του Θανάσης Γιαλκέτσης
«Η μελαγχολία, σαν σκιά, ακολουθεί τα βήματα της επανάστασης: ανεπαίσθητη τη στιγμή της ακμής της, μεγαλώνει κατά την υποχώρησή της και την τυλίγει μετά την ήττα της», γράφει ο Ιταλός ιστορικός Εντσο Τραβέρσο στο βιβλίο του «Αριστερή μελαγχολία», που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στη γλώσσα μας (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2017). Η ήττα και η αποτυχία των επαναστάσεων γεννούσαν πάντα μια βαθιά μελαγχολία στους ηττημένους. Στο παρελθόν, ωστόσο, το πένθος δεν κατέπνιγε την ελπίδα. Οι ήττες των επαναστάσεων του 1848, της Παρισινής Κομμούνας, των σπαρτακιστών, θεωρούνταν μόνο χαμένες μάχες που αναγγέλλανε τη μελλοντική νίκη. Οι νικημένοι δεν έπεφταν στην απόγνωση. Το αίσθημα ότι η ιστορία ήταν με το μέρος τους δεν τους εγκατέλειπε. Ριζικά διαφορετική είναι όμως η αριστερή μελαγχολία μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού το 1989, που άφησε πίσω της μόνον ερείπια και συντρίμμια. Αυτή η αποτυχία συνοδεύτηκε από την έκλειψη των ουτοπιών και γέννησε μια παραλυτική και κομφορμιστική μελαγχολία, που οδήγησε πολλούς στην παραίτηση και τη συνθηκολόγηση. Ο Τραβέρσο αντιπροτείνει μιαν αριστερή μελαγχολία που απαρνιέται πεισματικά τον συμβιβασμό με τον εμπορευματικό καπιταλισμό και λειτουργεί ως μορφή ηθικοπολιτικής αντίστασης, ως ερέθισμα για κριτικό αναστοχασμό, βοηθώντας έτσι το υποκείμενο να ξαναγίνει ενεργό. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε ο Εντσο Τραβέρσο στη γαλλική εφημερίδα Libération.
• Υπάρχει ακόμα κάτι που μπορούμε να προσδοκούμε από την Αριστερά;
Στην Ευρώπη, όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Αριστερά είναι αντιμέτωπη με μιαν ιστορική αλλαγή. Ενας κύκλος που άρχισε με τη ρωσική επανάσταση ολοκληρώθηκε το 1989 και οι επιπτώσεις αυτής της εξάντλησης εμφανίζονται σήμερα. Η Αριστερά αντιμετωπίζει έναν κόσμο εντελώς νέο με τα εργαλεία που κληρονόμησε από τον εικοστό αιώνα. Το μοντέλο της ρωσικής επανάστασης, που κυριάρχησε στον προηγούμενο αιώνα, δεν λειτουργεί πλέον. Οσο για τη σοσιαλδημοκρατία, αυτή δεν κάνει τίποτε άλλο εκτός από το να διαχειρίζεται την κοινωνική οπισθοδρόμηση. Η κατάρρευση του κομμουνισμού παρέλυσε τη διαδικασία μετάδοσης της μνήμης της Αριστεράς και η κουλτούρα της μπήκε σε κρίση. Τα νέα κινήματα, όπως οι Ποδέμος, ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Αγανακτισμένοι, το Occupy Wall Street ή το Nuit debout, όχι μόνον αναδύθηκαν σε έναν κόσμο χωρίς «ορίζοντα προσδοκίας», για να επαναλάβουμε την έκφραση του ιστορικού Ράινχαρτ Κοζέλεκ, και επομένως δεν μπορούν να προτείνουν μιαν εικόνα του μέλλοντος για το οποίο αγωνίζονται, αλλά είναι επιπλέον και ορφανά: δεν μπορούν να εγγραφούν σε μιαν ιστορική συνέχεια.
• Το 1989 δεν σάρωσε μόνον τη μνήμη της ρωσικής επανάστασης αλλά και εκείνη άλλων πιθανών μοντέλων: της Κομμούνας, του ισπανικού πολέμου…
Για ένα μικρό διάστημα, το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού γέννησε την αυταπάτη μιας απελευθέρωσης για την Αριστερά. Πίστεψαν για λίγο ότι, αφού είχε πέσει ένα εμπόδιο, ένας διαφορετικός σοσιαλισμός θα ήταν εφικτός. Στην πραγματικότητα, το ναυάγιο του σοβιετικού κομμουνισμού καταβύθισε μαζί του ολόκληρη σειρά άλλων αιρετικών ρευμάτων, αντισταλινικών, ελευθεριακών κ.λπ. Η ιστορία του κομμουνισμού κατέληξε να ταυτίζεται με την ολοκληρωτική του διάσταση.
• Η κουλτούρα της Αριστεράς άδειασε, γράφετε…
Η Αριστερά δεν μπόρεσε τότε να επινοήσει εκ νέου τον εαυτό της. Αρχίζουν βέβαια να ρίχνουν ένα νέο βλέμμα σε ορισμένα στοιχεία του παρελθόντος. Αναφέρατε την Κομμούνα του Παρισιού. Η Κομμούνα είναι μια ιστορία αυτοκυβέρνησης που φαίνεται τελικά να συγγενεύει με τα σημερινά αριστερά κινήματα. Οι κομμουνάροι δεν ήταν βιομηχανικοί εργάτες, αλλά προσωρινά απασχολούμενοι εργαζόμενοι, τεχνίτες, κατώτεροι υπάλληλοι, μεταξύ των οποίων πολλοί καλλιτέχνες και μποέμ διανοούμενοι. Ενα ετερογενές κοινωνιολογικό προφίλ που προσεγγίζει την κοινωνική κονιορτοποίηση των νέων που κινητοποιούνται σήμερα.
• Η Κομμούνα είναι όμως άλλη μια ήττα. Θα μπορέσει ποτέ η Αριστερά να εμπνευστεί από κάτι άλλο εκτός από τις αποτυχίες της;
Μα η Αριστερά είναι μια ιστορία ηττών. Ακόμα και όταν οι επαναστάτες κατόρθωναν να ανατρέψουν την εξουσία, τα πράγματα πολύ γρήγορα έπαιρναν πάντα άσχημη τροπή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η μελαγχολία είναι μια θεμελιώδης διάσταση της κουλτούρας της Αριστεράς. Αυτή, επί πολύ καιρό, απωθήθηκε από μια διαλεκτική θεώρηση της ιστορίας: οι ήττες, όσο οδυνηρές και αν ήσαν, δεν αμφισβητούσαν ποτέ την ιδέα ότι ο σοσιαλισμός ήταν ο αναπόφευκτος ορίζοντας. Η ιστορία μάς ανήκε. Αυτό επέτρεπε να ξεπερνάμε τις ήττες. Αυτές οι λύσεις έχουν σήμερα εξαντληθεί και η μελαγχολία της Αριστεράς αποκαλύπτεται στο φως της ημέρας. Είναι αυτή η κρυφή παράδοση που βρίσκαμε ήδη στις αναμνήσεις της Λουίζ Μισέλ μετά την αιματηρή καταστολή της Κομμούνας, στα κείμενα της Ρόζας Λούξεμπουργκ τις παραμονές της δολοφονίας της, ή στον πίνακα «Μια κηδεία στο Ορνάν» του Γκιστάβ Κουρμπέ, που είναι μια εξαιρετική αλληγορία της κηδείας της επανάστασης του 1848. Είναι μια μελαγχολία παρηγορητική, αδιαχώριστη από την ελπίδα, που μπορούσε ακόμα και να ενισχύει τις πεποιθήσεις τους.
• Πώς μπορεί αυτή η μελαγχολία να εμπνέει και να μην είναι μόνον πηγή καρτερίας;
Υπάρχει μια φροϊδική αντίληψη της μελαγχολίας που τείνουν να την ερμηνεύουν απλουστευτικά. Υποτίθεται ότι η μελαγχολία θα ήταν ένα παθολογικό πένθος, η ανικανότητα να αποχωριστούμε το αγαπημένο και χαμένο αντικείμενο, ένα εμπόδιο στο να προχωρήσουμε μπροστά. Θεωρώ, αντίθετα, ότι η μελαγχολία μπορεί να είναι μια μορφή αντίστασης, που τρέφεται από μιαν αναστοχαστική ευαισθησία. Σύμφωνα με τον Κοζέλεκ, η ιστορία που γράφεται από τους ηττημένους είναι μια κριτική ιστορία, σε αντίθεση με την απολογητική ιστορία που γράφουν οι νικητές. Η μελαγχολία είναι μια δύναμη που μας βοηθάει για να μπορούμε να γνωρίζουμε και να παρεμβαίνουμε στο παρόν. Στην Αριστερά, η τάση είναι κάθε τόσο να λέμε: «Ολα πρέπει να ξεκινήσουν από την αρχή». Αυτή η απουσία μνήμης μάς κάνει ευάλωτους. Ενα πράγμα είναι να επινοούν τον σοσιαλισμό στον 19ο αιώνα· και εντελώς άλλο πράγμα είναι να επινοούν ξανά, από την αρχή, τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα, λες και δεν έγινε τίποτα στο μεσοδιάστημα.
• Και τα νέα αριστερά κινήματα δεν κατορθώνουν να συγκλίνουν…
Στο παρελθόν, η συνένωση γινόταν από τους πολιτικούς μηχανισμούς. Το 1968, η σύγκλιση είναι αντικειμενική ανάμεσα στα οδοφράγματα του Παρισιού, την Ανοιξη της Πράγας και την επίθεση του Τετ στο Βιετνάμ, χωρίς οι πρωταγωνιστές αυτών των κινημάτων να έχουν κάποια εμπειρία διαλόγου μεταξύ τους. Σήμερα, οι ακτιβιστές του Καΐρου, της Κωνσταντινούπολης και της Νέας Υόρκης μπορούν να ανταλλάσσουν απόψεις - και το κάνουν εξάλλου αυθόρμητα. Υπάρχει όμως μια τέτοια διαφορά κουλτούρας… Στη δεκαετία του 1960, μια κοινή κριτική σκέψη έτρεφε τους κοινωνικούς αγώνες. Αυτό που έγραφε ο Σαρτρ διαβαζόταν στην Ασία ή την Αφρική. Σήμερα, τα ονόματα μεγάλων κριτικών μορφών της μετα-αποικιοκρατίας, για παράδειγμα, δεν λένε τίποτα στους πρωταγωνιστές των Αραβικών Ανοίξεων. Η νέα επινόηση του παγκόσμιου ιστού μιας εναλλακτικής κουλτούρας δεν είναι μια απλή υπόθεση. […]
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου