του Γιάννη Γούναρη
Η εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν στη γαλλική προεδρία τον περασμένο Μάιο έγινε δεκτή με αναστεναγμούς ανακούφισης στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Το κλίμα που καλλιεργήθηκε έτεινε υπέρ της νίκης του «ευρωπαϊσμού» επί του «λαϊκισμού» και υπέρ της αντιστροφής του κακού κλίματος για την Ευρωπαϊκή Ενωση που θα μπορούσε, πλέον, να προχωρήσει μπροστά με ταχύ βήμα, θεραπευμένη από το τραύμα του Brexit.
Ο Μακρόν παρουσίασε το ρηξικέλευθο σχέδιό του για την Ευρώπη στη Σορβόνη, στις 26 Σεπτεμβρίου. Τον ίδιο ενθουσιασμό απέπνεε και η ετήσια ομιλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 13 Σεπτεμβρίου, η εισαγωγή της οποίας είχε τον μάλλον εξωπραγματικό τίτλο «Ο αέρας στα πανιά μας».
Πόσο γρήγορα, όμως, έρχεται η πραγματικότητα να διαλύσει και τις πιο προσεκτικά σχεδιασμένες αυταπάτες: δύο μόλις μέρες πριν από την ομιλία του Μακρόν, οι γερμανικές εκλογές είχαν αναδείξει το ακροδεξιό αντιευρωπαϊκό κόμμα AfD τρίτη πολιτική δύναμη.
Εν τω μεταξύ, στην Αυστρία, το δεξιό κόμμα ÖVP, υπό την ηγεσία ενός επίδοξου «μικρού Μέτερνιχ» ονόματι Σεμπάστιαν Κουρτς, φαίνεται πρόθυμο να συγκυβερνήσει με το FPÖ, ένα κόμμα που ιδρύθηκε από ατιμώρητους Αυστριακούς ναζί, την ακροδεξιά ρητορική και ατζέντα του οποίου, άλλωστε, έχει υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό η «κανονική» αυστριακή Δεξιά, φαινόμενο όχι ξένο σε δεξιά κόμματα αρκετών ευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Μάλιστα, εάν επιβεβαιωθεί το σενάριο μιας συγκυβέρνησης ÖVP - FPÖ, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να ενταχθεί η Αυστρία στην ομάδα των κρατών του Βίζεγκραντ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία), αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο στην πιο ευρωφοβική αντισυσπείρωση κρατών στη σημερινή Ευρώπη, με τις γνωστές ακραίες θέσεις στο προσφυγικό-μεταναστευτικό.
Οπωσδήποτε, η προοπτική ενεργότερης ανάμειξης της Αυστρίας στην Κεντρική Ευρώπη και στα Βαλκάνια ικανοποιεί τις εθνικιστικές ψευδαισθήσεις μεγαλείου που τρέφει αυτή η μάλλον μικρή χώρα, νοσταλγώντας το πάλαι ποτέ αυτοκρατορικό της παρελθόν. Η εικόνα ολοκληρώνεται με την καταλανική κρίση που κατέδειξε πως οι αποσχιστικές τάσεις δεν είναι το θλιβερό προνόμιο κρατών της Ανατολικής Ευρώπης ή των Βαλκανίων.
Οπως φαίνεται, κανείς δεν συμμερίζεται ιδιαίτερα τον φεντεραλιστικό οίστρο του Γιούνκερ, ενώ το όραμα του Μακρόν προσκρούει, όπως ήταν αναμενόμενο, στο γρανιτένιο τείχος της γερμανικής άρνησης, περισσότερο ενισχυμένο από την προοπτική της συγκυβέρνησης του CDU με το -επίσης ευρωσκεπτικιστικό- FDP.
Με αυτά τα δεδομένα, αναρωτιέται κανείς τι, ακριβώς, ευαγγελίζονται οι θιασώτες τής άνευ όρων περαιτέρω ευρωπαϊκής ενοποίησης, χωρίς να μας διαφωτίζουν περισσότερο πάνω στα πραγματικά σημαντικά ερωτήματα: ενοποίηση με ποιους, προς όφελος τίνος, με ποιες διαδικασίες, με ποια νομιμοποίηση, με ποιον σκοπό και σε ποια κατεύθυνση; Ποια, ακριβώς, είναι αυτή η Ευρώπη που θέλουν να φτιάξουν; Διότι, αυτό που προκύπτει από τα δεδομένα είναι ότι από την όλη -αναμασημένη- φιλολογία περί της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων, το μόνο που θα προκύψει είναι η θεσμική κατοχύρωση της τεχνοκρατικής τυραννίας εντός του ευρω-πυρήνα, την οποία βίωσε η Ελλάδα στην πιο άγρια εκδοχή της επί μία επταετία.
Ας μην έχουμε αμφιβολία ότι αυτό κρύβεται πίσω από το σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (και όχι μόνο) περί αναβάθμισης του ESM σε «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο» με αποστολή την περιφρούρηση και τη σιδερένια επιβολή του δόγματος της λιτότητας, σε συνδυασμό με την κάθετη άρνηση της Γερμανίας να συζητήσει «πρόωρες» προτάσεις περί εκδημοκρατισμού και λογοδοσίας της ευρωζώνης ή, ακόμα χειρότερα, περί μεταφοράς πόρων με στόχο την οικονομική σύγκλιση ή περί αμοιβαιοποίησης του χρέους και ελάφρυνσης των υπερχρεωμένων κρατών-μελών.
Αυτονόητα, οι λαοί της Ευρώπης είναι ένα ενοχλητικό εμπόδιο στην πραγμάτωση αυτών των μεγαλόπνοων σχεδίων, εξ ου και η αναβίωση της ρητορικής περί «εθνολαϊκισμού» που επιδιώκει να εξομοιώσει ύπουλα την κριτική για τον αντιδημοκρατικό κατήφορο της Ευρώπης με την εκ νέου ανάδυση του φάσματος της Ακροδεξιάς και του φασισμού που τροφοδοτείται, εν πολλοίς, από αυτόν ακριβώς τον κατήφορο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψεύδος από την ταύτιση της συνηγορίας υπέρ της λαϊκής κυριαρχίας και της συνταγματικής αυτονομίας των ευρωπαϊκών κρατών με τον εθνικισμό. Στην πραγματικότητα, οι ακόμα μεγαλύτερες δόσεις από αυτή την τοξική Ευρώπη είναι αυτές που θα τη βάλουν σε τροχιά απαξίωσης και αποδόμησης.
Στον αντίποδα, ένας σύγχρονος αναστοχασμός του Ευρωπαϊκού Φαινομένου οφείλει να έχει αφετηρία την παραδοχή ότι η δημοκρατία ενυπάρχει στα εθνικά Συντάγματα των ευρωπαϊκών κρατών, καθώς δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την άσκησή της σε μια υπερεθνική διάσταση. Και ότι, συναφώς, η παραχώρηση περισσότερου δημοκρατικού (και δημοσιονομικού) χώρου στα ευρωπαϊκά κράτη είναι η ορθή επιλογή. Αυτό ουδόλως συνεπάγεται εγκατάλειψη της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και συνεργασίας με στόχο την ειρήνη και την ευημερία στην ήπειρό μας: το αντίθετο, συνιστά προϋπόθεση για την ομαλή συνέχισή της.
* δικηγόρος, διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατόχου LL.M. από το London School of Economics
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου