατού, ή ίσως του πιο όμορφου, αλλά μάλλον με διαφορετικές αξιώσεις κατανόησης της πραγματικότητας και της θέσης μας μέσα σε αυτήν. Το ποιοι πραγματικά είμαστε θα κρίνει -και κρίνει συνέχεια- το αν έχουμε δίκιο εμείς ή ο τσαμπουκαλεμένος κύριος με το λουκέτο. Η ιδιομορφία εδώ είναι ότι το ποιοι πραγματικά είμαστε είναι κάτι που το «φτιάχνουμε» κάθε στιγμή. Και σε αυτό έγκειται μια πρώτη αντικειμενική δικαίωση όσων σέβονται αυτήν την ιδιαζόντως ανθρώπινη δυνατότητα της αυτοσυγκρότησης πριν και πέρα από κάθε σημαία και σύνορο.

Ο Χάρης Χρόνης είναι Δρ του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου

Πηγή: Η Αυγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου