Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Η θεωρία των αστερίσκων



του Κύρκου Δοξιάδη

Ακούστηκε κι αυτό. Οτι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και άλλα στελέχη της τωρινής κυβέρνησης είναι ηθικοί αυτουργοί της τρομοκρατικής επίθεσης εναντίον του πρώην πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου.
Υπήρξαν και αρκετοί που δεν ήθελαν να αναφέρουν ονομαστικά κάποια πρόσωπα, αλλά «φωτογράφιζαν» τη ριζοσπαστική Αριστερά στο σύνολό της, χρησιμοποιώντας εκφράσεις του τύπου: «όσοι έκαναν πολιτική καριέρα με τη ρητορική του μίσους», «εκείνοι που καλλιέργησαν τεχνηέντως κλίμα εθνικού διχασμού» κ.λπ., κ.λπ.
Δεδομένης της αυτονόητης καταδίκης της τρομοκρατικής ενέργειας, στην οποία προέβησαν πάραυτα τα στελέχη της κυβέρνησης, οι παραπάνω χαρακτηρισμοί υπονοούν, εμμέσως πλην σαφέστατα, πως οι καταδικαστικές δηλώσεις αλλά και οι εκφράσεις συμπαράστασης προς το θύμα είναι υποκριτικές. 
Επιπλέον, όμως, ο εκπρόσωπος της Ν.Δ. εξέφρασε την άποψη ότι: «Δυστυχώς υπάρχουν δηλώσεις συστηματικά στελεχών κομματιού της Αριστεράς, κάποιοι είναι και νυν βουλευτές, οι οποίοι προσπαθούν ή βάζουν αστερίσκους στην καταδίκη της τρομοκρατίας». Υπονόησε δε πως η «κυβερνητική κάλυψη» των «στελεχών κομματιού της Αριστεράς» ισοδυναμεί με την παραδοχή πως οι εν λόγω «αστερίσκοι» τίθενται και από την ίδια την κυβέρνηση.
Είναι σαφές: Οσοδήποτε απερίφραστη και αν είναι η καταδίκη της τρομοκρατίας εκ μέρους της κυβέρνησης της Αριστεράς, τούτη δεν αρκεί. Οι «αστερίσκοι» θα συνοδεύουν ες αεί τον λόγο σύσσωμης της ριζοσπαστικής Αριστεράς ως ανεξίτηλα στίγματα, δηλωτικά των αμαρτωλών της γνωρισμάτων τα οποία εις μάτην πασχίζει να αποκρύψει.
Υπάρχουν δύο πιθανές εξηγήσεις όταν μια πολιτική δύναμη ή, γενικότερα, ένα κοινωνικο-πολιτικό και επικοινωνιακό καθεστώς επιμένει κατά τρόπο εμμονικό σε ένα συγκεκριμένο προπαγανδιστικό τέχνασμα. Η πρώτη είναι ότι το τέχνασμα κρίνεται ιδιαίτερα επιτυχημένο, δηλαδή αποτελεσματικό. Στην προκειμένη περίπτωση, μάλλον θα συμφωνούσαμε πως η ταύτιση της Αριστεράς που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την τρομοκρατία δεν πείθει κανέναν – εκτός ίσως από εκείνους που διατυπώνουν τη «θεωρία των αστερίσκων» και άλλα συναφή.
Ερχόμαστε, λοιπόν, στη δεύτερη πιθανή εξήγηση. Είναι μάλλον από τις περιπτώσεις εκείνες που η προπαγάνδα αποτελεί απλούστατα μια βαθύτατα ριζωμένη πεποίθηση εκείνων που την αρθρώνουν – και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν μπορούν να συγκρατηθούν από το να την εκφέρουν, όσο και αν διαπιστώνουν πως η εκφορά της εκθέτει μάλλον τους ίδιους παρά εκείνους εναντίον των οποίων στρέφονται τα προπαγανδιστικά τους πυρά.
Στο πολιτικό ασυνείδητο των φανατισμένων υπερασπιστών του συστήματος, η ριζοσπαστική Αριστερά όντως διατηρεί τουλάχιστον υπόγειες διασυνδέσεις με την τρομοκρατία, όπως και με κάθε είδους αντιδημοκρατικές ενέργειες γενικότερα.
Πριν από πάρα πολλά χρόνια, σε κάποια παρέα μιας κοσμικής εκδήλωσης, είχα ακούσει κορυφαίο Ελληνα τραπεζίτη να λέει τα εξής (δεν θυμάμαι πώς είχε έρθει η κουβέντα και προφανώς ούτε την ακριβή διατύπωση): «Ολοι οι δικτάτορες προήλθαν από την Αριστερά».
Τόλμησα να ψελλίσω: «Ε, όχι και όλοι...». «Ολοι», μου απαντάει με ύφος που δεν επιδέχεται την παραμικρή αμφισβήτηση. Σκεφτόμουν σχετικά πρόσφατα ότι αυτό μάλλον είναι βαθύτατο νοητικό χαρακτηριστικό όσων είναι απολύτως ταυτισμένοι με τη μοίρα του καπιταλιστικού συστήματος. Οντως πιστεύουν ότι οποιαδήποτε εναντίωση στη δημοκρατία δεν μπορεί παρά να προέρχεται από την Αριστερά - έστω «σε τελευταία ανάλυση».
Γιατί; Διότι απλούστατα στο μυαλό τους έχουν ταυτίσει απόλυτα τη δημοκρατία με τον καπιταλισμό. Αν ο νεοφιλελευθερισμός, ως η επικρατούσα ιδεολογία αυτού του συστήματος, ταυτίζει την έννοια της ελευθερίας με εκείνην της ελευθερίας του ανταγωνισμού, ο καπιταλισμός (και μαζί του ο νεοφιλελευθερισμός, εννοείται) ταυτίζει τη δημοκρατία με τον εαυτό του.
Στην εποχή της κρίσης και των μνημονίων, η αναπόφευκτη κοινωνικο-πολιτική πόλωση έχει πρώτη και κύρια συνέπεια ότι αποκαλύπτονται τα πιο επιθετικά χαρακτηριστικά των αντίπαλων ιδεολογιών. Εν προκειμένω, δεν έχουμε πλέον να κάνουμε απλώς με ιδεολογίες ως διαφορετικές ή και αντικρουόμενες αναπαραστάσεις του κοινωνικού κόσμου, αλλά με επιθετικούς λόγους που για την αντίπαλη πλευρά αποτελούν προπαγανδιστική παραποίηση της αλήθειας.
Ετσι λοιπόν, την εποχή ακριβώς που η Αριστερά βιώνει την κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού ως βαθύτατα αντιδημοκρατική, οι θιασώτες του τελευταίου εξαπολύουν κατηγορίες περί υπόρρητων διαπλοκών της Αριστεράς με την τρομοκρατία και υπονόμευσης της δημοκρατίας γενικότερα.
Κατηγορίες που το καπιταλιστικό καθεστώς πάντοτε πίστευε, αλλά που παλαιότερα δεν αισθανόταν επαρκώς απειλημένο ώστε να τις εκτοξεύει απροκάλυπτα.
Το ήσσονος σημασίας περιστατικό των εξωφρενικών δηλώσεων περί «αστερίσκων» του αριστερού λόγου αποκαλύπτει τελικά πως σήμερα το ίδιο το εννοιολογικό περιεχόμενο της δημοκρατίας καθίσταται κεντρικό διακύβευμα. Από τη μια, η δημοκρατία ως το νομικό πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς και από την άλλη, η δημοκρατία ως η θεσμική κατοχύρωση της ελευθερίας και της ισότητας. 

* Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τρίτη 30 Μαΐου 2017

Λόρενς για πάντα (2012)


Έχοντας πάρει με τη σειρά τις ταινίες του Καναδού σκηνοθέτη Ξαβιέ Ντολάν, ήρθε κι η σειρά του "Λόρενς για Πάντα". Ωστόσο, έχοντας πλέον υψηλές απαιτήσεις για τον συγκεκριμένο δημιουργό, αποφάσισα να μην την εντάξω στα αριστουργήματα του παρελθόντος. Αυτό όμως δε σημαίνει πως είναι μία ταινία που περνάει απαρατήρητη κι αδιάφορη σε όποιον επιλέξει να την δει. Τόσο η υπόθεση όσο κι οι ερμηνείες είναι συγκλονιστικές ενώ υπάρχουν αρκετές σκηνές όπου το σώμα κι ο νους μουδιάζουν από τις συναισθηματικές εντάσεις.
Η ιστορία αναφέρεται σε έναν τριανταπεντάρη καθηγητή, ο οποίος αποφασίζει να ανακοινώσει στη σύντροφό του και στους γονείς του, ένα μυστικό που κουβαλάει από τα εφηβικά του χρόνια. Νιώθοντας φυλακισμένος μέσα σ' ένα ανδρικό σώμα, αποφασίζει να αλλάξει φύλο κρατώντας όμως ίδιες τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Φυσικά το σοκ που παθαίνουν τόσο η σύντροφός του όσο κι η μητέρα του, είναι δικαιολογημένο. Η σύντροφός του αποφασίζει να τον στηρίξει όσο μπορεί. Για την μητέρα του όμως είναι δύσκολο να αποδεχτεί την μεταμόρφωση του γιου της σε γυναίκα. 
Ο Ντολάν δεν αγιοποιεί σ'αυτήν την ταινία τον ήρωά του, όπως θα περίμενε κανείς. Προτιμάει να επικεντρωθεί περισσότερο στα ψυχολογικά τραντάγματα των ανθρώπων γύρω του. Το παζλ της προσωπικότητας του πρωταγωνιστή σχηματίζεται από κομμάτια που παίρνουμε τόσο από τη σύντροφό του, όσο κι από άλλα πρόσωπα που συναντάει στη ζωή του. Εν μέρει παρατηρούμε τους κατοπτρισμούς της εικόνας ενός ανθρώπου μέσα από τα βλέμματα των άλλων. 
Όσο για τον πρωταγωνιστή, όποτε μιλάει, φανερώνει τη μεταβολή που βιώνει. Από ανασφαλής άνδρας μετατρέπεται σε μία κυνική και δυναμική γυναίκα. Η αντίθεση αυτή γίνεται αντιληπτή σε τρεις συνεχόμενες σκηνές. Ενώ μπαίνει φοβισμένος στην αίθουσα διδασκαλίας φορώντας γυναικεία ρούχα, παίρνει τα πάνω του μόλις συνειδητοποιεί πως οι μαθητές σέβονται την επιλογή του κάτι που φαίνεται στον μετέπειτα αγέρωχο βηματισμό του μέσα σε έναν διάδρομο γεμάτο έφηβους και καταλήγει σ' έναν διάλογο που έχει μ' έναν συνάδελφό του στο κυλικείο. Ο συνάδελφός του τον ρωτάει αν είναι "εξέγερση" αυτό που κάνει, για να λάβει την απάντηση "πως είναι επανάσταση". 


Όμως η επανάσταση δεν υφίσταται όταν υπάρχει εγωπάθεια. Σ' αυτήν την παγίδα έχει πέσει ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο οποίος δρα χωρίς να υπολογίζει τους συνανθρώπους του. Πετάει στα ουράνια έχοντας πραγματοποιήσει το όνειρό του, αλλά δε θέλει να συνειδητοποιήσει πως το πέτυχε διαλύοντας την ψυχολογία και την προσωπικότητα ανθρώπων που τον αγάπησαν, τον πίστεψαν και τον στήριξαν, όπως η σύντροφός του. Γι' αυτή του τη συμπεριφορά σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι γονείς του. 
Συζητώντας με τη μητέρα του στην κουζίνα κι έχοντας ήδη ανακοινώσει την απόφασή του, την ρωτάει αν θα εξακολουθεί να τον αγαπάει χωρίς να παίρνει σαφή απάντηση. Όταν η μητέρα του αναφέρει πως ο πατέρας του δεν θα τον αποδεχτεί, ο πρωταγωνιστής θα την αποστομώσει λέγοντάς της πως ποτέ του δεν έλαβε κάποια αποδοχή από εκείνον, οπότε το ενδεχόμενο αυτό δεν τον φοβίζει. 
Επίσης η ταινία παρουσιάζει και την αντίδραση του κόσμου απέναντι στην απόφαση του Λόρενς. Ενώ οι μαθητές του τον αποδέχονται, μία μερίδα γονιών κάνει ένσταση μ' αποτέλεσμα να χάσει τη δουλειά του. Κάποια κοντινά του πρόσωπα θα του γυρίσουν τη πλάτη. Από την άλλη όμως ένας άλλος κόσμος θα ανοιχτεί μπροστά του, έτοιμος να τον αγκαλιάσει. 
Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής του φάσης, παρακολουθούμε μία από τις πιο συγκλονιστικές σκηνές κοινωνικού περιεχομένου του σύγχρονου κινηματογράφου, όπου η σύντροφος του Λόρενς ξεσπάει έντονα απέναντι στο ρατσιστικό παραλήρημα ενός άλλου προσώπου. Έχουν τόσο δυναμισμό τα λόγια της που πραγματικά νιώθεις τη καρδιά σου να σπάει σε χίλια κομμάτια. Μέσα σε λίγα λεπτά έντασης, θυμού κι ειλικρίνειας, συνειδητοποιείς τον γολγοθά κάποιων ανθρώπων που έχουν πάρει αποφάσεις αντίστοιχες μ' αυτή του Λόρενς. Κι εκεί επιβεβαιώνεται μια ατάκα της συντρόφου του, η οποία πάνω σε μία συζήτηση δηλώνει πως χρειάζονται αρχίδια για να φορέσει κάποιος φούστα.


Οι ερμηνείες είναι συγκλονιστικές. O Μελβίλ Πουπό, τον οποίον δεν έχω δει σε άλλη του ερμηνεία είναι εκπληκτικός. Με συνεπήρε με το βλέμμα του, το οποίο ταλαντευόταν απίστευτα από την έπαρση στο φόβο. Όμως τις εντυπώσεις τις κλέβει η Σουζάν Κλεμάν με τη ιδιαίτερη φωνή της και το δυναμικό της βλέμμα. Οι δυο τους έδωσαν ένα απίστευτο ρεσιτάλ, σβήνοντας τους υπόλοιπους ηθοποιούς, οι οποίοι με τη σειρά τους ήταν κι εκείνοι αρκετά καλοί στους ρόλους τους.
Σκηνοθετικά, ο Ξαβιέ Ντολάν επιβεβαιώνει πως έχει έρθει για να αφήσει το δικό του κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία του κινηματογράφου. Με πανέξυπνο τρόπο μας γυρνάει στα τέλη 80s με αρχές 90s (εκείνη τη περίοδο διαδραματίζεται η ιστορία), κι αυτό το πετυχαίνει τόσο από τα ντυσίματα, τα φανταχτερά χρώματα και τη μουσική όσο και με τον τρόπο κινηματογράφησης της ταινίας. Το θαμπό χρώμα σε αρκετά πλάνα μου έδινε την εντύπωση πως όντως παρακολουθώ μία ταινία των 90s. Κι είναι αξιοπερίεργο πως ο σκηνοθέτης τα αναβίωσε με τόση πιστότητα ενώ δεν τα είχε προλάβει (γεννημένος το 1989).
Εκεί όμως που έπασχε η ταινία ήταν στη διάρκειά της, στις διάφορες στιγμές που επικρατούσε η υπερβολή αλλά και σε κάποιες σκηνές όπου ισοπέδωνε κατά κάποιον τρόπο και χωρίς λόγο την αξιοπρέπεια της γκέι κοινότητα. Νομίζω πως σε κάποια σημεία έχανε λόγω του υπερφίαλου σεναρίου.
Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν την θεωρώ ως μία εξαιρετική ταινία από έναν ταλαντούχο νεαρό σκηνοθέτη, ο οποίος έχει να μας προσφέρει αρκετά ακόμη διαμάντια.
Θέλω να κλείσω την ανάρτηση με τη φράση που έγραψε ο Λόρενς στον μαυροπίνακα όταν του ανακοίνωσαν την απόλυσή του, "Ecce homo" (Ίδε ο άνθρωπος).

Βαθμολογία: 8/10

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Ο δυστυχής είμαι δούλος Έλλην



του Θανάση Βασιλείου

Θυμάμαι τον Μακρυγιάννη: «Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι». Όχι ότι ο Μακρυγιάννης δεν είχε βάλει την κουτάλα του στο βάζο με το μέλι, αλλά έστω, παραδέχομαι το μέτρο και την ακρίβεια της κουβέντας του.
Ακούω τις ειδήσεις, παρακολουθώ τις συζητήσεις στη Βουλή, τις τηλεοπτικές κόντρες. Τούτη την πατρίδα, δεν την έχουν όλοι. Την έχουν μερικοί, παίγνιο, φέουδο, δοβλέτι, αποικία χρέους. Μερικοί, στη δημόσια σφαίρα, ζουν από την κρίση και μερικοί άλλοι—η περίφημη πλειοψηφία, τύραννος και τυραννούμενος μαζί— βασανίζονται παραδειγματικά.
Και κάθε μέρα, μετά τους τίτλους τέλους των δελτίων και ενημερωτικών εκπομπών, όλοι είναι ευχαριστημένοι: οι οικοδεσπότες γιατί έβγαλαν άξια τον μισθό τους, και οι προσκεκλημένοι γιατί δικαιολόγησαν πράγματα που δεν δικαιολογούνται σε ένα ατελείωτο blame game, έναν πετροπόλεμο ευθυνών ο οποίος διαχέεται από την κορυφή προς τα κάτω: «τον τάπωσα», «τους τα είπα», «τα έχωσα» κ.λπ. μέχρι να φτάσουμε στα άκρως πολιτικά θέματα «της γραβάτας» και του «too good to be true».
Η Ελλάδα δεν είναι μία∙ είναι πολλές Ελλάδες –καλές και κακές. Και η Ευρώπη, ομοίως, είναι πολλές Ευρώπες. Οι κουβέντες, είναι αποσπασματικές και ατελείς. Ποτέ δεν θα πιάσουν την πραγματικότητα παρά μόνον ένα μέρος της. Οι συνειδήσεις είναι πιο δύσκολες και πιο αδιαφανείς. Και τα βιώματα, αυτό που λέμε καθημερινότητα, είναι ό,τι ξέρουμε.
Είναι αυτό που θα πρέπει να αλλάξει —και είναι το πιο δύσκολο. Να αλλάξει η δική μας στάση. Μερικοί δεν μπορούν να αλλάξουν γιατί δεν θέλουν. άλλοι, γιατί απλώς είναι ανήμποροι. Στους τελευταίους δεν μπορείς να λες ότι «δεν φταίω εγώ που σου κόψανε τη σύνταξη»∙ ούτε μπορείς να λες στον ζητιάνο «σα δε ντρέπεσαι να κάνεις ανέντιμη ζητιανιά, αφού είσαι εις θέση να εργαστείς», γιατί ο επαίτης μπορεί να σου πει ότι, απλά, δεν βρίσκει κάπου να εργαστεί.
Η απόσταση από το «ζητάω χρήμα και όχι συμβουλές» έως την έμμονη κατάσταση μιας ολόκληρης πολιτικής τάξης που λάτρεψε το χρέος και που από δημόσιο –προκειμένου να αποτινάξει τις δικές της ευθύνες— το μετατρέπει σε ιδιωτικό είναι μεγάλη και ξεπερνάει την φαντασία του απατεώνα του 1920 Ταρλς Πόντζι.
Και η λογική «σας δανείζουμε υποχρεωτικά για να μας δώσετε πίσω αυτά που μας χρωστάτε, αλλά κρατάμε το προνόμιο να κάνετε ότι θέλουμε και να αλλάζουμε τους όρους των συμφωνιών όποτε εμείς θέλουμε και να σας δίνουμε δανεικά όποτε και αν θέλουμε» απέχει πολύ από αυτά που θεωρούνται fair play και έμπρακτη αλληλεγγύη.
Και αυτό θα πρέπει να αλλάξει στο επίπεδο της πολιτικής. Και στο επίπεδο της πολιτικής, υπάρχουν οι παρατάξεις που δουλεύουν μεν για την αυτοσυντήρησή τους η οποία, όμως, έρχεται από την χειροπιαστή πραγμάτωση του summum bonum, του κοινού καλού. Έχει σημασία η κατεύθυνση, αν θέλουμε να μιλήσουμε σε επίπεδο θεωριών ή ιδεολογικών τοποθετήσεων, αλλά αυτή την στιγμή έχει μεγαλύτερη σημασία η γάτα να πιάνει το ποντίκι. Και η πολιτική τάξη στην Ελλάδα θρέφει το ποντίκι, μολύνοντας την κοινωνία.
Θυμάμαι περίπου τις κουβέντες με τις οποίες ο Καμύ έκλεινε τον «Επαναστατημένο άνθρωπο»: «Το μυστικό της Ευρώπης είναι ότι πλέον δεν αγαπά τη ζωή». Αλλά αυτή η παραδοχή είναι ζοφερή, όπως και ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που δεν μπορεί ούτε θέλει να σωθεί.
Οι σωτήρες, έχουν τελικά βγαλμένα τα μάτια τους και δεν βλέπουν. Σβήνουν τη χαρά από τα ταμπλό και ασκούνται σε απάνθρωπες τελετουργίες με κόκκινες γραμμές και ημερομηνίες λήξεως. Όμως, είναι διαφορετικός ο πολιτικός χρόνος για τη Γαλλία, τη Γερμανία, και διαφορετικός για την Ελλάδα.
Και που βρίσκεται τελικά η σωτηρία; Πού πάει το ζεστό δημοσιονομικό χρήμα; Για ποιον είναι; Με τη φωνή του εθνικού ήρωα, ποιητή και Ηπειρώτη πρόσφυγα πολέμου Κ. Δ. Κρυστάλλη:
"Όχι! Μοι απαντούν, όσοι καταδέχονται να με ακούσουν και να μοι ομιλώσι. Όχι! Δεν είναι δια σε τα χρήματα του Έθνους, είναι δια τα στόματα των ελεύθερων Ελλήνων, των υποστηρικτών των Βουλευτών, των Κομμάτων, των Καταστροφέων του Έθνους. Κι εγώ; Ο δυστυχής είμαι δούλος Έλλην, ξένος δηλαδή ενταύθα υπολογιζόμενος, και μόνος, άνευ ουδενός να με οδηγεί εις τον έναν και εις τον άλλον".
Αυτή είναι η κουβέντα: άνευ ουδενός, εις τον ένα και τον άλλον. «Εις τας χείρας του τυχόντος», όπως είχε πει και ο Παπαδιαμάντης –δηλαδή το ελλείπον δικό μας σχέδιο. Βέβαια, ούτε ο Κρυστάλλης ούτε ο Παπαδιαμάντης ζουν για να δουν ότι ο δούλος άντεξε όλες τις υπερβολικά άδικες πράξεις.
Έκανε υπομονή, όπως έλεγε ο Καμύ, αλλά απωθώντας τες ίσως μέσα του∙ «αλλά μια και σώπαινε, συνέχισε να δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για τα άμεσα συμφέροντά του, παρά για τη συνειδητοποίηση του δικαιώματος της ελευθερίας του».

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 26 Μαΐου 2017

Καλαβρία, τα νοτιόχωρα της Ιταλίας




Η Καλαβρία είναι το πιο απομονωμένο κομμάτι της Ιταλίας και σίγουρα θα ήταν ξεχασμένη αν δε λειτουργούσε ως πέρασμα προς τη Σικελία. Όμως η απομόνωση αυτή, έχει διατηρήσει την άγρια ομορφιά του τοπίου και μία άκρως εγκάρδια και ζεστή φιλοξενία από τους κατοίκους της προς όλους όσους την επισκέπτονται. Αρκετοί απ' αυτούς μόλις μάθαιναν τη καταγωγή μας, δήλωναν με μεγάλη κι αγνή περηφάνια τις ελληνικές τους ρίζες .
Αν και κατοικούταν τα παλιά χρόνια από μικρούς λαούς, οι πρώτοι άποικοι της περιοχής ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν αρχικά στο Ρήγιο κι έπειτα στη Σύβαρις και στον Κρότωνα. Στη πορεία κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, στο Μεσαίωνα πέρασε στα χέρια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, κάτι που έκανε αυτή τη γωνία της Ιταλίας να ξεχωρίζει μέχρι σήμερα παρ' ότι στη πορεία πέρασε στα χέρια των Νορμανδών κι από εκεί στα Βασίλεια των Δύο Σικελιών και της Νάπολης. Τον 17ο αι. μετοίκησαν στην περιοχή αρκετοί Έλληνες οι οποίοι ξέφυγαν από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Η παρουσία τους στη Καλαβρία σημαδεύτηκε και με την εμφάνιση της τοπικής μαφίας, η οποία είχε την ονομασία Ντραγκέτα. Η παρουσία όμως των Ελλήνων σ' αυτή τη γωνία της ιταλικής χερσονήσου γέννησε και την τοπική διάλεκτο, γνωστή ως Γραικάνικα ή Γκρίκο.
Σήμερα η Καλαβρία θεωρείται ως μία από τις φτωχότερες περιοχές της Ευρώπης και γι' αυτό αρκετά χωριά έχουν ερημώσει μιας κι εκεί σημειώθηκε μεγάλο ρεύμα μετανάστευσης προς τον ευρωπαϊκό βορρά, την Αμερική και την Αυστραλία. Μία πληγή για την τοπική κοινωνία που μέχρι τις μέρες μας είναι εμφανής.
Στην Καλαβρία μείναμε μόνο ένα βράδυ για να ξεκουραστούμε λίγο πριν διασχίσουμε με ferry-boat το στενό Ιταλίας-Σικελίας. Το Ρήγιο δεν μας έκανε καμία αίσθηση να το βολτάρουμε. Μία τσιμεντούπολη που φημίζεται μόνο για το παρελθόν της και τα εκθέματα του αρχαιολογικού μουσείου της. Ένα αρκετά ελληνικό χαρακτηριστικό.
Πριν περάσουμε όμως στη Σικελία, κάναμε μία μικρή στάση στην Σκύλλα της Μεσσήνης (00:05-00:24). Η πόλη βρίσκεται 20 χλμ βόρεια του στενού Ρήγιο-Μεσίνα. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, εκεί βρισκόταν το λημέρι της Σκύλλας και της Χάρυβδης. Στη κεντρική πλατεία που λειτουργεί κι ως κοινόχρηστη βεράντα με θέα προς τη θάλασσα, απολαύσαμε το πρωινό μας καφέ, θαυμάζοντας τα γαλάζια νερά της παραλίας και το βόρειο άκρο της Σικελίας, το οποίο μας καλούσε επίμονα να το επισκεφθούμε. Το μοναδικό αξιοθέατο της πόλης είναι το Φρούριο Ρούφφο το οποίο άνηκε στον Δούκα της Καλαβρία. Σημαντικό γεγονός της πόλης ήταν ο μεγάλος σεισμός του 1783 που άφησε πίσω του 50.000 νεκρούς. Σίγουρα τα καλοκαίρια γεμίζει από κόσμο, αλλά τη μέρα που πήγαμε ήταν απελπιστικά έρημο. Δε κάτσαμε περισσότερη ώρα εκεί καθώς μας περίμενε η αναχώρηση προς το μεγάλο νησί.
Στην Καλαβρία επιστρέψαμε μετά το γύρο της Σικελίας και την ανεβήκαμε από τις ανατολικές της ακτές. Βγαίνοντας από το καράβι, πήραμε τον περιφερειακό του Ρήγιο, ο οποίος μας οδήγησε προς το νότο. Απέναντί μας είχαμε γι' αρκετή ώρα την Αίτνα, η οποία κάπνιζε καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής μας στο μεγάλο νησί. Μόλις στρίψαμε ανατολικά την χάσαμε, αποχαιρετώντας μ' αυτόν τον τρόπο την όμορφη Σικελία.
Πρώτη στάση κάναμε στο χωριό-φάντασμα Πετιντατίλο ή αλλιώς Πενταδάκτυλο (00:25-01:46). Το οικείο του όνομα προέρχεται από το βραχώδες σύμπλεγμα που στέκεται ακριβώς πάνω από το χωριό. Παρατηρώντας το από το απέναντι ύψωμα διακρίνεις τα πέντε δάχτυλα που βγαίνουν από τη γη, για να σκεπάσουν τον οικισμό. Το Πετιντατίλο είναι αρχαία ελληνική αποικία. Οι πρώτοι της κάτοικοι ήρθαν από την Χαλκίδα το 640 π.Χ. Την πληροφορία αυτή μας την επιβεβαίωσε κι ένας κάτοικος, ο οποίος είχε ένα μαγαζάκι με αναμνηστικά είδη στην είσοδο του χωριού. Μόλις έμαθε πως είμαστε Έλληνες πετάχτηκε από τη χαρά του λέγοντάς μας πως το σπίτι του είναι και δικό μας σπίτι. Φυσικά ήθελε να μας πουλήσει την πραμάτεια του αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Το χωριό καταστράφηκε από τον μεγάλο σεισμό του 1783 κι εγκαταλείφθηκε οριστικά το 1960. Όμως λίγες δεκαετίες αργότερα αποφασίστηκε η αναστήλωσή του. Σήμερα εξακολουθούν να βρίσκονται αρκετά σπίτια σε μισογκρεμισμένη κατάσταση. Επιχειρώντας να περάσουμε από ένα στενό, κάποιος κάτοικος μας συμβούλευσε να το αποφύγουμε διότι είναι επικίνδυνα και μας πρότεινε να πάρουμε το άλλο μονοπάτι που οδηγούσε προς την καλοδιατηρημένη πλευρά του χωριού με την εκκλησία. Φτάνοντας εκεί ψηλά, ήρθαμε πιο κοντά με την ιδιαίτερη υφή της επιφάνειας των κατακόρυφων βράχων, νιώσαμε το δροσερό βουνίσιο αέρα να μας χαϊδεύει το ηλιοκαμένο μας πρόσωπο κι αγναντεύσαμε προς τη μεριά της θάλασσας. Δε προλάβαμε όμως να φτάσουμε στη κορυφή διότι άρχισαν να μαζεύονται πυκνά σύννεφα πάνω από το κεφάλι μας. Κατηφορίσαμε βιαστικά προς το αμάξι. Ευτυχώς η βροχή μας πρόλαβε λίγα μέτρα πριν φτάσουμε στο όχημα.
Επόμενος σταθμός της βόλτας μας ήταν το Γεράκιον ή αλλιώς με τη σημερινή του ονομασία Gerace (01:47-02:54). Αν και η πόλη βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα μακριά από τη θάλασσα, είναι χτισμένη πάνω σε έναν κατακόρυφο βράχο ύψους 500 μέτρων, κάτι που της προσφέρει μία πανοραμική θέα προς τα πέλαγος. Ο μύθος λέει πως η πόλη χτίστηκε από κατοίκους των παραθαλάσσιων περιοχών που ήθελαν να αποφύγουν τους Σαρακηνούς. Ακολουθώντας ένα γεράκι, ανέβηκαν πάνω στο βουνό και βρήκαν την τοποθεσία όπου αποφάσισαν να ιδρύσουν τη νέα τους πόλη. Γι' αυτό το λόγο της έδωσαν και το όνομα Γεράκιον ή Γεράκι.
Φτάνοντας μεσημέρι στην πόλη, αποφασίσαμε να φάμε πρώτα πριν την περπατήσουμε. Κοντά στη πλατεία βρήκαμε μία συμπαθητική τρατορία, την οποία και τιμήσαμε. Ο ιδιοκτήτης της χωρίς να ξέρει αγγλικά, έκανε ότι μπορούσε για να μας βοηθήσει στην επιλογή φαγητό. Μόλις έμαθε πως είμαστε Έλληνες, έλαμψε από την χαρά του. Αμέσως άρχισε να μας μιλάει για τις ρίζες του αλλά και για την αγάπη που χει για την χώρα μας, αναφέροντάς μας τα νησιά τα οποία έχει επισκεφθεί, φυσικά τα πιο τουριστικά. Αυτό όμως που μας κέρδισε στη συμπεριφορά του ήταν πως με μεγάλη χαρά μας κέρασε μερικά πιάτα με προϊόντα που παράγει ο ίδιος όπως ελιές, τυριά και μια ποικιλία αλλαντικών. Ευχαριστώντας τον για το καλό του φαγητό, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας για το χωριό. Τα μοναδικά του αξιοθέατα είναι εκκλησίες. Στο Γεράκιον βρίσκεται το μεγαλύτερο θρησκευτικό κτίριο της Καλαβρίας, το οποίο είναι ένας νορμανδικός ναός. Επίσης εκεί βρίσκεται κι ένας υπερβολικά μικρός ναός του San Giovannello ο οποίος χρονολογείται από τον 10ο αι. αλλά κι ο ναός της Santa Maria del Mastro (1083) ο οποίος μέχρι το 1480 λειτουργούσε ως ελληνική εκκλησία.
Λίγο βορειότερα συναντήσαμε μία ακόμη πρώην ελληνική αποικία, το Στύλο (02:55-04:20). Η πόλη ιδρύθηκε μετά την καταστροφή της Καυλωνίας από τον τύραννο των Συρακουσών, Διονύσιο τον νεώτερο. Η πόλη γέμισε από κόσμο και τα επόμενα χρόνια, όταν πολλοί κάτοικοι των γύρω περιοχών ανέβηκαν στο βουνό για να αποφύγουν τις συνεχείς επιδρομές. Τον 7ο αι. η πόλη πέρασε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Τότε ξεκίνησε κι η χρυσή εποχή της πόλης, η οποία σηματοδοτήθηκε με την ίδρυση της Ιεράς Μονής του Στύλο. Έκτοτε η πόλη έγινε σημαντικό βυζαντινό κέντρο της Κάτω Ιταλίας και σημείο αντίστασης κατά των Νορμανδών. Η πόλη ξαναπέρασε και μία δεύτερη περίοδο ανάπτυξης, τον 18ο με 19ο αιώνα όταν ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα σιδήρου και χαλκού στην ευρύτερη περιοχή, μετατρέποντας την σε κέντρο βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Περπατώντας στην πόλη σήμερα συναντά κανείς αρκετά αρχοντικά κτίρια τα οποία θυμίζουν το πλούσιο παρελθόν της το οποίο και τερματίστηκε μετά από τον καταστροφικό σεισμό του 1783. Αυτό όμως που κερδίζει τις εντυπώσεις στο Στύλο, είναι η μοναδική βυζαντινή εκκλησία της Ιταλίας. Η Ιερά Μονή του Στύλο ή αλλιώς Cattolica, βρίσκεται κρυμμένη σε πυκνή βλάστηση λίγο έξω από τη πόλη. Είναι κτίσμα σταυροειδούς σχήματος με πέντε τρούλους και τρεις αψίδες. Χτίστηκε τον 9ο αι. και λειτούργησε ως καταφύγιο για τους ορθόδοξους μοναχούς που εκδιώχθηκαν από τον ελλαδικό χώρο. Στο εσωτερικό του ναού, την προσοχή μας την τραβάνε οι τέσσερις διαφορετικοί μαρμάρινοι κίονες που πιθανότατα πάρθηκαν από τα ερείπια της αρχαίας Καυλωνίας κι οι εκπληκτικές νωπογραφίες, οι οποίες είναι ένα εξαιρετικό δείγμα νορμανδικής ζωγραφικής του 11ου αι.
Λίγο πριν νυχτώσει κατεβήκαμε παραλιακά κι ανηφορίσαμε προς το βορρά αφήνοντας πίσω μας την χερσόνησο της Καλαβρία. Αυτό που μας έμεινε από 'κει ήταν η ηρεμία του τοπίου, η ζεστασιά των ανθρώπων και τα γήινα χρώματα των χωριών. Η φτωχότερη και πιο απόμακρη περιοχή της Ιταλίας κέρδισε την εκτίμηση μας με την αυθεντικότητά της.  

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Αυτοί που κατασκευάζουν τρομοκράτες



του Γιώργου Σταματόπουλου

Το αδιανόητο και το φρικώδες κατάντησαν καθημερινότητα -ποιος περίμενε ότι η ανθρωπότητα θα έφτανε σε τέτοιο εκφυλισμό, ότι θα υπήρχαν άνθρωποι που δεν σέβονται και δεν αγαπούν τη ζωή, ότι είναι δυνατό ο ένας να αφαιρεί τη ζωή του άλλου λόγω ιδιοτελών, θρησκευτικών, πολιτικών, πολιτισμικών (;) και άλλων χθαμαλών συμφερόντων.
Σε τίποτα δεν θωράκισε το σκοτεινό μύχιο η παιδεία και ο πολιτισμός και ας επαιρόμαστε για την εξέλιξη τάχα του ανθρώπινου είδους, για την επικράτηση της λογικής, για τους διαφωτισμούς και λοιπά.
Ξεπερνά κάθε αρρωστημένη φαντασία η απόφαση-πράξη κάποιου ή κάποιων να προβούν σε μαζικές δολοφονίες, νεαρών μάλιστα υπάρξεων (γιατί αυτό πονάει πιο πολύ -όταν οι γονείς θρηνούν παιδιά) επειδή και μόνο κάποιοι το αποφάσισαν σαν να μην τρέχει τίποτα, σαν να γίνεται ένα χρέος (;). 
Μπορεί οι «δημοκρατίες» μας να φαίνονται οιονεί ολοκληρωτικά καθεστώτα με τόσες κοινωνικές ανισότητες και χάος ανάμεσα σε ευνοημένους και δυστυχισμένους, πιθανώς να προκαλούν οργή και να καλλιεργούν το μίσος αυτές οι ανισότητες αλλά δεν αντιμετωπίζον η κρατική αυθαιρεσία και η βία των εξουσιών με αίμα αθώων.
Ισως να είχε δίκιο ο Λατίνος Τερέντιος (επηρεασμένος από γνώμη του δικού μας Μένανδρου) ότι τίποτα το ανθρώπινο δεν του ήταν ξένο -λες και ο άνθρωπος είναι σαν τη φύση, που αδιαφορεί για το κακό και την ανηθικότητα.
Αφού, λοιπόν, το ανθρώπινο είδος είναι ικανό να κάνει τα πάντα, κάπως αλλιώς πρέπει να θωρακιστεί η ανθρωπότητα απέναντι στη φρίκη αυτή -το πώς είναι θέμα των ίδιων των κοινωνιών που ανέχονται τέτοιες διεστραμμένες εξουσίες (διότι αυτές είναι κυρίως υπεύθυνες για τις αντιανθρώπινες πράξεις και όχι τόσο ο φανατισμός αγράμματων και φανατικών θρησκόληπτων -οι ακραίες αυτές πράξεις οργανώνονται με λογική, όχι με συναίσθημα· αρκεί να θυμηθεί κανείς τον Χίτλερ και τους συνεργάτες του με πόση λογική οργάνωση ταπείνωσαν την έννοια άνθρωπος, με πόση ευσυνειδησία εξευτέλισαν το ανθρώπινο σώμα).
Είμαστε καταδικασμένοι να οδηγηθούμε στον αφανισμό μας ως είδος; Ποιος ξέρει...
Τουλάχιστον έχουμε πειστεί ότι δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει, ότι η κακιά στιγμή καραδοκεί, ότι είμαστε υποψήφια θύματα, ειδικά όταν οι εξουσίες είναι ανέλεγκτες και οι κοινωνίες αλληλοσπαράσσονται χωρίς να μπορούν να δουν την πηγή του κακού αλλά και αν το βλέπουν αδυνατούν να το αποτρέψουν.
Ο δυτικός πολιτισμός κινδυνεύει από την αλαζονεία του -υπεύθυνος ούτως ή άλλως για στυγερά αποικιοκρατικά εγκλήματα- και βεβαίως παρασύρει όλον τον πλανήτη· η φρίκη έχει εξαπλωθεί.
Οι ηγεσίες βέβαια επιρρίπτουν τις ευθύνες σε τρομοκράτες και εχθρούς τάχα της ανθρωπότητας· λησμονούν εύκολα το παρελθόν αλλά και το παρόν, τις τεράστιες ευθύνες τους, την εγκληματική πολλές φορές πολιτική τους.
Δεν γεννιέται κανείς τρομοκράτης, γίνεται, κατασκευάζεται, κάποιοι τον κατασκευάζουν και εκεί πρέπει να στραφούν όσες προσπάθειες τυχόν γίνουν για την εξάλειψή του.
Ποιοι είναι οι κατασκευαστές τρομοκρατών είναι εύκολο να το συμπεράνει κανείς. Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίζονται...

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

Το σόφισμα του «χρυσού μέσου όρου» ως η θεωρία των δύο άκρων



της Φιλίας Γεωργούδη

Το Σεπτέμβριο του 2012 ο Στέφανος Κασιμάτης της «Καθημερινής» έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για δημοκρατία»[1]. Στο άρθρο αυτό, ούτε λίγο ούτε πολύ, ευγνωμονούσε τη Χρυσή Αυγή που ήρθε ως ευκαιρία για να αναμετρηθεί, επιτέλους, η νομιμότητα «με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης, που όλοι το φοβούνται και κανείς δεν το αγγίζει· αυτό που σήμερα αποτελεί το βασικό εμπόδιο στη μετάβαση της χώρας από την εποχή των σοβιέτ με αστακομακαρονάδα (ελληνικό μοντέλο του σοσιαλισμού…) στη σύγχρονη πραγματικότητα».
Στην ουσία ο Στέφανος Κασιμάτης δεν είπε κάτι καινούριο: απλά συνέχισε να αναπαράγει το αφήγημα της θεωρίας των δύο άκρων, το οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται ευρέως στην Ελλάδα από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου το 2010 και με αιτία την αυξημένη μαχητικότητα των συγκεντρώσεων εναντίον της λιτότητας. Ήταν μια προσπάθεια των δυνάμεων του δικομματισμού να ενοχοποιήσουν την άνοδο της Αριστεράς, εξομοιώνοντάς την με την ταυτόχρονη (ολοένα αυξανόμενη) ενίσχυση της Χρυσής Αυγής.
Η αναζήτηση ή πολύ περισσότερο η υιοθέτηση ενός αφηγήματος δεν είναι κάτι κακό. Τουναντίον, στην πολιτική η ύπαρξή του λειτουργεί ως πυρήνας συγκρότησης πολιτικής ταυτότητας, αλλά και ως μέσο συσπείρωσης. Παράλληλα, σε περιόδους μεγάλης πόλωσης -όπως στις περιόδους οικονομικής κρίσης- το πολιτικό αφήγημα λειτουργεί ακόμα περισσότερο ως προμετωπίδα του εκάστοτε πολιτικού χώρου, διαμορφώνοντας τον κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο κινείται σημειολογικά, πολιτικά και στρατηγικά.
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, δε γίνεται λόγος για ένα αφήγημα ταυτοτικό. Δεν πρόκειται για την υιοθέτηση μιας αυτοπροσδιοριζόμενης πολιτικής εικόνας και ατζέντας που συνοδεύεται με ένα ταυτόχρονο όραμα, αλλά για ένα ετεροκαθοριζόμενο οικοδόμημα. Η υιοθέτηση και ο κανιβαλισμός της θεωρίας των δύο άκρων από τις δυνάμεις του κεντρώου, του κεντροφιλελεύθερου και του μέινστριμ δεξιού χώρου, εξυπηρετεί τη δαιμονοποίηση, την «απαγόρευση» στροφής στην Αριστερά κι άρα τον πολιτικό εγκλωβισμό σε «επιτρεπτά» και γνώριμα κομματικά σχήματα.
Έτσι, η Αριστερά εξομοιώνεται με την άκρα δεξιά (πέραν του ότι κόμματα της Αριστεράς τοποθετούνται εξ ορισμού στο άκρο) μέχρι και σήμερα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το αφήγημά τους ελλοχεύουν επικίνδυνοι και άκυροι, βέβαια, επαγωγικοί συλλογισμοί:
1. Η ελληνική αριστερά ταυτίζεται με τα καθεστώτα του πρώην ανατολικού μπλοκ «τα οποία είναι ίδια με τη ναζιστική Γερμανία».
2.Προσφάτως, η ελληνική αριστερά ταυτίστηκε με την κυβέρνηση της Βενεζουέλας (που αποτελεί και την πιο πρόσφατη προσπάθεια εξομοίωσης των δύο χώρων – μιας και η κυβέρνηση εκεί φέρεται αυταρχικά, φασιστικά – άρα και επαλήθευσης της θεωρίας των δύο άκρων).
3.Όπως προαναφέρθηκε, έχουν γίνει αρκετές φορές προσπάθειες σύνδεσης της Αριστεράς απ’ ευθείας με τη Χρυσή Αυγή από τις δυνάμεις που την αντιμάχονται. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το πρόσφατο περιστατικό στο Ελληνικό Κοινοβούλιο κατά την κοινή συνεδρίαση Επιτροπών για το πολυνομοσχέδιο. Βουλευτής της Χρυσής Αυγής χειροδίκησε εναντίον βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και γι’ αυτό κατηγορήθηκε ως υπεύθυνη η Αριστερά. Όχι μόνο υπονοήθηκε λοιπόν, αλλά ειπώθηκε ξεκάθαρα πως η Χρυσή Αυγή βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να αποπροσανατολίσει τον κόσμο από τα προς ψήφιση μέτρα.
Η θεωρία των δύο άκρων είναι μια τεμπέλικη, αλλά «τεμπέλικα αποτελεσματική» μέθοδος εξίσωσης δύο φύσει και θέσει αντίθετων ιδεολογιών. Και είναι τεμπέλικη διότι στην προσπάθειά της να εξομοιώσει δύο αντιδιαμετρικές ιδεολογίες, δε λαμβάνει υπόψη τα συγκροτητικά στοιχεία των υποστηρικτών τους, παρά παρουσιάζει τις θεωρίες in situ. Επιπλέον, ενέχει τόσο έντονα το στοιχείο της προκατάληψης, που κάνει τους πρεσβευτές της να αγνοούν τα γεγονότα. Για παράδειγμα, δεν υπήρξε στέλεχος της Αριστεράς που να αρνήθηκε να «δώσει τον Μεταξά στη Χρυσή Αυγή»[2]. Ούτε υπήρξε ποτέ στέλεχος της Αριστεράς που διετέλεσε στέλεχος ή ιδρυτικό μέλος της ΕΠΕΝ του Παπαδόπουλου[3]. Δεν είδαμε ποτέ αφιέρωση του Παττακού σε στέλεχος της Αριστεράς[4]. Και τέλος, δεν είδαμε δολοφόνους[5].
Είναι «τεμπέλικα αποτελεσματική» επειδή είναι επικίνδυνα υπεραπλουστευμένη κι εύπεπτη. Είναι μια θεωρία που συμπυκνώνεται σε μια πρόταση- τσιτάτο, χωρίς να κουράζει ιδιαίτερα το μυαλό. Βέβαια, εφόσον δεν έχει έρεισμα, δεν είναι ικανή να πείσει για πολύ (ή/και να πείσει πολλούς), ειδικά αν ληφθούν υπόψη και τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν λίγο παραπάνω.
Γενικά, η θεωρία αυτή αποτελεί ένα αφήγημα της φιλελεύθερης παγκόσμιας πολιτικής σκηνής, αυτού που κάποιοι αποκαλούν «ελιτίστικο αστισμό»[6]. Ούτως ή άλλως αποτελεί βασικό λάθος εργαλειακής ανάλυσης της πολιτικής ο μη- διαχωρισμός της ιδεολογίας από τη μεθοδολογία. Το γεγονός ότι τα παραδοσιακά ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης από τη ίδρυση τους οικειοποιήθηκαν αριστερές πλαισιώσεις ως τρόπο προσέγγισης των πιο αδύναμων κοινωνικών τάξεων, δε συνεπάγεται ότι είχαν την ίδια ιδεολογία με τα κόμματα της Αριστεράς. Έτσι, ο –προερχόμενος από σοσιαλιστικό υπόβαθρο- πατέρας του Ιταλικού φασισμού Μπενίτο Μουσολίνι, υιοθέτησε χειριστικά τα προτάγματα του σοσιαλισμού, ώστε να δώσει φιλολαϊκό προφίλ στο φασιστικό του οικοδόμημα. Τα ελάχιστα λεκτικά –κι όχι ρητορικά ή σημειολογικά- κοινά που παρατηρούνται μεταξύ της Αριστεράς και της άκρας δεξιάς ερμηνεύονται από αυτό και μόνο το γεγονός: οι ακροδεξιές ιδεολογίες οικοδομήθηκαν πάνω σε φιλεργατική παροχολογία, προκειμένου να εξωραΐσουν τη μανία τους για εθνική καθαρότητα (κι όλα όσα αυτή συνεπάγεται για την εργατική τάξη). Από εκεί και πέρα, υπάρχει η κουλτούρα, υπάρχει η ρητορική, οι ενέργειες και η αισθητική και προφανώς υπάρχουν τα πεπραγμένα.
Επιστρέφοντας στην ελληνική πολιτική σκηνή λοιπόν, η λογική παγίδα της θεωρίας των δύο άκρων μοιάζει με μια παρωχημένη καραμέλα που αυτοπαρουσιάζεται ως η έσχατη και μοναδική λύση. Είναι η διαλληλία των πολιτικών ελίτ που έχασαν τον έλεγχο της διακυβέρνησης που τόσα χρόνια κατείχαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ένα λογικό σφάλμα, τόσο αβάσιμο όσο είναι και το να εξισώνει κανείς τον Χίτλερ με τον Βαν Γκογκ, επειδή ζωγράφιζαν και οι δύο με νερομπογιές.


[1] http://www.kathimerini.gr/731901/opinion/epikairothta/arxeio-monimes-sthles/h-eykairia-ths-xryshs-ayghs-gia-th-dhmokratia
[2] https://www.youtube.com/watch?v=oGlWHPclMiA 
[3] http://www.koutipandoras.gr/article/adonis-hoyntikos-o-voridis
[4] http://tvxs.gr/news/ellada/idioxeiri-afierosi-toy-patakoy-ston-georgiadi 
[5] http://bit.ly/2qfK5Pb
[6] Για παράδειγμα βλέπε: Chip Berlet and Matthew N. Lyons, Debunking Centrist/Extremist Theory. How a Discredited Theory Undermines Civil Liberties and Progressive Social Change

Η Φιλία Γεωργουδή είναι υποψήφια Διδάκτορας Πολιτικής Επικοινωνίας και Εκλογικής Συμπεριφοράς στο ΕΚΠΑ

Πηγή: commonality.gr

Τρίτη 23 Μαΐου 2017

Μια σκληρή ανάμνηση



του Λευτέρη Τσίλογλου

Ήταν η μέρα που έφτανε με τρένο απ’ τη Θεσσαλονίκη, η σορός του δολοφονηθέντος βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη. Την εποχή εκείνη ήμουν φοιτητής. Τα ρούχα που διέθετα ήταν ασφυκτικά περιορισμένα κι έτυχε εκείνη την ημέρα να μην έχω καθαρό πουκάμισο. Έτσι δανείστηκα από τον συγκάτοικό μου μια μπλούζα. Αυτές που τότε έλεγαν μπλούζες κολλεγίου. Ήθελα να είμαι κάπως ντυμένος γιατί το απόγευμα προς το βράδυ η νεολαία της Αριστεράς οργάνωνε στον Πειραιά μια συγκέντρωση τιμής και σεβασμού.
Η ελληνική κοινωνία ήταν από μέρες σε διέγερση, μετά την απροκάλυπτη δολοφονική επίθεση σ’ έναν εκπρόσωπο του ελληνικού κοινοβουλίου. Ανήσυχη αλλά κι αποφασισμένη, κάτω από τον ορυμαγδό των αποκαλύψεων για τον εσμό των παρακρατικών οργανώσεων. Για μια ακόμα φορά φάνηκε ανάγλυφα πως δρούσαν ανενόχλητες ανά την ελληνική επικράτεια και εργάζονταν, σε αγαστή συνεργασία, με ορισμένα κέντρα της κρατικής εξουσίας και με σκοπό τη διατήρηση τους με κάθε θυσία στην εξουσία. Όμως το λαϊκό κίνημα το τελευταίο διάστημα φούντωνε και ο άνεμος της επερχόμενης αλλαγής θώπευε τις κρυφές ελπίδες μας. Νέες δραστήριες δυνάμεις έμπαιναν στο στίβο των αγώνων σπάζοντας την ατμόσφαιρα τρομοκρατίας που η δεξιά είχε επιβάλει τα προηγούμενα χρόνια στην ελληνική πολιτική ζωή.
Εμείς, νέοι με ζεστό αίμα, σίγουροι για το δίκιο των αιτημάτων μας, εκείνη την εποχή δεν περπατούσαμε. Με τη νεανική ζωντάνια, συνδυασμένη και με την δικαιολογημένη αφέλεια που σέρναμε, πετούσαμε, πνιγμένοι από την αγανάκτηση, απαιτούντες την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων, υπεραισιόδοξοι ότι η νίκη πλέον μας προσεγγίζει καλπάζοντας. Συγχρόνως ήμασταν αποφασισμένοι για κάθε προσφορά και προσωπική θυσία.
Ο σταθμός του τρένου φυλαγόταν από ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας και ήταν δύσκολο να τον προσεγγίσουμε. Δε θυμάμαι ακριβώς πως, έπεσε γραμμή - από στόμα σε στόμα - να πάμε στο Πασαλιμάνι. Τι τραγικό! Είχα πάει παρέα με δυο αγαπημένους φίλους, που έφυγαν τόσο νωρίς από κοντά μας. Τον Γιάννη Μπανιά και τον Τάκη Παππά. Κι οι τρεις, εκείνη την εποχή, μέλη του οργάνου της σπουδάζουσας στη νεολαία της ΕΔΑ είχαμε και καθοδηγητικές ευθύνες. Όταν θεωρήθηκε ότι μαζεύτηκαν αρκετοί, άρχισαν τα αντικυβερνητικά συνθήματα, αλλά αμέσως καταλάβαμε ότι πέσαμε σε παγίδα. Από τους παράδρομους βγήκαν πάνοπλες οι διμοιρίες των αστυφυλάκων αποφασισμένοι να μας λιώσουν. Και το πέτυχαν. Το ξύλο που έπεσε ήταν πρωτοφανές για εκείνη την περίοδο. Μέσα σε λίγο χρόνο άνοιξαν κεφάλια και το αίμα έτρεχε άφθονο.
Ενώ ετοιμαζόμασταν για στρατηγική αποχώρηση, δίπλα μου ήρθε ένα νέο παιδί με το πρόσωπο γεμάτο αίματα απ’ το ανοιγμένο κεφάλι του. Τον αγκάλιασα και κίνησα να το πάω παράμερα για λόγους προστασίας. Μάταια. Αμέσως έπεσα κι εγώ θύμα ξυλοδαρμού, με τελική κατάληξη τη σύλληψη μου. Δυο όργανα με έσυραν κυριολεκτικά κρατώντας με σφιχτά από τα χέρια προς την πλατεία Κοραή. Όταν μετά κόπων και βασάνων φτάσαμε εκεί βρέθηκα μπροστά σε μια νέα δυσάρεστη έκπληξη.
Κατά μήκος του δρόμου, μέχρι το αστυνομικό τμήμα ήταν παρατεταμένοι πάνοπλοι αστυνομικοί σε δυο σειρές, δημιουργώντας ένα στενό διάδρομο. Όχι ως τιμητική φρουρά, αλλά έχοντας ίσως και την εντολή να χτυπάνε κατά βούληση τους άτυχους που περνούσαν αναγκαστικά απ’ ανάμεσά τους. Τότε το αστυνομικό τμήμα βρισκόταν επί της οδού Βασιλέως Κωνσταντίνου (σήμερα Ηρώων Πολυτεχνείου) δίπλα στον ιερό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.
Τέτοιο ξύλο δεν είχα μέχρι τότε δοκιμάσει. Αυτό θα γινόταν μετά από λίγα χρόνια και με άλλη μέθοδο στην ταράτσα της Μπουμπουλίνας. Όλοι οι συλληφθέντες οδηγηθήκαμε σε όροφο και στα σκαλιά ανεβαίνοντας συνεχίστηκε χωρίς διακοπή το μαρτύριο του άγριου ξυλοδαρμού από αστυφύλακες που ήταν παρατεταμένοι κατά μήκος της σκάλας. Εκεί συνάντησα φίλους και γνωστούς σε άθλια, σαν και μένα, κατάσταση. Κάποιους θυμάμαι και θα τους αναφέρω, αλλά για κάθε ενδιαφερόμενο υπάρχουν οι εφημερίδες της εποχής.
Ο Μιχάλης Οικονόμου, που κρατούσε το αυτί του, με εσωτερική αιμορραγία, η γυναίκα του Πόπη Στρατή, αδελφή του φίλου Γιάννη. Ο Γιώργος Ντάσσης, αδελφός του Στράτου, και πολλοί άλλοι που ας με συγχωρήσουν που δεν θυμάμαι και δεν τους αναφέρω στη σημερινή μου αναφορά.
Μας άφησαν ελεύθερους, χωρίς να μας απαγγείλουν κατηγορίες- με ποιες άλλωστε- γύρω στις τρεις το πρωί, στραπατσαρισμένους και με έκδηλα τα σημάδια της κακοποίησης. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η καθαρή και δανεισμένη μπλούζα του συμπατριώτη μου ήταν γεμάτη με αίματα δικά μου, αλλά και του παιδιού που αποπειράθηκα να προστατεύσω. Συγκοινωνίες δεν υπήρχαν, για ταξί με τα δεδομένα της εποχής ούτε συζήτηση.
Με μεγάλη δυσκολία και σε ώρες περπατώντας κατορθώσαμε, εγώ κι ο Γιώργος, να φτάσουμε με τα πόδια στο σπίτι του που ήταν κοντά στο σταθμό του ηλεκτρικού της Καλλιθέας. Λίγο πριν την ανατολή του ήλιου. Σκεπτόμενος μετά τόσα χρόνια τα γεγονότα, μου μένει, ως ζωντανή ανάμνηση, η λύσσα των αστυνομικών οργάνων και η ένταση του ξυλοδαρμού. Ίσως ήταν ένα είδος προειδοποίησης. Το μήνυμα τρομοκράτησης που ήθελε να δώσει η αστυνομία είχε δοθεί, αλλά εμείς εκείνη την εποχή δεν χαμπαρίζαμε τίποτα και δεν ορρωδούσαμε προ ουδενός.

Δευτέρα 22 Μαΐου 2017

«Δύο κακών» μύρια έπονται...



του Κώστα Γαλανόπουλου

Η συζήτηση περί επιλογής του μικρότερου κακού προϋποθέτει την εξής παραδοχή: ότι υπάρχουν δύο πράγματα τα οποία είναι δυνατόν να ζυγιστούν και, ως ανισοβαρή, να βρεθεί το ελαφρύτερο. Αυτή, όμως, η παραδοχή με τη σειρά της προϋποθέτει ότι τα αντιπαραβαλλόμενα μέρη είναι της ίδιας φύσης και ότι αυτή η κοινή φύση μάς παρέχει και το μέτρο που μας επιτρέπει να σταθμίσουμε τη βαρύτητα των συνεπειών τους.
Αν δεχθούμε τα παραπάνω, τότε μπορούμε να αρνηθούμε την ίδια τη νομιμότητα της επιλογής μεταξύ των δύο, στρέφοντας την κριτική μας σε αυτήν ακριβώς την κοινή φύση η οποία καθιστά την όποια διαφοροποίηση επιμέρους και άρα μη καθοριστική. Ή, από την άλλη, σταθμίζοντας την ένταση και έκταση των συνεπειών, να επιλέξουμε το μέρος που μας φαίνεται ως εκείνο με τις ελαφρύτερες συνέπειες.
Η επιχειρηματολόγηση υπέρ της μιας ή της άλλης στάσης είναι συνεπώς νόμιμη, καθώς ο κοινός τόπος είναι ακριβώς αυτή η προϋποτιθέμενη δυνατότητα αντεπιχειρηματολογίας. Τι γίνεται, όμως, όταν το ένα από τα δύο μέρη καταργεί εξαρχής αυτή τη δυνατότητα, τοποθετούμενο εκτός του κοινού αυτού τόπου; Τότε, η όποια νομιμότητα του, αποδεκτού ή μη, διλήμματος καταρρέει.
Και αυτό είναι που συμβαίνει όταν στο ένα πιάτο της ζυγαριάς τοποθετείται ο φασισμός. Το δίλημμα, τότε, δεν αφορά την αποδοχή του ή όχι, αφορά την ίδια τη δυνατότητα του διλήμματος. Η ελεύθερη επιλογή προσδιορίζει το ένα από τα δύο σημεία του κοινού τόπου που ο φασισμός αρνείται και καταργεί. Το δεύτερο σημείο το οποίο ο φασισμός αρνείται είναι η καταστατική και προγραμματική δέσμευση στην επιδίωξη της όσο το δυνατόν πληρέστερης και καθολικότερης συνθήκης ευζωίας και ευδαιμονίας.
Από τις μοντέρνες πολιτικές ιδεολογίες είναι μόνο ο φασισμός ο οποίος αρνείται, καταστατικά, τη δέσμευση αυτή, καθώς από τη δική του ευτοπία αποκλείονται εξαρχής μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Και είναι ακριβώς μέσω αυτού του αποκλεισμού πάνω στον οποίο βασίζεται η επίτευξη της φασιστικής ευτοπίας.
Η αυτονομία του φασιστικού φαινομένου δεν σημαίνει ότι ο φασισμός αποτελεί μια παρεκτροπή ή την εξαίρεση από τον κανόνα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το τερατογέννημα παραμένει τέκνο των γεννητόρων του, είναι όμως με τον δικό του τρόπο διά βίου ανάδελφο.
Η θέση ότι ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να οδηγήσει ή αποτελεί ήδη μια μορφή φασισμού παραβλέπει όλα τα παραπάνω. Πρόκειται για μια διαφορετική μορφή αναγωγισμού, καθώς παραβλέπει ότι την εμφάνιση του φασισμού κάνουν δυνατή μια σειρά από βαρύτατα ιδεολογικά και αξιακά φορτία, τα οποία μπορούν να είναι, και εν πολλοίς είναι, αντικαπιταλιστικά και αντιαστικά.
Ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί στρεβλωτική συνέχεια του φιλελευθερισμού, οι καταστατικές αρχές του οποίου είναι ως προς τα δύο σημεία που αναφέραμε δομικά αντιφασιστικές. Ακόμη και αν ο φιλελευθερισμός αποτυγχάνει, και θα εξακολουθεί να αποτυγχάνει, στην επίτευξη της δικής του ουτοπίας, η επικαιροποιημένη εκδοχή του σοσιαλφασισμού ως «φιλεφασισμού» και «νεοφιλεφασισμού» παραμένει εξίσου τερατώδης.
Αλλωστε, η επισήμανση των αυταρχικών και αντιδημοκρατικών συνεπειών ως προδρόμων, ή ως μορφών, του φασισμού μπορεί να στρέψει το βλέμμα και προς άλλες κατευθύνσεις. Ομως ούτε ο σταλινικός ολοκληρωτισμός είναι μορφή φασισμού, και αυτό δεν αποτελεί απλώς ζήτημα εννοιολογικής καθαρότητας.
Ο Richard Evans περιγράφει πώς το ναζιστικό καθεστώς χρειάστηκε μια μακρά περίοδο σταδιακής επιβολής της απόλυτης δικτατορίας του. Αυτό έγινε δυνατό μέσω της συστηματικής καταστολής όλων των πολιτικών και κοινωνικών δημοκρατικών θεσμών και των αντίστοιχων δικαιικών εγγυήσεων (Richard Evans, «The Third Reich in Power», Penguin, 2006).
Η αποτυχία, και απροθυμία, των αντιφασιστικών δυνάμεων να συγκροτήσουν ένα αδιάρρηκτο Λαϊκό Μέτωπο έδωσε τη δυνατότητα στο ναζιστικό κόμμα να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που το αστικό κράτος παρείχε, με στόχο όχι μόνο την κατάργησή του αλλά και την αποψίλωση του κοινού τόπου της νεωτερικότητας.
Η ταύτιση του φασισμού με τον καπιταλισμό, και τώρα με τον νεοφιλελευθερισμό, παραβλέπει ότι τα φασιστικά κινήματα κινητοποιούν μεγάλους αριθμούς πολιτών ακριβώς σε μια αντικαπιταλιστική και αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Το να αρνούμαστε αυτό το γεγονός σημαίνει ότι αρνούμαστε την αυτεξουσιότητα και συνειδητότητα αυτών των πολιτών, επαναφέροντας από την πίσω πόρτα λανθασμένες ερμηνείες του φασισμού ως πολιτικής έκφρασης μαζικού ανορθολογισμού.
Η εναντίον τους πολεμική οφείλει να αντιμετωπίζει τις διακηρυγμένες πολιτικές, ιδεολογικές και αξιακές θέσεις τους ως τέτοιες, στην ονομαστική αξία τους -και όχι να ερμηνεύει ένα μαζικό πολιτικό κίνημα μέσω δικών της ερμηνειών για τις ανομολόγητες βλέψεις ή τις κεκαλυμμένες ή «αληθινές» πολιτικές των ακροδεξιών ελίτ. Ο πόλεμος είναι, πρωτίστως, πόλεμος ιδεών και στις φασιστικές ιδέες δεν αφήνεις το παραμικρό περιθώριο επένδυσής τους με κυβερνητική εξουσία. Με το όποιο κόστος.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Ζούσε τη ζωή της (1962)




Για μένα το καλοκαίρι ξεκινάει όταν ανοίγουν οι πόρτες των θερινών κινηματογράφων. Όταν ζωντανεύουν οι ταράτσες, τα πάρκα, οι ακάλυπτοι χώροι των πολυκατοικιών κι όπου αλλού μπορεί να  φιλοξενηθεί το λευκό πανί της μεγάλης οθόνης, προσφέροντας στη καθημερινότητά μας μία ξεχωριστή μαγεία. Η μαγεία αυτή είναι ακόμη πιο έντονη όταν στη μεγάλη οθόνη προβάλλονται ταινίες από τον παλιό καλό κινηματογράφο και συγκεκριμένα από την περίοδο της Nouvelle Vague. Πόσο μάλλον όταν η ταινία είναι δημιούργημα του πρωτοπόρου σ' αυτό το κινηματογραφικό κίνημα Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και για να γίνω πιο σαφής, όταν προβάλλεται η τρίτη κατά σειρά ταινία του, το "Vivre sa vie" με την αξεπέραστη γοητεία της Άννα Καρίνα. 
Η ιστορία αναφέρεται σε μία νεαρή κοπέλα την Νανά, η οποία εγκαταλείπει τον σύντροφό της και το παιδί τους για να ακολουθήσει το όνειρο της και να γίνει σταρ του θεάτρου αλλά και του σινεμά. Όμως για να το πετύχει αυτό, γίνεται βορά στους άλλους θυσιάζοντας κομμάτια του εαυτού της και της ελευθερίας της, φτάνοντας στο σημείο να προσφέρει και την ίδια της τη ζωή. Παρόλο που η Νανά θεωρεί πως η ψυχή της θα μείνει ανεπηρέαστη στην επιλογή που κάνει για να επιβιώσει και να διεκδικήσει την ελευθερία της, στην πορεία θα διαπιστώσει πως όλα είναι φθαρτά και μη αναστρέψιμα. Δυστυχώς αυτό το συνειδητοποιεί πια αργά, σε μια κατάσταση που δεν έχει γυρισμό.
Η ταινία χωρίζεται σε δώδεκα κεφάλαια, τα οποία δείχνουν βήμα προς βήμα την οικονομική παρακμή και την εκπόρνευση της πρωταγωνίστριας. Παρόλο που τα κεφάλαια συσχετίζονται άμεσα μεταξύ τους, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να τους προσφέρει διαφορετικό εκφραστικό ύφος, προβληματισμό αλλά και τρόπο κινηματογράφησης. Μέσα σ' αυτά τα κεφάλαια παρακολουθούμε την Νανά να κάνει στην καθημερινότητά της διάφορες πρόβες όχι επειδή επιδιώκει να βρει το σωστό τονισμό ενός θεατρικού μονόλογου αλλά διότι πιστεύει πως γίνεται πιο κατανοητός αυτός που προφέρει πεντακαθαρά αυτά που θέλει να πει σε άλλους ανθρώπους. 
Παράλληλα, η ηρωίδα αρχίζει να φιλοσοφήσει το νόημα της ζωής μέσα από συζητήσεις με διάφορους θαμώνες, μέσα από εσωτερικούς μονόλογους σε μοναχικές περιπλανήσεις στο Παρίσι ή χορεύοντας παιχνιδιάρικα γύρω από ένα μπιλιάρδο. Το αποκορύφωμα αυτών των εσωτερικών αναζητήσεων εκδηλώνεται στη συζήτηση που αναπτύσσει με τον υπαρξιστή Μπράις Παρέν, όπου πραγματοποιείται μια ανάλυση της επικοινωνίας, του έρωτα και της αγάπης. 
Στη συζήτηση αυτή, η Νανά αναρωτιέται αν είναι ανάγκη οι άνθρωποι να μιλούν μεταξύ τους. Ένας εύστοχος προβληματισμός που ξεπηδάει μέσα από μία κοινωνία που φλυαρεί αλλά δεν λέει απολύτως τίποτα. Ο φιλόσοφος με την άκρως ευγενική φυσιογνωμία του, της εξηγεί τους λόγους που θεωρεί πως οι λέξεις έχουν αξία, καθώς μ' αυτές εκφράζονται τα συναισθήματα κι η αγάπη. Με τις λέξεις γράφεται η ιστορία. Με τις λέξεις συνδεόμαστε με το παρελθόν και προσπαθούμε να σχεδιάσουμε το μέλλον. 
 



Η ηρωίδα της ιστορίας, με το όνομα Νανά να προέρχεται σίγουρα από το διάσημο βιβλίο του Εμίλ Ζολά, παραμένει καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας μία αινιγματική προσωπικότητα. Δε μαθαίνουμε τίποτα για το παρελθόν της, τους ανθρώπους της και τα όνειρά της. Μοιραζόμαστε μόνο τις παροντικές της σκέψεις. Οι μπρεχτικοί διάλογοι που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της ταινίας, αναπτύσσουν τους προβληματισμούς του δημιουργού για το νόημα της ζωής αλλά και τον ρόλο του καθενός μας στην κοινωνία. Βρήκα εξαιρετική τη συζήτηση της Νανά με μία φίλη της όπου της εξηγεί το πόσο υπεύθυνος οφείλει να είναι κανείς με τις πράξεις του και τη ζωή του. Με απλές κι ορθές αποφάσεις ορίζει ο καθένας την πορεία του σ' αυτή τη ζωή.
Ο δημιουργός μέσα από τη συγκεκριμένη ταινία, συνδυάζει με μεγάλη μαεστρία τη μυθοπλασία με το ντοκιμαντέρ, παρουσιάζοντας έναν κόσμο προσωπικής σκέψης που μέσα από τη δημιουργική φαντασία του καλλιτέχνη και τις συνεχείς αναφορές και παραπομπές, παίζει ένα διαρκές κρυφτό με τον θεατή. Παράλληλα "αφήνει" τους ηθοποιούς να αυτοσχεδιάσουν και να δράσουν ελεύθερα, δίνοντας τους μ' αυτόν τον τρόπο μια απίστευτη αυθεντικότητα στα πρόσωπα που υποδύονται.   
Η Άννα Καρίνα για μία ακόμη ταινία είναι ένα όνειρο. μέσα από την ερμηνεία της, την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά της, το γοητευτικό της βλέμμα, τη μυστηριώδης προσωπικότητά της και την εκπληκτική της φωνή. Ένας άγγελος που έτυχε να γεννηθεί στη Δανία και να αναδειχθεί στη Γαλλία, αφήνοντας ανεξίτηλο το σημάδι του για πάντα τόσο στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο όσο και στις καρδιές μας. Ερμηνευτικά ήταν εκπληκτική, με εντυπωσιακό το πέρασμα του βλέμματός της από την αγωνία στην μελαγχολία κι από τη διάθεση για ζωή στην απάθεια λίγο πριν το τραγικό φινάλε. Επίσης στάθηκε συγκλονιστική συνομιλήτρια με τον φιλόσοφο στο καφέ αλλά κι απίστευτα αξιαγάπητη με το αθώο και ζωηρότατο χορό της με συνοδεία τη μουσική του τζουκ-μποξ.



  
Τέλος, ένας ακόμη λόγος που κατατάσσω την παραπάνω ταινία στα αριστουργήματα του παρελθόντος, είναι ο φόρος τιμής του σκηνοθέτη σε παλιότερα κινηματογραφικά κινήματα μέσω πόστερ που εμφανίζονται σε διάφορα πλάνα αλλά και στη σκηνή που η Νανά παρακολουθεί συγκινημένη σε μία σκοτεινή αίθουσα την ταινία "Το πάθος της Ζαν Ντ’ Αρκ" του Κάρλ Ντράγιερ. Φυσικά ο Γκοντάρ όταν γύριζε το "Vivre sa vie" δε γνώριζε πως η φιλμογραφία του θα αποτελούσε ένα εκπληκτικό κεφάλαιο όχι μόνο στο γαλλικό αλλά και στον παγκόσμιο κινηματογράφο.
Το "Ζούσε τη ζωή της" είναι μια από τις πιο γοητευτικές ταινίες του Γκοντάρ που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να γοητεύει με τον αυθορμητισμό και την ειλικρίνειά της. Για μένα όμως είναι η αποθέωση της λατρεμένης Άννα Καρίνα. Είναι η αρχή μιας νοσταλγικής εποχής που κυριάρχησε το πιο όμορφο μελαγχολικό βλέμμα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου.  

Βαθμολογία: 9/10

Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Το μυστικό της αλλαγής



της Γεωργίας Παπαγεωργίου

Ο Φαραώ ήξερε το μυστικό της υπακοής: Για να γνωρίζει ο λαός τον φόβο, να τιμωρείς όχι τους ένοχους, αλλά τους αθώους.
Εάν υποθέσουμε ότι η ρητορική τρομοκρατίας που υιοθετούν πολιτικοί και μέσα ενημέρωσης αποσκοπεί στην αδρανοποίηση και στον εκφοβισμό των πολιτών, αυτό επετεύχθη σίγουρα. «Η πολιτική ανυπακοή (civil disobedience) δεν είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι η υπακοή των πολιτών» έλεγε ο Χάουαρντ Ζιν, μιλώντας για την πολιτική ανυπακοή, εξηγώντας πως οι φυλακές είναι γεμάτες μικροαπατεώνες, ενώ οι μεγαλο-απατεώνες έχουν ακόμη δύναμη στα χέρια τους. Έτσι εξηγείται πώς πολίτες με πταίσματα φυλακίζονται και στον αντίποδα άτομα εξουσίας, που θα έπρεπε να τιμωρηθούν, εξαγνίζονται στα δικαστήρια και, καθαροί πια, επικαλούνται τη Δικαιοσύνη.
Ακόμη ένα κοινό επιχείρημα στον διάλογο μεταξύ πολιτών για την κρατούσα κατάσταση είναι ότι κανείς δεν αντιδρά. Την ίδια στιγμή, όλοι βλέπουν μια αλλαγή στους ανθρώπους, στην κοινωνία, αλλά μάλλον όχι τέτοια όπως το φανταζόμαστε οι πολλοί, αφού λόγω απελπισίας περιμένουν θαύματα.
Η αλλαγή όμως είναι ορατή και δεν εντοπίζεται πια μόνο στον τρόπο που οι άνθρωποι συμπεριφέρονται ως συμπολίτες ή ως καταναλωτές, αλλά και ως εργαζόμενοι. Στο επιχείρημα της εργοδοσίας «...αλλιώς θα κλείσουμε», πλέον υπάρχει απάντηση και μάλιστα ακούγεται ηχηρά: «Ας κλείσουμε!».
Στην Ελλάδα, όπου οι μισθοί όλων μειώνονται και γι’ αυτό (όχι αδικαιολόγητα πάντως) αρκετοί δεν είναι το ίδιο παραγωγικοί, υπεύθυνοι ή μειώνουν τον «όγκο» εργασίας που κάποτε έφερναν αναντίρρητα σε πέρας, κάποιοι εξακολουθούν να είναι σωστοί στη δουλειά τους. Αντέχουν όχι γιατί υπακούν, αλλά έτσι αντιδρούν.
Τη διαφορά έκανε και ο βιολιστής στη Βενεζουέλα. Μέσα στον πανικό της διαδήλωσης, ένας άνθρωπος δεν υπάκουσε ούτε στις νόρμες του τυφλού ξεσπάσματος θυμού ούτε σε αυτές της κυβέρνησης. Απλώς έπαιζε τον εθνικό ύμνο της χώρας, γιατί συνδετικός κρίκος όλων είναι αυτό ακριβώς: Η χώρα στην οποία ζουν.
Την αλλαγή στην Ελλάδα φέρνουν εκείνοι που καθημερινά, παρ' ότι διαρκώς μειώνονται οι μισθοί τους, εξακολουθούν να είναι άνθρωποι. Ακόμη και εκείνοι οι γραφικοί, που πριν από χρόνια ξεκίνησαν να μποϊκοτάρουν ξένα προϊόντα και να αγοράζουν ελληνικά (όσο υπάρχουν τουλάχιστον). Λίγα χρόνια μετά, όλες οι αλυσίδες διαφημίζουν ότι εμπορεύονται ελληνικά προϊόντα.
Για προκαλέσουν την αλλαγή που επιθυμούν οι πολίτες, χρειάζονται γνώση. Αυτό τον δρόμο έδειξαν και οι απόφοιτοι και τελειόφοιτοι του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, που δημιούργησαν ιστοσελίδα στην οποία εξηγούν περίπλοκους οικονομικούς όρους. Είναι οι μικρές πράξεις, που επαναλαμβανόμενες από εκατομμύρια ανθρώπους, μπορούν να μεταμορφώσουν τον κόσμο.*

* Howard Zinn “A Power Governments Cannot Suppress”, 2006

Πηγή: Αυγή

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Τι ομαδάρα!


Δε μετριούνται πλέον οι συγκινήσεις που μας προσφέρει αυτή η υπερομάδα! 
Φύγαμε σφαίρα για το τέταρτο ευρωπαϊκό στην αγαπημένη μας πόλη! 
Ο μπασκετικός Ολυμπιακός είναι η αιώνια ομάδα της καρδιάς μας!
Σ' ευχαριστούμε Θρύλε για μία ακόμη φορά!

Μπενεβέντο, μία πόλη με πολλές όψεις



Το Μπενεβέντο ήταν η τελευταία πόλη που επισκεφθήκαμε στο φετινό μας οδοιπορικό ταξίδι. Την τοποθετώ όμως τώρα για να κλείσω το κεφάλαιο της Καμπανία. Η τελευταία μας αυτή στάση βρίσκεται 50 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Νάπολη και γύρω στα 230 χιλιόμετρα από την Ρώμη, τα οποία και διανύσαμε σε λιγότερο από δυο ώρες για να προλάβουμε την πτήση μας γι' Αθήνα.
Η πόλη πατάει στα θεμέλια της αρχαίας ελληνικής πόλης Βενεβεντός (στα ρωμαϊκά χρόνια ονομαζόταν Beneventum). Κατά την περίοδο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι κάτοικοι πίστευαν πως η πόλη τους ιδρύθηκε από τον Διομήδη, ο οποίος εγκαταστάθηκε εκεί μετά τον τρωικό πόλεμο. Είναι γνωστό πως πολλές ιταλικές πόλεις έχουν συνδέσει την ίδρυσή τους με την πτώση της Τροίας, προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο να υιοθετήσουν την αρχαία ελληνική μυθολογία-ιστορία με τον δικό τους πολιτισμό.
Στην πόλη φτάσαμε μεσημέρι Κυριακής. Ήδη στους δρόμους επικρατούσε απόλυτη ηρεμία. Τα αυτοκίνητα λιγοστά κι οι κάτοικοι σχεδόν απόντες. Αυτό μας έδωσε την αίσθηση πως ολόκληρη η πόλη μας ανήκει. Βγήκαμε στον κεντρικό πεζόδρομο κι από εκεί αναζητήσαμε όλα τα αξιοθέατα. Η παρουσία μας κι η περιπλάνησή μας στην άδεια πόλη ήταν τόσο αισθητή που τράβηξε την προσοχή ενός περιπολικού, το οποίο μας τίμησε με μία εξακρίβωση στοιχείων. Μέχρις όμως να φτάσουμε σ' αυτό το απρόοπτο περιστατικό, είχαμε προλάβει να δούμε τα κυριότερα αξιοθέατα της πόλης.
Το Μπενεβέντο έχει μακρά ιστορία ενώ το ιδιαίτερο γεωγραφικό του σημείο, το ανάγκασε να βρεθεί κάτω από την κυριαρχία πολλών λαών, οι οποίοι άφησαν το δικό τους ίχνος. Γι' αυτό κι η όψη της πόλεις αλλάζει από στενό σε στενό. Από τα ρωμαϊκά ερείπια του παρελθόντος, φτάνουμε σε νορμανδικά καμπαναριά, μπαρόκ κτίρια, νεοκλασικά ανάκτορα αλλά και σύγχρονες κατοικίες φασιστικής αρχιτεκτονικής.
Πρώτο αξιοθέατα που συναντήσαμε ήταν ο καθεδρικός ναός της Santa Maria Assunta (02:05-02:30), ο οποίος χρονολογείται από τον 9ο αι. ενώ το καμπαναριό του στήθηκε λίγους αιώνες αργότερα. Ο ναός είναι κλασσική περίπτωση ρομανικής τεχνοτροπίας αλλά αυτό που κερδίζει τις εντυπώσεις είναι τα μαρμάρινα συμπληρώματα της πρόσοψης από παλιότερες ανάγλυφες επιγραφές και μέλη γλυπτών, δημιουργώντας έτσι ένα ενδιαφέρον ιστορικό και καλλιτεχνικό μωσαϊκό. Έπειτα το λευκό μάρμαρο που κυριαρχεί σ' όλην την εξωτερική επιφάνεια του ναού, δίνει λάμψη στη διπλανή πλατεία.
Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε στον κεντρικό πεζόδρομο, αλλά σύντομα σταματήσαμε για να αντικρίσουμε την εντυπωσιακή εμφάνιση της θριαμβευτικής αψίδας του Τραϊανού (03:35-04:00). Το μνημείο ανεγέρθηκε το 114 μ.Χ. και λειτούργησε ως πύλη που συνέδεε την πόλη με το Μπρίντιζι. Το μνημείο είναι τεράστιο για τα δεδομένα της πόλης. Γι' αυτόν τον λόγο θεωρείται το μνημείο-σύμβολο του Μπενεβέντο. Πηγαίνοντας κοντά του, παρατήρησα καλύτερα τις ανάγλυφες διακοσμήσεις του. Μορφές Νίκης πλαισιώνουν το χώρο πάνω από την καμάρα ενώ περιμετρικά έχουν αποτυπωθεί πολιτικές και στρατιωτικές στιγμές του Τραϊανού.
Συνεχίσαμε την βόλτα μας προς τα πάνω όπου ο δρόμος κατέληγε στο κεντρικό σημείο της πόλης με τον λιτό λομβαρδικό ναό της Αγιά Σοφιάς (00:39-00:47). Ο ναός είχε χτιστεί από τμήματα ενός παλιότερου ναού της Ίσιδας. Το κτίριο καταστράφηκε από έναν σεισμό του 1688 και ξαναχτίστηκε με μπαρόκ επεμβάσεις. Ο εσωτερικός του διάκοσμος καλύφθηκε από τις τότε αποκαταστάσεις αλλά ξαναβγήκε στην επιφάνεια από τις συντηρήσεις που πραγματοποιήθηκαν το 1951. Ήταν περίεργη η αίσθηση που ένιωσα όταν διαπίστωσα πως υπάρχει ναός για την Αγιά Σοφιά και στην Ιταλία, μιας και γνώριζα μέχρι τότε πως το προνόμιο αυτό το είχαν μόνο η Κωνσταντινούπολη, η Θεσσαλονίκη κι η Μικρά Ασία. Ο ναός αυτός έχει χαρακτηριστεί μνημείο της Unesco.
Λίγα μέτρα πιο πέρα βρίσκεται το ψηλότερο σημείο της πόλης, πάνω στο οποίο δεσπόζει το Rocca dei Rettori (02:31-03:14). Το κάστρο αποτελείται από δυο κτίρια τα οποία οικοδομήθηκα σε διαφορετικές περιόδους. Το πρώτο ήταν το Torriore (ο Μεγάλος Πύργος), το οποίο χτίστηκε από τους Λομβαρδούς το 871 ενώ δίπλα του υπάρχει το Palazzo dei Governatori (01:00) το οποίο χτίστηκε από τους Πάπες το 1320. Το ενδιαφέρον μου και σ' αυτό το οικοδόμημα, το τράβηξαν τα διάσπαρτα ανάγλυφα κι αγάλματα που έχουν εντοιχιστεί ως δομικά υλικά στο τοίχο του πύργου. Περπάτησα αρκετή ώρα περιμετρικά του πύργου για να τα παρατηρήσω ένα-ένα.
Το παραπάνω χαρακτηριστικό το συναντήσαμε και σε άλλα κτίρια (03:15-03:34), κυρίως σπίτια τα οποία βρίσκονται περιμετρικά του αρχαίου ρωμαϊκού θεάτρου. Το αρχαίο θέατρο (01:55-02:04) ήταν και το τελευταίο μνημείο που επισκεφθήκαμε λίγο πριν φύγουμε προς Τσιαμπίνο. Χτίστηκε από τον Αδριανό κι επεκτάθηκε από τον Καρακάλλα. Ήταν αρκετά μεγάλο και χωρούσε 10.000 με 15.000 θεατές. Κι επειδή τα αρχαία θέατρα ήταν σημείο αναφοράς του μεγέθους των πόλεων εκείνης της εποχής, το συγκεκριμένο αποδεικνύει πως το Μπενεβέντο ήταν μία μεγάλη πόλη για 'κείνα τα χρόνια.
Αφού ολοκληρώσαμε τη βόλτα μας κι απολαύσαμε το τελευταίο μας γεύμα σε ιταλικό έδαφος, πήραμε το αμάξι για να καλύψουμε τα τελευταία χιλιόμετρα του ταξιδιού. Προσπάθησα να δω για τελευταία φορά τον Βεζούβιο. Δυστυχώς κρυβόταν πίσω από τα γύρω βουνά. Η ορατότητά μας προς την ιταλική ύπαιθρο περιορίστηκε αισθητά, μόλις μπήκαμε στην autostrada. Το ταξίδι είχε λάβει οριστικά τέλος. Μέσα στο μυαλό μας επικρατούσε ακόμη μία δίνη εικόνων, στιγμών, τοπίων και συναισθημάτων. Σιωπηλοί φτάσαμε μέχρι το αεροδρόμιο.
Τρεις βδομάδες μετά το ταξίδι εξακολουθούν όλα τα παραπάνω να στροβιλίζονται μέσα μου. Κομμάτι-κομμάτι προσπαθώ να τα ταξινομήσω και να τα συνθέσω μέσα απ' τις αναρτήσεις που ανεβάζω κάθε βδομάδα. Κι αυτό που με χαροποιεί ιδιαίτερα είναι πως ταξιδεύω κι εσάς στα μέρη που επισκέφθηκα με τα παιδιά.
Το ταξίδι εδώ μέσα συνεχίζεται. Ακολουθούν τα χωριά της Καλαβρία και τα Μπασιλικάτα κι αμέσως μετά θα περάσουμε στην Σικελία. 

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Μάρτυρες της πιο ηλίθιας προβοκάτσιας


Πέντε χρόνια μετά τον τραγικό Φλεβάρη του 2012 μαζεύτηκε η ίδια παρέα μπροστά από τη Βουλή, προσπαθώντας να σώσει όση αξιοπρέπεια έχει μείνει σ' αυτήν την κοινωνία. 
Ζήσαμε την κηδεία των παλιών κινητοποιήσεων. 
Ζήσαμε όμως και μία γελοία προβοκάτσια. 
Το στήσιμο των επεισοδίων ήταν αρκετά καλοστημένο για να μπορέσουν να βγουν καλογυρισμένα πλάνα για τα συστημικά μέσα προπαγάνδας. 
Όμως ήταν και παιδαριώδες. 
Για όσους έχουμε ζήσει πορείες κι επεισόδια στους δρόμους της Αθήνας, στάθηκαν "τυχεροί" στο να ζήσουν και την πιο ηλίθια προβοκάτσια των τελευταίων ετών. 
Γι' αυτό έχω να δώσω μία συμβουλή προς την κυβέρνηση, την αστυνομία και το παρακράτος τους: Την επόμενη φορά στήστε καλύτερα επεισόδια. 
Σήμερα ήσασταν τελείως γελοίοι. 

Τα μεμονωμένα περιστατικά βίας που έγιναν πλέον καθημερινή συνήθεια



Γέλασα με τη ψυχή μου αλλά και θύμωσα πολύ με τα άμεσα τιτιβίσματα νεοφιλελεύθερων παπαγάλων σχετικά με τα πρόσφατα έκτροπα των νεοναζί στη Βουλή. Το σκεπτικό ότι προκλήθηκε διένεξη για να τραβήξει τη προσοχή του κόσμου από το τέταρτο μνημόνιο που θα ψηφιστεί απόψε, είναι από την μία προσβλητικό απέναντι σε μία μερίδα κόσμου που έχει επίγνωση της όλης κατάστασης και για την οποία είμαι βέβαιος πως κανένα καραγκιοζιλίκι δεν μπορεί να της αποσπάσει την προσοχή από τα νέα απάνθρωπα μέτρα που έρχονται. Από την άλλη η στάση των εν λόγω προπαγανδιστών δημοσιογράφων είναι κι επικίνδυνη, διότι εκείνοι είναι τελικά που προσπαθούν να αποχαυνώσουν τον λαό με παιδαριώδεις λαϊκίστικες τακτικές.
Δυστυχώς οι λέξεις υπευθυνότητα κι ειλικρίνεια, λείπουν από το λεξιλόγιό τους αλλά κι από την ηθική τους, διότι αν τα είχαν θα έθεταν στους εαυτούς τους κυρίως αλλά και στους τηλεθεατές-ψηφοφόρους, ερωτήματα όπου θα αναζητούνταν τα πραγματικά αίτια της ανόδου και της εισόδου των νεοναζί στη Βουλή αλλά και για το θράσος τους σε τραμπουκισμούς εντός κι εκτός πολιτικής σκηνής.
Κι η αλήθεια είναι πως αν έψαχναν με σοβαρότητα τα αίτια θα έβλεπαν πως την μεγαλύτερη ευθύνη την έχουν οι ίδιοι, διότι τα τελευταία χρόνια με το λειτούργημά τους προώθησαν ξεδιάντροπα το νεοναζιστικό κόμμα κι έπειτα ακολουθούν οι πολιτικοί που έδειξαν (κι εξακολουθούν να δείχνουν) μία ύπουλη ανοχή απέναντι στην επικίνδυνη και βίαιη τακτική τους.
Φυσικά για να συμβεί αυτό, απαιτείται μία σοβαρή αυτοκριτική αλλά και μία ανάληψη ευθυνών προς όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις. Ποιος όμως έχει την ωριμότητα και τη σοβαρότητα για να το κάνει αυτό;
Όμως όσο παραμένουμε αδρανείς τόσο θα συνεχίζεται η θρασύτητα των νεοναζί, η οποία πλέον δεν περιορίζεται σε μεμονωμένα περιστατικά βίας. Έχει γίνει η καθημερινή τους συνήθεια. Μία ρουτίνα που με τον καιρό γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη.
Κι όταν έρθει η στιγμή που το ποτήρι θα ξεχειλίσει, πολύ φοβάμαι πως τα αντανακλαστικά μας θα βρίσκονται σε μία τραγική αδράνεια. Εξάλλου αυτό φάνηκε μέσα στο κοινοβούλιο όπου ο προεδρεύων φώναζε και ξαναφώναζε «φρουρά» χωρίς να παίρνει καμία απολύτως ανταπόκριση.

Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Τετάρτη 17 Μαΐου 2017

Τα Μυστήρια του Ιερώνυμου Μπος


Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ δεν ασχολήθηκα με το έργο και τη ζωή του Ιερώνυμου Μπος και πολύ πιθανόν να προσπερνούσα τον πίνακά του στο Μουσείο Prado της Μαδρίτης αν τύχαινε και το επισκεπτόμουν πριν την προβολή του συγκεκριμένου ντοκιμαντέρ. Ποιος ήταν λοιπόν ο λόγος που θέλησα να δω τη συγκεκριμένη ταινία; Μα φυσικά το καλογυρισμένο της trailer και τα πρόσωπα τα οποία μιλούν για τον αινιγματικό πίνακα. 
Το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ θα μπορούσε να ήταν ένα ακόμη της σειράς των μεγάλων δημιουργών που κατά καιρούς παρακολουθούμε στα κρατικά κανάλια. Γιατί λοιπόν να παρακολουθήσουμε ένα απ' αυτά στον κινηματογράφο; Η απάντηση είναι πως σε αντίθεση με τα άλλα ντοκιμαντέρ (χωρίς να θέλω να τα μειώσω για το έργο και την μελέτη που έχει προηγηθεί της δημιουργίας τους), στο συγκεκριμένο δεν έχουμε την παρουσίαση ενός πίνακα αλλά την "ψυχανάλυσή" του. Γι' αυτό και τον λόγο περνούν μπροστά από το τρίπτυχο πολλές μορφές των τεχνών διαφορετικών ειδικοτήτων. Σκοπός της συγκεκριμένης ποικιλίας προσώπων είναι η επιβεβαίωση πως κάθε έργο αναλύεται κάθε φορά από διαφορετικό πρίσμα. Κι αυτό το πρίσμα δημιουργείται σύμφωνα με  τις εμπειρίες, τις εικόνες, τις γνώσεις και τις στιγμές που έχουμε αποκομίσει από τη ζωή μας. 
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τον πίνακα, ο σκηνοθέτης μας προσφέρει μία σύντομη βιογραφία του καλλιτέχνη. Ο Ιερώνυμος Μπος είναι μία από τις πιο μυστήριες μορφές της Τέχνης. Δε γνωρίζουμε πολλά για τη ζωή του πέρα από τα αινιγματικά του έργα. Ακόμη και το όνομά του είναι ψευδώνυμο, γι' αυτό κι οι Ισπανοί τον αποκαλούν El Bosco, κάτι αντίστοιχο με τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο (El Greco).
Ο "Κήπος των Επίγειων Απολαύσεων" βρέθηκε στην Ισπανία μετά από μία θύελλα σκανδάλων που συντάραξε την Φλάνδρα κι από χέρι σε χέρι, βρίσκεται σήμερα στην συλλογή του φημισμένου μουσείου Prado, το οποίο επέλεξε να γιορτάσει με έξυπνο τρόπο τα 500 χρόνια από το θάνατο του Φλαμανδού ζωγράφου με το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ. 


Με την άδεια της διεύθυνσης του μουσείου, ο σκηνοθέτης παίρνει αρκετά κοντινά πλάνα από τον πίνακα και προσπαθεί με διάφορες προσωπικότητες να τα ερμηνεύσει. Κάποιοι επικεντρώνονται στην θεολογική του πλευρά, όπως την μορφή του Χριστού στο πρώτο τρίπτυχο και την ύπαρξη των πρωτόπλαστων. Κάποιοι άλλοι αναφέρονται στην εξέλιξη της ζωής εκφράζοντας τον θαυμασμό τους για την "δαρβινική" αντίληψη του ζωγράφου πολλούς αιώνες πριν τη γέννηση του Δαρβίνου. Κάποιοι μουσικοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον πίνακα με νότες και μελωδίες. Συντηρητές κι ιστορικοί αξιολογούν το έργο του και την καλλιτεχνική του αξία. Εντυπωσιακή όμως ήταν κι η αποτύπωση του έργου στα μάτια καλλιτεχνών με σύνδρομο Down. Ο τρόπος με τον οποίον αναλύουν τα συναισθήματα και τις εντυπώσεις που τους προκαλεί το έργο, αποδεικνύει πως αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν εξαιρετικοί συνομιλητές αρκεί να έχουν μία σωστή εκπαίδευση κι αντιμετώπιση.
Μπροστά από τον πίνακα ξεπηδούν διαχρονικοί προβληματισμοί που ακόμη δεν έχουν αποτυπωθεί όπως η αίσθηση του θανάτου, η αξία των ονείρων κι η απεραντοσύνη της ανθρώπινης φαντασίας. 
Καθ' όλη τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, ο πίνακας ντύνεται με τις υπέροχες μελωδίες του Arvo Pärt (εντυπωσιακό το πως ταιριάζουν με το έργο) και του Ludovico Einaudi ο οποίος συμμετέχει στο κοινό που προσπαθεί να ερμηνεύσει τη θεματολογία του τρίπτυχου. 
Προσωπικά, απ' όλο το τρίπτυχο, περισσότερο ενθουσιάστηκα με την εξωτερική του επιφάνεια, η οποία δυστυχώς δεν είναι εμφανής όταν ο πίνακας είναι ανοιχτός στο κοινό. Σ'αυτήν την επιφάνεια, ο ζωγράφος παρουσίασε τον κόσμο όπως τον φαντάζεται. Και τον αποτύπωσε σφαιρικό αλλά με μία δικιά του εκδοχή. Κι ασπρόμαυρο διότι ο καθένας ερμηνεύει το κάθε χρώμα όπως ο ίδιος επιθυμεί.


Το ντοκιμαντέρ είναι πραγματικά ενδιαφέρον αλλά για ένα συγκεκριμένο κομμάτι κινηματογραφόφιλων. Είναι μία έξυπνη κίνηση μάρκετινγκ που καλό θα ήταν να αντιγράψουν κι άλλα μουσεία για να φέρουν τον κόσμο πιο κοντά στην Τέχνη και στον Πολιτισμό. Η ροή της ταινίας κυλά ευχάριστα και γρήγορα αν και σε ορισμένα σημεία γίνεται εκνευριστικό το πόσο φαφλατάδες γίνονται κάποιοι άνθρωποι για να εντυπωσιάσουν.
Σίγουρα βγήκα κερδισμένος από τη σκοτεινή αίθουσα, όχι επειδή γνώρισα λίγο παραπάνω έναν ζωγράφο και το έργο του αλλά έχοντας έντονα ερεθισμένους διάφορους χρόνιους προβληματισμούς.

Βαθμολογία: 7/10

Τρίτη 16 Μαΐου 2017

69η επέτειος της Νάκμπα



Άρθρο της πρεσβείας της Παλαιστίνης στην Αθήνα.

Αυτές τις μέρες ο Παλαιστινιακός λαός θυμάται και τιμάει την ημέρα της Νάκμπα (καταστροφή της Παλαιστίνης το 1948) όπου ο Παλαιστινιακός λαός είχε υποστεί την χειρότερη γενοκτονία στην ιστορία του.
Σιωνιστικές οργανώσεις τότε με άριστο εξοπλισμό και εκπαίδευση και με την στήριξη των κατοχικών δυνάμεων της Μεγάλης Βρετανίας τότε, εξαπειλούσαν επιθέσεις κατά των χωριών, των πόλεων και των συνοικιών των Παλαιστινίων, με σκοπό το διωγμό του λαού μας από τις εστίες του, διαπράττοντας με αυτό τον τρόπο μαζικές σφαγές εις βάρος του άμαχου Παλαιστινιακού λαού.
Ως αποτέλεσμα αυτού σκοτώθηκαν 15.000, δεκάδες χιλιάδες τραυματίστηκαν, καταστράφηκαν ολοσχερώς 415 Παλαιστινιακά χωριά, 70% από τον Παλαιστινιακό πληθυσμό εκτοπίστηκε δια βίας από την πατρίδα του για να καταλήξουν πρόσφυγες στις γύρω περιοχές, και 78% των εδαφών της ιστορικής Παλαιστινιακής γης καταλείφθηκε από τις Σιωνιστικές οργανώσεις για να διακηρυχθεί πάνω σε αυτά τα εδάφη το κράτος του Ισραήλ.
Η ανθρωπότητα γιορτάζει κάθε χρόνο την επέτειο της νίκης κατά του ναζισμού, μια νίκη που άνοιξε στον κόσμο και στους λαούς νέους ορίζοντες για την εφαρμογή των Αρχών της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας, βλέπουμε ότι το μαρτύριο του Παλαιστινιακού λαού συνεχίζεται καθώς επίσης και η κατοχή των εδαφών του.
Φέτος συμπίπτει η επέτειος της Νάκπμα με τη συνεχιζόμενη απεργία πείνας των Παλαιστινίων πολιτικών κρατουμένων στις Ισραηλινές φυλακές, όπου τη Δευτέρα 17/04/2017 περισσότεροι από 1500 Παλαιστίνιοι πολιτικοί κρατούμενοι στις Ισραηλινές φυλακές ξεκίνησαν απεργία πείνας.
Οι απεργοί πείνας έχουν θέσει σειρά αιτημάτων που αφορούν την αυθαίρετη σύλληψη των Παλαιστινίων, τα βασανιστήρια και την κακομεταχείριση, τα ποινικά μέτρα κατά των κρατουμένων, την σκόπιμη στέρηση ιατρικής φροντίδας, την απαγόρευση οικογενειακών επισκέψεων και επικοινωνιών με τα αγαπημένα τους πρόσωπα και την έλλειψη εκπαίδευσης.
Αυτά είναι βασικά ανθρώπινα δικαιώματα που στερούνται οι Παλαιστίνιοι πολιτικοί κρατούμενοι και πηγάζουν από το διεθνές Δίκαιο και το ανθρωπιστικό Διεθνές Δίκαιο, το οποίο οι δυνάμεις κατοχής του Ισραήλ το παραβιάζουν καθημερινά. Σήμερα ο αριθμός των απεργών πείνας έχει ξεπεράσει τους 1900 και αυξάνεται καθημερινά και όσο συνεχίζεται η απεργία τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για τη ζωή των κρατουμένων.
Το Ισραήλ αντιμετωπίζει την απεργία με περισσότερη κλιμάκωση της βίας και των απάνθρωπων μέτρων κατά των απεργών πείνας και ως συνέπεια αυτού πολλοί από αυτούς έχουν μεταφερθεί στα νοσοκομεία και η ζωή τους και των υπολοίπων απεργών κινδυνεύει άμεσα.
Καλούμε την Διεθνή Κοινότητα και όλους τους Διεθνείς Οργανισμούς να παρέμβουν άμεσα για την προστασία της ζωής των απεργών πείνας και την ικανοποίηση των αιτημάτων τους.
Είναι καιρός να τεθεί τέλος στην αδιαλλαξία του Ισραήλ και στη συμπεριφορά του ως Κράτος άνω των νόμων, να εφαρμοστούν άμεσα όλες οι αποφάσεις της Διεθνούς Νομιμότητας που συσχετίζονται με την Παλαιστίνη, να τεθεί ο Παλαιστινιακός λαός στα κατεχόμενα εδάφη της Παλαιστίνης υπό καθεστώς Διεθνούς Προστασίας ώστε έτσι να τεθεί τέρμα στα καθημερινά εγκλήματα που διαπράττει το Ισραήλ εις βάρος του λαού μας:
Κατάσχεση εδαφών, εποικισμός, συλλήψεις δολοφονίες χτίσιμο του ρατσιστικού τείχους, ιουδιοποίηση των Ιεροσολύμων, την κατάληψη και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της Παλαιστίνης.
Αυτή τη στιγμή το Ισραήλ καταλαμβάνει 85% από την έκταση της ιστορικής Παλαιστίνης και αυτό το ποσοστό αυξάνεται όλο και περισσότερο με την συνέχιση του εποικισμού. Το Ισραήλ αρνείται οποιαδήποτε πρωτοβουλία που θα μπορούσε να συμβάλλει στην ειρηνική διαδικασία στη Μέση Ανατολή. Με αυτό τον τρόπο το Ισραήλ σκοτώνει οποιαδήποτε ελπίδα για τη λύση των δύο κρατών συνεχίζοντας την εποικιακή του πολιτική, καταπίνοντας με αυτό τον τρόπο τα υπόλοιπα εδάφη της Παλαιστίνης.
Ήρθε η στιγμή να δικαιωθεί ο Παλαιστινιακός λαός με την άμεση αναγνώριση του Κράτους του ως μοχλός πίεσης κατά του Ισραήλ και ήρθε η στιγμή η Διεθνής Κοινότητα να πάρει έμπρακτα μέτρα για την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και του Ανθρωπιστικού Διεθνούς Δικαίου για την πραγμάτωση των αναφαίρετων δικαιωμάτων του Παλαιστινιακού λαού, το δικαίωμα αυτοδιάθεσης, το δικαίωμα επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων στα πάτρια εδάφη (βάση τους αποφάσεις 194 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ), και την ίδρυση Ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.

Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Επανάσταση ή μεταμόρφωση;



του Θανάση Γιαλκέτση

Ο 96χρονος σήμερα Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Εντγκάρ Μορέν έδωσε τον περασμένο Φεβρουάριο μια συνέντευξη στο περιοδικό Ballast. Παρουσιάζουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα από αυτή τη συνέντευξη.

• Εχετε πει ότι εγκαταλείψατε τον όρο «επανάσταση» και προτιμάτε τον όρο «μεταμόρφωση». Πώς αυτή η μεταβολή, δηλαδή αυτή η δεύτερη λέξη, μπήκε στη ζωή σας;

Θα μου ήταν δύσκολο να σας δώσω πολύ ακριβή χρονολογική αναφορά, αλλά μπορώ να σας πω ότι είναι η αποτυχία του σταλινικού κομμουνισμού, μέσω της Οκτωβριανής Επανάστασης, εκείνη που με ώθησε σε αυτή τη σκέψη. Αυτός ο κομμουνισμός όχι μόνον δεν πέτυχε, αλλά και ευνόησε εκείνο που ήθελε να καταστρέψει. Η ΕΣΣΔ οδήγησε σε έναν καπιταλισμό πιο ισχυρό και από εκείνον που ήθελε να καταργήσει επί τσαρικής μοναρχίας, σε μια θρησκεία πιο ισχυρή από εκείνη που νόμιζε ότι είχε ξεριζώσει. Η αποτυχία ήταν ολική. Το ίδιο ισχύει και για τον μαοϊσμό. Η Κίνα είναι σήμερα ένα καπιταλιστικό κράτος και διευθύνεται από ένα μοναδικό κόμμα που δεν διαθέτει ούτε ίχνος κομμουνιστικής ουσίας. Για να μη μιλήσουμε για τη Βόρεια Κορέα και τον κληρονομικό κομμουνισμό που δημιούργησαν εκεί. Σίγουρα γύρω στη δεκαετία του 1980 εγκατέλειψα αυτή τη λέξη.Εξάλλου, δεν την εγκατέλειψα στο εθνικό πλαίσιο (για να ανατρέψουμε μια δικτατορία) ούτε σε ένα νόμιμο πλαίσιο (η «επανάσταση των πολιτών» στο Εκουαδόρ). Εγκατέλειψα την ιδέα της Επανάστασης με κεφαλαίο «Ε». Τη μυθοποιημένη Επανάσταση, που βασίζεται στην απόλυτη ρήξη, στην υποτιθέμενη γονιμότητα της βίας και στην υποτιθέμενη αναγκαιότητα μιας δικτατορίας. Την Επανάσταση του Λένιν. Η βία γέννησε ένα σύστημα στρατοπέδων συγκέντρωσης και η ιδέα ότι πρέπει να διαγράψουμε το παρελθόν, όπως τραγουδούσε η Διεθνής, αποδείχθηκε διανοητικά φτωχή. Χρειαζόμαστε όλη την κουλτούρα του παρελθόντος για να μπορέσουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Ο Μοντέν, ο Μοντεσκιέ, ο Ρουσό και ο Μαρξ μας είναι χρήσιμοι, όπως είναι και η ουμανιστική παράδοση – υπό τον όρο να διαχωρίζουμε τον ουμανισμό της θεοποίησης του Ανθρώπου από εκείνον της αναγνώρισης του Αλλου στην πλήρη ανθρωπινότητά του. Γιατί «μεταμόρφωση»; Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι η ανθρωπότητα πέρασε από μικρές κοινωνίες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, με λίγες εκατοντάδες μέλη, σε ιστορικές κοινωνίες προικισμένες με πόλεις, γεωργία, κράτη και θρησκείες – από την αρχαιότητα ώς τις μέρες μας. Υπήρξε μεταμόρφωση με μέσα λίγο ώς πολύ άγνωστα (ίσως η κυριαρχία των νομάδων πάνω στους μόνιμα εγκατεστημένους) και, όταν εξετάζω την Ευρώπη από τον Μεσαίωνα ώς τη νεωτερικότητα, βλέπω επίσης διαδικασίες μεταμόρφωσης. Αυτή η λέξη δεν ταιριάζει μόνον στα έντομα και στις πεταλούδες. Ισχύει και για τη ζωή. Εμείς οι ίδιοι, μέσα στην κοιλιά των μητέρων μας, μεταμορφωνόμαστε. Προς το παρόν, οι άμεσες προοπτικές μας είναι πολύ αρνητικές, αλλά ελπίζω ότι μια πολλαπλότητα δημιουργικών διαδικασιών θα μπορούσαν να συγκλίνουν και να δημιουργήσουν ένα ρεύμα, έναν δρόμο διαφορετικό από εκείνον της παγκοσμιοποίησης στον οποίο έχουμε παρασυρθεί. Η ιδέα της μεταμόρφωσης είναι ενδιαφέρουσα, επειδή κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την κοινωνία που θα προκύψει. Αυτή θα είναι σίγουρα μια κοινωνία-κόσμος, χωρίς ωστόσο να είναι ένα διευρυμένο έθνος-κράτος. Θα έχει πιθανόν ομοσπονδιακές και συνομοσπονδιακές όψεις. Χρειαζόμαστε αυτή τη μεταμόρφωση γιατί η τωρινή ανθρωπότητα μας οδηγεί σε πολλαπλές καταστροφές. 

• Κάποτε είχατε περιγράψει τον εαυτό σας ως «συντηρητικό επαναστάτη» και ως «δεξιό αριστεριστή». Πέρα από το ευφυολόγημα, τι σημαίνουν αληθινά αυτά τα φαινομενικά οξύμωρα;

Στα μπολσεβίκικα και κομμουνιστικά κόμματα συνήθιζαν να στιγματίζουν τους «δεξιούς» (εκείνους που δεν είχαν ριζοσπαστισμό στις δομικές αλλαγές και προσπαθούσαν να διασώσουν ορισμένες «ελευθερίες») και τους «αριστεριστές» (εκείνους που τάσσονταν υπέρ του άμεσου και ριζικού μετασχηματισμού). Ο Στάλιν εξόντωσε και τους μεν και τους δε. Παρόμοια φαινόμενα είχαμε και στη Γαλλική Επανάσταση. Η δεύτερη Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, υποκινούμενη από τον Ροβεσπιέρο και τον Σεν-Ζιστ, εξόντωσε πρώτα τους δεξιούς (τους Γιρονδίνους) και έπειτα τους αριστεριστές (τους Λυσσασμένους και τους Εμπερτιστές). Είμαι ένας από εκείνους που ενδιαφέρονται για τη διατήρηση των θεμελιωδών ελευθεριών (έκφρασης, κίνησης κ.λπ.). Και τον καιρό της Επανάστασης των Γαριφάλων στην Πορτογαλία, είχα εκφραστεί εναντίον της κατάργησης μιας εφημερίδας που θεωρούνταν «δεξιά» από την κυρίαρχη κομμουνιστική τάση. Στο Παρίσι ορισμένοι έλεγαν -μεταξύ τους και φίλοι μου- ότι πιο σημαντικό ήταν να δίνουμε τροφή στους ανθρώπους από το να τους δίνουμε την ελευθερία. Εναντίον αυτού του μεγάλου επιχειρήματος, έγραφα ότι, όταν καταργεί κανείς την ελευθερία, μπορεί να μη δίνει ούτε ψωμί – αρνιόμουν ήδη αυτό το είδος αντιθέσεων. Με αυτήν την έννοια είμαι «δεξιός». Και «αριστεριστής» είμαι επειδή παραμένω πεισμένος ότι χρειάζεται να τα αλλάξουμε όλα ριζικά, αλλά ότι αυτή η αλλαγή δεν μπορεί να γίνει μεμιάς. Να φορολογήσουμε τις μεγάλες περιουσίες, ιδού κάτι προφανές. Πώς όμως να το κάνουμε στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης; Οι πλούσιοι τοποθετούν τα κεφάλαιά τους στους φορολογικούς παραδείσους και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα ενάντια σε αυτήν την ηγεμονική δύναμη του χρήματος. Θα μπορούσαμε να καταργήσουμε τους φορολογικούς παραδείσους, αλλά βλέπετε την καθυστέρηση που επιδεικνύουν τα κράτη σε αυτό το πεδίο. Τι να κάνουμε; Πρέπει να υποχωρήσει βαθμιαία αυτή η ηγεμονία του χρήματος. Μέσα από πολλαπλούς δρόμους μπορούμε να αρχίσουμε να βελτιώνουμε την κοινωνία. Εγώ μιλώ για οάσεις: οάσεις αλληλεγγύης, οικολογίας και αδελφοσύνης (γυναικών, συνεταιρισμών κ.λπ.). Χρειάζεται να διευρύνουμε και να διαδώσουμε αυτές τις οάσεις, να ζούμε σε αυτές και να τις μετατρέψουμε σε αφετηρία για μια μεγαλύτερη αλλαγή. Οφείλουμε να δώσουμε έναν νέο προσανατολισμό στην πολιτική σκέψη: να μην έχουμε πλέον ένα λεπτομερειακό πρόγραμμα, να μην έχουμε ένα μοντέλο κοινωνίας. Πριν από μια δημιουργία δεν γνωρίζει κανείς αυτό που θα συμβεί. Διατηρώ τον αριστερίστικο ριζοσπαστισμό και τη δεξιόστροφη ελευθερία, αρνούμενος τις εναλλακτικές επιλογές της δυαδικής σκέψης. 

• Διαβάζοντας όλο το πολιτικό σας έργο, μένουμε με την εντύπωση ότι σκάβετε έναν τάφο για να θάψετε αυτήν την παλιά συζήτηση, αυτήν την παραδοσιακή αντιπαράθεση μεταξύ μεταρρύθμισης και επανάστασης.

Πράγματι. Αν μελετήσετε την ιστορία του μεταρρυθμισμού όπως και εκείνη της επαναστατικότητας, μπορείτε να διαπιστώσετε ότι και τα δύο απέτυχαν. Ο σοσιαλδημοκρατικός ρεφορμισμός, ο οποίος ωστόσο συνοδεύτηκε από κάμποσα μέτρα κοινωνικής προστασίας (ξεκινώντας από το «κράτος πρόνοιας»), αν ιδωθεί στην τωρινή συγκυρία, ξηλώνει τις παλιές μεταρρυθμίσεις και δεν προτείνει πλέον τίποτα. Η μεταρρυθμιστική σκέψη είναι κενή. Οπως είναι και η επαναστατική σκέψη. Χρειάζεται μια σκέψη που θα τροφοδοτείται ταυτόχρονα από τις ελευθεριακές, σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές προσδοκίες, αλλά και από τις οικολογικές. Χρειάζεται να πάρουμε υπόψη μας όλα εκείνα που ο Μαρξ δεν είδε ή δεν μπορούσε να δει. […]

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Κυριακή 14 Μαΐου 2017

Αριστουργήματα του παρελθόντος: Mommy (2014)


Εκστασιασμένος μετά την προβολή της φετινής αριστουργηματικής ταινίας "Ακριβώς στο Τέλος του Κόσμου" του Ξαβιέ Ντολάν, αποφάσισα με κάθε πρώτη ευκαιρία να δω και τις προηγούμενες δουλειές τους, τις οποίες αν κι είχα ακούσει αρκετά καλές κριτικές ποτέ δεν τις τίμησα στις σκοτεινές αίθουσες. Πρώτη στη σειρά ήταν η προτελευταία του, το "Mommy". 
Πριν αρχίσω να αναλύω τις σκέψεις και τους προβληματισμούς που μου προκάλεσε η ταινία, θα ήθελα να πω πως ο νεαρός Καναδός σκηνοθέτης με την άκρως ειλικρινή του ματιά ήρθε για να αφήσει το δικό του στίγμα στην ιστορία του σύγχρονου κινηματογράφου. 
Το "Mommy" δεν πέρασε απαρατήρητο από τις κινηματογραφικές αίθουσες. Εκείνη τη χρονιά απέσπασε το βραβείο της Επιτροπής στις Κάνες, το Σεζάρ ξένης ταινίας κι εννιά βραβεία από την καναδική ακαδημία κινηματογράφου. Ήταν λογικό να τραβήξει την προσοχή και του εγχώριου κινηματογραφόφιλου κοινού, αν και πολλοί κριτικοί την σχολίασαν αρνητικά (ένας από τους βασικούς λόγους που με απέτρεψαν τότε να πάω να τη δω). 
Η ιστορία αναφέρεται για μία δυναμική χήρα η οποία αποφασίζει να αναλάβει τον δεκαπεντάχρονο υπερδραστήριο γιο της, ο οποίος πάσχει από ένα ψυχολογικό σύμπλεγμα που τον κάνει αρκετά βίαιο κι επικίνδυνο. Η ίδια προσπαθεί να τροποποιήσει την καθημερινότητά της βασισμένη σε νέα δεδομένα αλλά πάντα πέφτει πάνω στην παράλογη συμπεριφορά του γιου της. Μέσα στην ήδη έκρυθμη κατάσταση θα εμπλακεί και μία γειτόνισσα, η οποία προσπαθεί να βρει διέξοδο από έναν βαρετό γάμο. Κι οι τρεις μαζί θα αναζητήσουν τις σωτήριες ισορροπίες που θα τους φέρουν την πολυπόθητη ψυχική τους γαλήνη.
Η ιστορία πατάει πάνω σε μία ρομαντική θεωρία που λέει πως όλα είναι στο χέρι μας. Να όμως που όσο καλή διάθεση κι αν υπάρχει, πάντα θα βρίσκεται κάτι που θα χαλάει τα σχέδια. Φυσικά αυτός δεν είναι λόγος να πτοούμαστε. Αντιθέτως, όπως λέει και η μητέρα στο τέλος της ταινίας, "πάντα θέλω να ελπίζω". 


Το ξεκίνημα της ταινίας με φρίκαρε κάπως. Ήμουν απροετοίμαστος ότι θα συναντήσω ένα τετράγωνο πλάνο. Το βλέμμα μου ασφυκτιούσε. Μέσα από ένα μικρό κάδρο προσπαθούσα να εισχωρήσω στο προσωπικό χώρο αυτής της περίπλοκης οικογένειας. Σα να σου παραχωρούσε ο σκηνοθέτης την ορατότητα μιας κλειδαρότρυπας. Οι εντάσεις κι οι ατελείωτοι διάλογοι έβγαιναν με μεγαλύτερη ορμή, προκαλώντας μου δυσφορία. Παρ' όλα αυτά δεν το θεωρώ αρνητικό στοιχείο της ταινίας. Αντιθέτως ήταν ένας πολύ έξυπνος τρόπος για να παρουσισστεί ο περιορισμός στον οποίον ζουν οι τρεις ήρωες της ιστορίας. Η μοναξιά, η έλλειψη επικοινωνίας, ο απομονωτισμός, τα στενά όρια μίας νομιμόφρονης καθημερινότητας. Κι όταν έρχεται η πολυπόθητη ισορροπία, ο πρωταγωνιστής βολτάροντας με το πατίνι του στους άδειους δρόμους της πόλης, μας ανοίγει μ' έναν μαγικό τρόπο το πλάνο. Κι εκεί νιώθουμε την απόλυτη ελευθερία. Κλείνουμε τα μάτια για να αισθανθούμε το φθινοπωρινό αεράκι που σκάει πάνω στα πρόσωπα των ηρώων καθώς βελτιώνεται η άνεση κι η οικειότητα με τον χώρο που κινούνται οι πρωταγωνιστές. Την στιγμή που συνειδητοποιούμε την αλλαγή του όλου κλίματος, έρχεται ο νεαρός να μας το επιβεβαιώσει, φωνάζοντας με όλη του τη δύναμη "νιώθω ελεύθερος".
Όμως το πλάνο πάλι στενεύει διότι οι παρελθοντικές πράξεις έχουν κάποιες συνέπειες. Έχοντας γευτεί προς στιγμή την γεύση της ελευθερίας, δυσφορούμε εντονότερα με τον νέο περιορισμό. Εκεί είναι λοιπόν που εμφανίζονται τα πρώτα διλήμματα κι οι φόβοι αρχίζουν να κυριεύουν τους πρωταγωνιστές. Κάποια στιγμή ο ήρωας λέει στην μητέρα του πως θεωρεί βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα πάψει να τον αγαπάει. Η απάντησή της θα ρθει λίγες μέρες μετά, όπου σε μία ανύποπτη στιγμή θα του πει πως το μόνο που μπορεί να συμβεί είναι να ξυπνήσει ένα πρωί και να νιώθει πως τον αγαπάει όλο και πιο πολύ.
Είναι όμως η αγάπη σωτήρια; Στην αρχή της ταινίας, μία σύμβουλος λέει στην μητέρα πως η αγάπη μας ωθεί να αποφεύγουμε να κοιτάξουμε κατάματα την αλήθεια μ'αποτέλεσμα να κάνουμε περισσότερο κακό σε ανθρώπους που νοιαζόμαστε πραγματικά. Η αγάπη είναι που την παρακινεί να πάρει τον προβληματικό της γιο κάτω από τη δική της περίθαλψη. Η αγάπη όμως είναι που θα την κάνει να πάρει μία πολύ πιο δύσκολη απόφαση αργότερα.
Πριν πάρει όμως αυτήν την απόφαση κάνει μία υποθετική ανασκόπηση στο μέλλον όπως θα ήθελε να είναι. Με συνοδεία την εκπληκτική μελωδία του Ludovico Einaudi, η οθόνη μεγαλώνει πάλι και γεμίζει με όμορφες και γεμάτες συναισθήματα εικόνες. Συγκινημένους μας βρίσκει στον καναπέ να ψιθυρίζομαι ένα ολόψυχο "μακάρι". Όμως οι εικόνες θολώνουν και η εικόνα πάλι στενεύει. Η πραγματικότητα δυστυχώς είναι σκληρή κι αμείλικτη.
Και το φινάλε πραγματικά θρυμματίζει αργά και βασανιστικά την καρδιά μας.


Ένας λόγος που λάτρεψα κι αυτήν την ταινία του Ξαβιέ Νολάν είναι για την απίστευτη ειλικρίνειά του πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις και κυρίως τις οικογενειακές. Ενώ στη τελευταία του ταινία "Ακριβώς στο Τέλος του Κόσμου" απομυθοποιεί το ρόλο και την αξία της μοντέρνας οικογένειας, σ' αυτήν εδώ προσπαθεί να δείξει την επικινδυνότητα της αγάπης, ειδικά όταν τυφλώνει και προκαλεί άθελά της περισσότερο κακό σε μία βασανισμένη ψυχή. 
Σκηνοθετικά η ταινία ήταν εξαιρετική. Το τετράγωνο πλάνο ήταν πρωτότυπο με καλογυρισμένες ισορροπίες στο καδράρισμα αλλά και στο χρώμα. Απίστευτος ο τρόπος εναλλαγής του πλάνου από τετράγωνο σε widescreen. Μάλιστα τη δεύτερη φορά έγινε τόσο διακριτικά που δε το πήρα είδηση. Όσο για τις ερμηνείες ήταν εκπληκτικές κι από τους τρεις ηθοποιούς. Τα βλέμματά τους ήταν γεμάτα συναίσθημα, ειδικά της γειτόνισσας η οποία λόγω τραυλίσματος δυσκολευόταν να εκφραστεί λεκτικά. Ο πιτσιρικάς ήταν τόσο εξαιρετικός στο ρόλο του που πραγματικά καταντούσε εκνευριστικός σε αρκετές σκηνές με τον αλλοπρόσαλλο χαρακτήρα του. Τέλος και η μάνα ήταν εκπληκτική κι εντυπωσιακή στην ερμηνεία της. Ένας μητρικός ρόλος με έντονο αλμοδοβαρικό στοιχείο. 
Τέλος, όσον αφορά τη μουσική, είναι φανερό πως οι επιλογές έχουν γίνει από έναν έφηβο. Μπορεί ως soundtrack να είναι λίγο μπερδεμένο κι αρκετά εμπορικό αλλά τα κομμάτια που ακούστηκαν έδεναν απίστευτα σε κάθε πλάνο που είχαν τοποθετηθεί, όπως για παράδειγμα στη κορυφαία σκηνή της ταινίας που παίζει το πολυαγαπημένο Wonderwall των Oasis ενώ στις συγκινητικές αναμνήσεις ενός υποθετικού μέλλοντος ακούμε το Experience του Ludovico Einaudi και στο σπαρακτικό φινάλε το Born to die της Lana del Rey. 
Το Mommy είναι ένα εκπληκτικό κι ειλικρινέστατο αριστούργημα με μία πανδαισία συναισθημάτων και σκέψεων. Αξίζει πολύ να το δει κανείς. 

Βαθμολογία: 8/10