Τι ωραία που είν' η αγάπη μου
με το καθημερινό της φόρεμα
κι ένα χτενάκι στα μαλλιά.
Κανείς δεν ήξερε
πως είναι τόσο ωραία.
Κοπέλες του Άουσβιτς
του Νταχάου κοπέλες
μην είδατε την αγάπη μου;
Την είδαμε σε μακρινό ταξίδι
δεν είχε πια το φόρεμά της
ούτε χτενάκι στα μαλλιά.
Τι ωραία που είν' η αγάπη μου
η χαϊδεμένη από τη μάνα της
και τ' αδελφού της τα φιλιά.
Κανείς δεν ήξερε
πως είναι τόσο ωραία.
Κοπέλες του Μαουτχάουζεν
κοπέλες του Μπέλσεν
μην είδατε την αγάπη μου;
Την είδαμε στην παγερή πλατεία
μ' έναν αριθμό
στο άσπρο της το χέρι
με κίτρινο άστρο στην καρδιά.
στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλης
μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
φωνή: Μαρία Φαραντούρη
Το παραπάνω τραγούδι ανήκει στη συλλογή τεσσάρων κομματιών της Μπαλάντας του Μαουτχάουζεν. Βασίζονται σε καταστάσεις που περιγράφονται στο βιβλίο του Ιάκωβου Καμπανέλη "Μαουτχάουζεν" (να το διαβάσετε οπωσδήποτε, είναι ένα διαμάντι της ελληνικής λογοτεχνίας). Φαίνεται κατ' αρχήν παράξενο πως ο ανελέητος κι εφιαλτικός κόσμος ενός στρατοπέδου συγκεντρώσεως θα μπορούσε να εμπνεύσει ακόμα και τραγούδια. Αλλά η ανθρώπινη φύση δε παύει να υπερασπίζεται τα δικαιώματά της ποτέ και πουθενά. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε στο παρακάτω απόσπασμα που ανήκει στο αριστουργηματικό βιβλίο του Καμπανέλη.
[...] Τον καιρό εκείνο, κάθε Κυριακή που δε δουλεύαμε, στέκαμε ώρες ολόκληρες και κοιτάζαμε τις γυναίκες, που κι εκείνες βγαίναν από τα αντίσκοινα και μας κοιτάζανε. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν μεγάλη. Είναι ζήτημα αν θα μπορούσαμε να συνεννοηθούμε κι αν ακόμα φωνάζαμε. Κάτι τέτοιο φυσικά κανείς δεν ξεθάρευε να δοκιμάσει. Ούτε και χρειαζόταν. Αυτό το σιωπηλό αλληλοκοίταγμα που περνούσε δύο φράχτες συρματοπλέγματα δεν είχε ανάγκη από μιλιά. Ήταν οι ώρες του έρωτα στο Μαουτχάουζεν.
Όμως σκέψου... Αυτές οι γυναίκες κι αυτοί οι άνδρες που αλληλοκοιτάζονται σιωπηλοί επί ώρες ατελείωτες ήταν ντυμένοι με τα ίδια ριγωτά, ξεθωριασμένα, χιλιοφορεμένα, ρούχα του κάτεργου. Τα σώματά τους πετσί και κόκκαλο, τα μάγουλά τους ρουφηγμένα και μαλλιαρά από την αβιταμίνωση. Τα μαλλιά κουρεμένα με μία λουρίδα ξυρισμένη στη μέση από το κούτελο ως το σβέρκο. Μόνο τα μάτια ήταν πιό μεγάλα και πιό βαθιά από άλλοτε, για να χωράει ο φόβος...
Το ηλεκτροφόρο με το ρεύμα υψηλής τάσεις και το συρματόπλεγμα με τις σκοπιές, δεν ήταν μία απλή τεχνική εγκατάσταση, ένας αδιάβατος φράχτης. Εδώ μία διαταγή όριζε, να χωριστεί τελεσίδικα τ' αρσενικό με το θηλυκό. Μία διαταγή σε μέγεθος μοίρας. Μία διάσπαση του αιώνιου ζεύγους. Ένα παραφύση κόψιμο των από γη και ουρανό ταγμένων να έσονται εις σάρκα μία... [...].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου