Τρεις είναι οι λόγοι που με οδήγησαν να δω τη συγκεκριμένη ταινία του ιδιόρρυθμου σκηνοθέτη Μόρις Πιαλά. Πρώτα απ' όλα με τράβηξε ο εμπρηστικός της τίτλος. Η ταινία βασίστηκε στο βιβλίο του Ζορζ Μπερνανός ο οποίος συγκλόνισε το κοινό τόσο μέσα από τα βιβλία του όσο και μέσα από την πολιτική του αρθρογραφία. Επίσης είχα μεγάλη περιέργεια να παρακολουθήσω την ταινία που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα, τον οποίο διεκδικούσαν τα πολυαγαπημένα "Τα Φτερά του Έρωτα" του Βιμ Βέντερς και η "Κοιλιά του Αρχιτέκτονα" του Πίτερ Γκρινάγουεϊ. Τέλος ήθελα να μάθω τους λόγους που η ταινία αυτή γιουχαΐστηκε από το κοινό τόσο κατά τη διάρκεια της προβολής όσο και στην ώρα της απονομής, κάτι που εξόργισε τον σκηνοθέτη, ο οποίος απάντησε πως "όπως δεν άρεσε στο κοινό η ταινία, έτσι και σε εκείνον δεν αρέσουν οι συγκεκριμένοι θεατές". Ένα αντίστοιχο περιστατικό είχε συμβεί κατά τη διάρκεια προβολής της ανεπανάληπτης "Περιπέτειας" του Μικελάντζελο Αντονιόνι. Με όλα τα παραπάνω στοιχεία, αφιέρωσα ένα βράδυ σε έναν από τους πιο αμφιλεγόμενους νικητές του Χρυσού Φοίνικα. Οι τίτλοι τέλους με βρήκαν αποσβολωμένο στον καναπέ να προσπαθώ να συνθέσω τα σημεία της ταινίας που σε μάγεψαν κι αυτά που με ανατρίχιασαν. Είναι βέβαιο πως η ταινία δεν χαρίζεται στους θεατές ούτε επιδιώκει να αρέσει. Αυτή της η στάση, της δίνει ένα πάτημα ειλικρίνειας κι αυθεντικότητας καθώς κύριος σκοπός της είναι να συγκλονίσει και να δώσει μπόλικη τροφή για σκέψη.
Κεντρικά πρόσωπα της συγκεκριμένης ιστορίας είναι ένας ιερέας που έχει χάσει την πίστη του και μια ανήλικη κοπέλα που μένει έγκυος και μες στον πανικό της δολοφονεί τον έναν της εραστή κι απειλεί τον άλλον σύντροφό της που είναι βουλευτής. Στο αδιέξοδό της, ζητά βοήθεια από τον ιερέα, ο οποίος με έναν ιδιόμορφο τρόπο προσέγγισης κι ανάλυσης του δράματός της, την οδηγεί στην αυτοκτονία. Ο ίδιος έχοντας χάσει την πίστη του κι έχοντας ήδη συναντηθεί με τον "Σατανά", μετατίθεται σε ένα άλλο χωριό. Εκεί γίνεται γρήγορα αγαπητός στο ποίμνιό του. Μια αγάπη που μετατρέπεται σε λατρεία όταν πραγματοποιεί ένα θαύμα. Ο ίδιος όμως εξακολουθεί να αρνείται τον θεό μέχρι το δικό του τέλος.
Η συγκεκριμένη ταινία με μάγεψε πρωτίστως για τον λυρισμό των διαλόγων. Βουβός παρακολουθούσα την ποιητική αφήγηση των προβληματισμών, των ανασφαλειών και των φόβων που έτρωγαν τα σωθικά των δυο πρωταγωνιστών. Η ηττοπαθής στάση του ιερέα απέναντι στο καθήκον κι η επιθετική αντίδραση της κοπέλας σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη, σκληρή κι άδικη δίνονται με μία πρωτότυπη αφήγηση που ίσως σε αρκετούς να φάνηκε κουραστική και βαρετή. Για μένα όμως ήταν η πιο ορθή προσέγγιση που θα μπορούσε να γίνει στους εσωτερικούς διαλόγους που κάνουμε πολλές φορές στη ζωή μας.
Επίσης μαγεύτηκα από τις υπέροχες εικόνες. Το ημίφως στα σκοτεινά δωμάτια μετέτρεπε τα πλάνα σε έργα τέχνης όπου το χρώμα, ο φωτισμός, τα αντικείμενα κι οι άνθρωποι πρόσφεραν την τέλεια ισορροπία. Έπειτα τα μακρινά πλάνα με τα εντυπωσιακά τοπία και την μαύρη φιγούρα του ιερέα να πλανιέται μέσα σ' αυτά δημιουργούσαν μία απροσδιόριστη αίσθηση ελευθερίας τη στιγμή που ο πρωταγωνιστής πάλευε με τους δαίμονές του. Σ' αυτήν την εσωτερική πάλη συναντιέται ο ιερέας με τον Σατανά. Δυο φιγούρες μοναχικές πορεύονται συζητώντας για τη στάση του κόσμου στα πρόσωπά τους. "Εγώ δε σε φοβάμαι" του λέει ο Σατανάς όταν τον προσεγγίζει τραβώντας την προσοχή αλλά και τη συμπάθεια του ιερέα, ο οποίος δεν αντιλαμβάνεται από την αρχή ποιον έχει δίπλα του. Από ανάγκη ανοίγεται και του εμπιστεύεται όλες του τις φοβίες και χωρίς να το αντιληφθεί συνάπτει μια συμφωνία μαζί του.
Η ταινία είναι γεμάτη συμβολισμούς. Θα μπορούσαμε κάλλιστα να αναγνωρίσουμε στο πρόσωπο της νεαρής κοπέλας την κοινωνία που ξυπνάει μετά από έναν αιώνιο λήθαργο και δολοφονεί το παλιό καθεστώς (την αριστοκρατία) και τρομοκρατεί το μέχρι τότε κυρίαρχο ανδρικό φύλο (ο φόβος στο βλέμμα του βουλευτή) υπενθυμίζοντάς του την έλευση της μέρας που θα ισχύσει η ισότητα των δύο φύλων. Αυτό όμως που ακόμη δε μπορεί να νικήσει είναι η θρησκεία που έχει βαθιά ριζώσει στην κοινωνία και στο πολιτικό καθεστώς. Γι' αυτό το λόγο η κοπέλα κομπλάρει στη συζήτηση με τον ιερέα. Η επιθετική της στάση μετατρέπεται σε αμυντική, κι όσο κυριεύεται από τα λόγια του ιερέα, τόσο περισσότερο νιώθει αδύναμη κι ασταθής.
Την ίδια στιγμή ο ιερέας υποδηλώνει το τέλος ή έστω την μεταβολή της μορφής των θρησκειών. Κουβαλάει πάνω του τον βρόγχο του παλιού, οδηγεί στο θάνατο την κοινωνία και με νέες δυνάμεις που δε μπορεί να προσδιορίσει και να ελέγξει ανασταίνει κάτι νέο. Γροθιά στο στομάχι τα τελευταία λόγια του που καλεί τον θεό να τον κρατήσει στη ζωή εφόσον είναι ακόμη χρήσιμος. Θα μπορούσε εύκολα ο θάνατός του να αποδοθεί σ' εκείνη τη σκηνή. Όμως ο συμβολισμός τον οδηγεί λίγο παραπέρα. Ο θάνατος τον βρίσκει σιωπηλά στο εξομολογητήριο. Φεύγοντας μαζί του παίρνει τις αμαρτίες του κόσμου που ακούει από το παραθυράκι.
Επίσης η ταινία κατάφερε να μου προκαλέσει μία μεγάλη δόση ανατριχίλας. Αναφέρομαι στη σκηνή της ανάστασης. Οι κινήσεις του ιερέα, το λευκό κρεβάτι που κυριαρχούσε στο σκοτεινό δωμάτιο, η γαλήνια όψη του νεκρού παιδιού, ο φωτισμός που ερχόταν από μια αδιόρατη πηγή της οροφής, τα λόγια που ακούστηκαν κι η περιβόητη σκηνή της ανάστασης προκάλεσαν ένα πρωτόγνωρο μούδιασμα σ' ολόκληρο το σώμα μου. Μια ανατριχίλα που με κράτησε γι αρκετή ώρα ακινητοποιημένο μέχρι το λυτρωτικό φινάλε.
Κλείνοντας αυτό που κρατάω είναι η εξαιρετική ερμηνεία του Ζεράρ Ντεπαρτιέ κάτι που μου προκάλεσε μια πίκρα με τη σημερινή αυτοκαταστροφική του τάση. Όμως εκείνα τα χρόνια σήκωνε ολόκληρες ταινίες μόνος του.Όσον αφορά την ταινία, αξίζει την προσοχή του κινηματογραφόφιλου κοινού αλλά με πολλές επιφυλάξεις.
Βαθμολογία: 8/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου