του Κύρκου Δοξιάδη
Από την αρχαιότητα, η πολιτική βία, δηλαδή η βία που εκφράζει κοινωνικο-πολιτικά κινήματα, κρατικές πολιτικές, ταξικά συμφέροντα ή ιδεολογικές πεποιθήσεις, είχε και έχει στρατηγικό χαρακτήρα - ήτοι, εντάσσεται στο πλαίσιο ενός λίγο-πολύ μακρόπνοου πολιτικού σχεδιασμού.
Υπ’ αυτή την έννοια, «τυφλή» πολιτική βία δεν υπάρχει - ακόμη και όταν στρέφεται εναντίον αμάχων, αθώων και παντελώς αμέτοχων στην εκάστοτε διαμάχη που προξενεί τη βία. Μια αριστερή στάση απέναντι στη βία του ισλαμικού εξτρεμισμού δεν μπορεί να αρκείται στην απλή καταδίκη της. Προϋποθέτει, πρώτα απ’ όλα, την κατανόησή της ως πολιτικού φαινομένου.
Ο στρατηγικός στόχος του ISIS και των συναφών οργανώσεων είναι λίγο-πολύ γνωστός. Είναι η αποσταθεροποίηση των εθνών και των κρατών που θεωρούνται εχθροί του Ισλάμ, με απώτερο σκοπό την ολοκληρωτική τους ήττα και καταστροφή. Σύμφωνα με μία αρκετά πειστική πρόσφατη ανάλυση της βρετανικής εφημερίδας Guardian, ένας από τους λόγους που έχει επιλεγεί η Γαλλία ως προνομιακός στόχος κατά το τελευταίο ενάμισι έτος είναι ο εξής: Ο ISIS επιδιώκει [...] να τρομοκρατήσει τους εχθρούς του και να κινητοποιήσει τους οπαδούς του, αλλά πάνω απ’ όλα να πολώσει [...] τις κοινότητες, ούτως ώστε να στραφούν η μία εναντίον της άλλης. Στα κείμενά του αναφέρεται ειδικά στη Γαλλία ως ένα μέρος όπου “η γκρίζα ζώνη” της ανοχής και της μετριοπάθειας μπορεί να στοχοποιηθεί αποτελεσματικά και να καταστραφεί.
Σημασία εδώ έχει ότι ο στόχος δεν είναι τόσο οι αξίες της «ανοχής» και της «μετριοπάθειας», με ό,τι μπορεί να σημαίνουν αυτές, όσο το ότι οι εν λόγω «αξίες» σηματοδοτούν μια συναίνεση που αποτελεί το συνεκτικό υλικό της γαλλικής κοινωνίας και των πολυπολιτιστικών κοινωνιών γενικότερα. Η καταστροφή της (όποιας) συνοχής των δυτικών κοινωνιών είναι λοιπόν κεντρικός στρατηγικός σκοπός των ισλαμιστών εξτρεμιστών.
Νομίζω ότι εδώ βρίσκεται το κλειδί της κατανόησης του φαινομένου από τη σκοπιά της Αριστεράς.
Επί σειρά ετών, τόσο στην πολιτική όσο και στη θεωρία της, η Αριστερά βρισκόταν μπροστά στην αμήχανη κατάσταση να βλέπει τα εθνικο-απελευθερωτικά και αντι-ιμπεριαλιστικά κινήματα των χωρών του τρίτου κόσμου και ειδικότερα των αραβικών χωρών, που είχαν έναν σαφώς προοδευτικό αν όχι μαρξιστικό χαρακτήρα και που ήταν σύμμαχοι της Αριστεράς, να αντικαθίστανται σταδιακά από τις πιο σκοταδιστικές πολιτικές εκφράσεις του ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Μιλάω για «αμηχανία» όχι επειδή η Αριστερά δεν είχε τη δυνατότητα να αντιληφθεί τη ριζικότατα ιδεολογική διαφοροποίηση που υφίσταται μεταξύ των μεν και των δε, αλλά επειδή τόσο ο αντίπαλος όσο και η αιτία για την ανάδυση των μεν και των δε παρέμεινε ο ίδιος: ο επεκτατισμός των ισχυρών δυτικών κρατών μαζί με τα διεθνή καπιταλιστικά συμφέροντα που τον στηρίζουν και που ενισχύονται από αυτόν - δυνάμεις και συμφέροντα που είναι άλλωστε κύριοι αντίπαλοι και της ίδιας της Αριστεράς.
Είναι αυτονόητο ότι, όπως δεν μπορεί να συμμαχήσει η Αριστερά με τους ακροδεξιούς «ευρωσκεπτικιστές» εναντίον της κυρίαρχης (νεοφιλελεύθερης) πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, άλλο τόσο δεν μπορεί να ταχθεί με το μέρος των τζιχαντιστών στον αγώνα τους εναντίον της Δύσης.
Πέρα όμως από αυτή την προφανή αρνητική αναλογία, υπάρχει και μια υφέρπουσα ιδεολογική σύμπλευση μεταξύ ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς και ισλαμικού εξτρεμισμού, που πιστεύω πως θα έπρεπε να τη λάβει σοβαρά υπόψη της η Αριστερά ως προς τη διαμόρφωση της στάσης της.
Τόσο η πρώτη όσο και ο δεύτερος στηρίζουν την ιδεολογία τους και τη στρατηγική τους στην ύπαρξη κοινωνικών αδικιών και διεθνών ανισοτήτων, τις οποίες όμως ερμηνεύουν κατά τέτοιον τρόπο ώστε να οδηγούν σε στόχους περίπου αντίθετους προς εκείνους της Αριστεράς.
Και η μεν και ο δε επιδιώκουν τη σύγκρουση τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και στο εσωτερικό των κοινωνιών, στο πλαίσιο όχι της διεξαγωγής του ταξικού αγώνα που θα οδηγήσει στην οικουμενική απελευθέρωση και στο τέλος των ανισοτήτων, αλλά ενός πολέμου στο όνομα του έθνους, της φυλής ή της θρησκείας στον οποίο θα νικήσει ο «καλός» και θα εξολοθρευτεί ο «κακός»: ο αλλόφυλος, ο αλλοεθνής, ο άπιστος.
Ζούμε σε μια «παγκόσμια Δημοκρατία της Βαϊμάρης», όπου η ορμή της λαϊκής απόγνωσης ενάντια στο κατάφωρα άδικο πολιτικο-οικονομικό καθεστώς δεν υφαρπάζεται από έναν πόλο, όπως στη μεσοπολεμική Γερμανία, αλλά από δύο: από τη «γηγενή αντίδραση» εναντίον του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και από το θρησκευτικό μένος εκείνων που έμελλε να αναλάβουν τα ηνία του αντιδυτικού αγώνα.
Μόνη μας και μόνιμη παρηγοριά, τα λόγια του Γκράμσι: Απαισιοδοξία της νόησης, αισιοδοξία της βούλησης.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου